«Η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα» για τη ∆ΕΗ και τη διάσωσή της, λένε οι Βρυξέλλες. Είναι µια διαπίστωση που βασίζεται στα ζηµιογόνα αποτελέσµατα του 2018 και στις νέες ζηµιές που εµφάνισε η δηµόσια εταιρεία ηλεκτρισµού κατά το πρώτο τρίµηνο του 2019, αλλά και ένα «καµπανάκι» ότι όλες οι προθεσµίες-ορόσηµα που είχαν συµφωνηθεί έχουν ήδη περάσει. Οι θεσµοί αναµένουν από την ελληνική κυβέρνηση συγκεκριµένες αποφάσεις και -κυρίως- πράξεις, που θα «απαντούν» στο συνολικότερο ζήτηµα της αγοράς ενέργειας στην Ελλάδα και πώς αυτό θα αποφέρει τα µέγιστα στην ελληνική οικονοµία.
Βασικές προτεραιότητες παραµένουν τα χρέη προς τη ∆ΕΗ και η ρύθµιση των νοµικών θεµάτων που αφορούν τις οφειλές, η µείωση της κυριαρχίας της ∆ΕΗ στην αγορά ενέργειας και ο εκσυγχρονισµός της ώστε να υπάρξει σύνδεση µε Ιταλία και Βουλγαρία. Οι πρώτες τεχνικές συζητήσεις µεταξύ της Κοµισιόν και της νέας ελληνικής κυβέρνησης πραγµατοποιήθηκαν πριν από δύο εβδοµάδες, µε πρώτο και βασικό ζήτηµα τη ∆ΕΗ.
Σύµφωνα µε πληροφορίες του «Εθνους της Κυριακής», οι Ευρωπαίοι είναι ικανοποιηµένοι µε όσα άκουσαν από το αρµόδιο υπουργείο, τα οποία ωστόσο αναµένουν να δουν σε συγκεκριµένες προτάσεις και αριθµούς. Οι επίσηµες συζητήσεις αναµένονται στα µέσα Σεπτεµβρίου, όταν -όπως όλα δείχνουν- αναµένεται να επιστρέψουν τα τεχνικά κλιµάκια της Κοµισιόν στην Αθήνα στο πλαίσιο της µεταµνηµονιακής αξιολόγησης. Την ίδια περίοδο αναµένονται και τα αποτελέσµατα του 6µήνου για τη ∆ΕΗ. Η ελληνική κυβέρνηση έχει αφήσει να εννοηθεί ότι µέχρι τότε θέλει να έχει προχωρήσει σε συγκεκριµένες ενέργειες – κάτι που έχουν ακούσει µε ικανοποίηση οι θεσµοί.
Θα έχει προηγηθεί το Eurogroup Σεπτεµβρίου, στο οποίο ο Ελληνας υπουργός Οικονοµικών, Χρήστος Σταϊκούρας, θα παρουσιάσει σε γενικές γραµµές το πλάνο της κυβέρνησης. Και τον Νοέµβριο, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαµήνου, θα παρουσιαστεί η νέα έκθεση ενισχυµένης εποπτείας για την Ελλάδα. Τότε οι ειδικοί θα θέλουν να συµπεριλάβουν τις νέες εξελίξεις για τη ∆ΕΗ.
Προτάσεις
«Υπάρχει διστακτικότητα κατά περιόδους στις ιδιωτικοποιήσεις και ορισµένες επιχειρήσεις του δηµόσιου τοµέα δεν είναι καλά διαχειριζόµενες. Η ∆ΕΗ είναι ένα παράδειγµα όπου φαίνεται ότι υπήρξε πολιτική παρέµβαση στο παρελθόν. Αυτό οδήγησε στα οικονοµικά προβλήµατα που βλέπουµε τώρα. Πιστεύω λοιπόν ότι υπάρχει πλήρες πρόγραµµα και ενθαρρύνω τις πρωτοβουλίες: η νέα κυβέρνηση δηλώνει σαφώς ότι είναι έτοιµη να αντιµετωπίσει αυτά τα προβλήµατα» δήλωσε ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισµού Σταθερότητας (ΕΜΣ), Κλάους Ρέγκλινγκ, µετά τη συνάντησή του µε στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης αµέσως µετά την εκλογή της.
Καθώς καµία λέξη του Γερµανού επικεφαλής του ΕΜΣ δεν είναι τυχαία, η απάντησή του σε συνέντευξη που παραχώρησε δηλώνει την «αγωνία» των θεσµών για τη ∆ΕΗ. Ενα θέµα περίπλοκο και ακανθώδες, αφού αφορά τους τοµείς της ενέργειας και του ανταγωνισµού, αλλά ταυτόχρονα ένα δηµόσιο αγαθό και χιλιάδες εργαζόµενους… Είναι ξεκάθαρο από τις συζητήσεις ότι η ΕΕ θέλει να υπάρξει ένα συνολικό σχέδιο που θα αποφέρει τα µέγιστα στην ελληνική οικονοµία, στο πλαίσιο του εκσυγχρονισµού της αγοράς ενέργειας στην Ελλάδα, αλλά και συγκεκριµένο ρεαλιστικό χρονοδιάγραµµα.
Η όποια λύση θα πρέπει να κινείται σε τρεις άξονες: στην οικονοµική κατάσταση της ίδιας της εταιρείας, στη µείωση της δεσπόζουσας θέσης της ∆ΕΗ στην αγορά ενέργειας και στο ζήτηµα του ανταγωνισµού για την προµήθεια λιγνίτη. Ειδικά το τελευταίο, για το οποίο υπάρχει µια απόφαση του Ευρωπαϊκού ∆ικαστηρίου το 2016, οι αποφάσεις πρέπει να είναι άµεσες. Οι Βρυξέλλες δεν θα έβλεπαν αρνητικά τη σταδιακή µείωση των εργασιών στις µονάδες του Αµυνταίου και της Καρδίας, αλλά πάντως τάσσονται υπέρ της πώλησής τους.
Επίσης, προτείνουν την επίσπευση εφαρµογής του target model και τη διασύνδεση της Ελλάδας µε τις αγορές της Ιταλίας και της Βουλγαρίας έως το 2020, κάτι που αναµένεται να προσφέρει πολλά οφέλη για την ασφάλεια του συστήµατος και τις τιµές της ηλεκτρικής ενέργειας. Η διαχείριση των χρεών προς τη ∆ΕΗ είναι ένα θέµα που, κατά την ΕΕ, πρέπει να αντιµετωπιστεί άµεσα, διαχωρίζοντας τους κακοπληρωτές από εκείνους που δεν έχουν να πληρώσουν. Μια ισορροπία που δύσκολα επιτυγχάνεται, αλλά η οποία χρειάζεται και νοµική ρύθµιση υποθεµάτων, όπως, π.χ., τι θα συµβαίνει µε τα χρέη των ενοικιαστών προς τη ∆ΕΗ ή µε τα ποσά που χρωστούν στη ∆ΕΗ όσοι αλλάζουν πάροχο.
Ακόµη µία σπαζοκεφαλιά είναι τα τιµολόγια της ∆ΕΗ. Η κυβέρνηση πρότεινε -και οι Ευρωπαίοι συµφωνούν- να µεγαλώσει το περιθώριο κέρδους της ∆ΕΗ, χωρίς αύξηση των τιµολογίων, αλλά µε µείωση του ΦΠΑ. Επίσης, οι θεσµοί θα έβλεπαν µε καλό µάτι ένα πρόγραµµα εθελουσίας εξόδου, ωστόσο µένει να εξεταστούν οι προϋποθέσεις και οι λεπτοµέρειες.
Πρόγραμμα εθελουσίας, στα πρότυπα του ΟΤΕ
Της Μαρίας Λιλιοπούλου
Το «μοντέλο Βουρλούμη», παλαιότερου επικεφαλής του ΟΤΕ, φαίνεται ότι θα εφαρµόσει η κυβέρνηση όσον αφορά το πρόγραµµα εθελουσίας εξόδου στη ∆ΕΗ, χωρίς ωστόσο να έχει καταλήξει απολύτως στις λεπτοµέρειες.
Αυτό επεσήµανε σε δηλώσεις του ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, προσθέτοντας ότι οι αποχωρήσεις θα είναι στοχευµένες και θα αφορούν εκείνους που είναι µεγαλύτερης ηλικίας αλλά και εκείνους οι οποίοι λόγω ειδίκευσης δεν θα είναι απαραίτητοι στο νέο πλάνο της εταιρείας για τη µεταλιγνιτική εποχή. η µεταλιγνιτική εποχή. Οπως τονίζει ο υπουργός στο «Εθνος της Κυριακής», δύο είναι τα µεγάλα ορόσηµα της προσεχούς περιόδου για τη ∆ΕΗ: η 24η Σεπτεµβρίου, οπότε και αναµένεται η επόµενη έκθεση της Ernst & Young για την εταιρεία, και η 31η Οκτωβρίου, οπότε και θα γίνει η επίσηµη παρουσίαση του κυβερνητικού σχεδίου διάσωσης της επιχείρησης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οσον αφορά την εθελουσία, βάσει του περιγράµµατος του σχεδίου, εκείνοι που θα αποχωρήσουν πρώτοι είναι οι εργαζόµενοι στις λιγνιτικές µονάδες, εξέλιξη την οποία θα φέρει η απολιγνιτοποίηση. «Πρόκειται για ένα ζήτηµα οι λεπτοµέρειες του οποίου θα αποφασιστούν από τη νέα διοίκηση της ∆ΕΗ, βάσει των επιχειρησιακών αναγκών» σηµειώνει ο κ. Χατζηδάκης.
Άγνωστος ο αριθμός
Γεγονός είναι, πάντως, ότι ακόµα δεν είναι γνωστός ούτε ο αριθµός των εργαζοµένων που θα κριθεί απαραίτητο να αποχωρήσουν, δεδοµένου ότι και η απόσυρση των λιγνιτικών µονάδων θα γίνει σταδιακά, προκειµένου να µην υπάρξει πρόβληµα τροφοδοσίας. Σήµερα, γενικά στον όµιλο, απασχολούνται 8.300 εργαζόµενοι στη ∆ΕΗ, 6.200 στον ∆Ε∆∆ΗΕ και περίπου 1.000 στις δύο από τις λιγνιτικές µονάδες της Μεγαλόπολης και της Φλώρινας.
Σε κάθε περίπτωση, η εθελουσία, για την οποία από το υπουργείο διαβεβαιώνουν ότι θα έχει ικανοποιητικούς όρους για τους εργαζόµενους και θα γίνει σταδιακά, θα αφορά τρεις βασικές κατηγορίες απασχολουµένων στην επιχείρηση, και συγκεκριµένα: εργαζόµενους στις υπό κατάργηση µονάδες, εργαζόµενους µεγάλης ηλικίας (καθώς το ποσοστό απασχολουµένων αυτής της κατηγορίας είναι µεγάλο στη ∆ΕΗ) και εργαζόµενους η ειδικότητα των οποίων δεν θα θεωρηθεί απαραίτητη την «επόµενη µέρα».
Παράλληλα εξετάζεται και η παροχή κινήτρων ώστε µερικοί εργαζόµενοι της τελευταίας κατηγορίας αλλά νέοι σε ηλικία να εκπαιδευτούν ώστε να µετακινηθούν σε θέσεις µε διαφορετικό αντικείµενο. Πληρέστερη εικόνα για την τύχη των εργαζοµένων, η οποία εν πολλοίς θα κριθεί από το πλάνο που θα προκριθεί για την απολιγνιτοποίηση, φαίνεται πως θα υπάρχει προς τα τέλη του χρόνου. Οριστικές αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί, παρά µόνο το γενικό περίγραµµα, µε αποτέλεσµα και οι εργαζόµενοι να µην έχουν εικόνα για τις ακριβείς προθέσεις της κυβέρνησης. Οπως επισηµαίνει ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ-∆ΕΗ, Γιώργος Αδαµίδης: «Εχουµε ζητήσει δεύτερη συνάντηση µε τον υπουργό, η οποία θα γίνει αυτήν την εβδοµάδα, ενώ αναµένουµε την ενηµέρωση και του νέου επικεφαλής της ∆ΕΗ».
Ο φόβος του µπλακ άουτ επιταχύνει το καλώδιο για Κρήτη
Του Θοδωρή Παναγούλη
Η συνεργασία µε την Κύπρο και το Ισραήλ είναι επιθυµητή, όλα τα συζητάµε, αλλά το πρώτο που µας ενδιαφέρει είναι να µην καθυστερήσουν τα χρονοδιαγράµµατα της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κρήτης µε την Αττική. Αυτό είναι το νόηµα όσων συζήτησε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, στην Κύπρο, όπου βρέθηκε στην αρχή της εβδοµάδας. Η σπουδή, δε, του Ελληνα υπουργού είναι χαρακτηριστική των κινδύνων που έχει συνειδητοποιήσει ότι υπάρχουν όσον αφορά την επάρκεια ρεύµατος στην Κρήτη. Ο ρυθµός µε τον οποίο αυξάνεται η κατανάλωση ρεύµατος στη µεγαλόνησο είναι 7% ετησίως και οι υφιστάµενες παλιές µονάδες που την ηλεκτροδοτούν σήµερα πρέπει να αποσυρθούν µε βάση τα περιβαλλοντικά όρια της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Αυτό σηµαίνει ότι το µπλακ άουτ είναι προ των πυλών, εάν δεν ληφθούν µέτρα και βεβαίως εάν δεν φτάσει στην Κρήτη το καλώδιο στο τέλος του 2022, όπως είναι προγραµµατισµένο. Τα προβλήµατα σχετίζονται µε την αρχική ένταξη της διασύνδεσης Αττικής – Κρήτης σε ένα ευρύτερο πρότζεκτ, το λεγόµενο EuroAsia Interconnector, το οποίο έχει σχεδιαστεί εδώ και χρόνια, το 2014, και αφορά τη συνολικότερη διασύνδεση, όχι µόνο της Αττικής µε την Κρήτη αλλά και της Κρήτης µε την Κύπρο και το Ισραήλ. Το µεγαλεπήβολο αυτό σχέδιο δεν φαίνεται να προχωράει οµαλά, µε αποτέλεσµα να κινδυνεύει και το ελληνικό σκέλος
Πρόθεση, ως εκ τούτου, του ΥΠΕΝ είναι να προχωρήσει µε κάθε τρόπο από τον Α∆ΜΗΕ, ακόµα και ως εθνικό έργο, το καλώδιο Αττικής – Κρήτης, ώστε να διασφαλιστεί η ηλεκτρική επάρκεια του νησιού.
Στο πλαίσιο αυτό, σύµφωνα µε πληροφορίες του «Εθνους της Κυριακής», το έργο έλαβε έγκριση για να ενταχθεί η χρηµατοδότησή του στο ΕΣΠΑ της περιόδου 2014-2020, στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράµµατος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηµατικότητα και Καινοτοµία». ∆εν έχει γίνει γνωστό ποιο είναι το ποσό µε το οποίο θα χρηµατοδοτηθεί, πιθανολογείται όµως ότι θα είναι της τάξης των 350 εκατ. ευρώ.
Η ένταξη της διασύνδεσης Κρήτης – Αττικής στο ΕΣΠΑ εκτιµάται ότι θα επιταχύνει την ολοκλήρωση του έργου. Σύµφωνα µε το χρονοδιάγραµµα, η µεγαλύτερη επένδυση που γίνεται στην Ελλάδα για τη µεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας, προϋπολογισµού της τάξης του 1 δισ. ευρώ, θα ολοκληρωθεί στο τέλος του 2022. Υπενθυµίζεται ότι οι διεθνείς διαγωνισµοί για το έργο βρίσκονται σε εξέλιξη.
Σχέδιο τεσσάρων δράσεων
Ανεξάρτητα από την πορεία υλοποίησης της διασύνδεσης Αττικής – Κρήτης, αποφάσεις πρέπει να ληφθούν και για την ηλεκτρική επάρκεια του νησιού κατά το κρίσιµο διάστηµα από το 2020, που θα ολοκληρωθεί το καλώδιο από την Πελοπόννησο, έως το 2023, που αναµένεται, αν όλα πάνε καλά, να λειτουργήσει το «µεγάλο» καλώδιο.
Για την περίοδο αυτή η Ρυθµιστική Αρχή Ενέργειας φαίνεται ότι καταλήγει σε µια δέσµη τεσσάρων βασικών δράσεων, ως βέλτιστη λύση:
- Τη µετατροπή των αεριοστροβιλικών µονάδων της ∆ΕΗ που λειτουργούν σήµερα στον Αθερινόλακκο της Κρήτης µε πετρέλαιο, συνολικής ισχύος 100 MW, σε µονάδες που θα καίνε φυσικό αέριο.
- Την εγκατάσταση νέας µονάδας περί τα 100 MW, κατά προτίµηση µε καύσιµο φυσικό αέριο.
- Την προσθήκη νέας δυναµικότητας Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας (αιολικών και φωτοβολταϊκών) στα επίπεδα των 100 µε 150 MW.
- Την εγκατάσταση και ένταξη στο σύστηµα, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, συστηµάτων αποθήκευσης ενέργειας (σύγχρονων µπαταριών), δυναµικότητας περί τα 30 µε 40 MW