Διαδικτυακή εξάρτηση, καταθλιπτικά συναισθήματα, χαμηλή αυτοεκτίμηση, αυτοτραυματισμός, επιθετικότητα, αδυναμία συγκέντρωσης
Οι έφηβοι και οι έφηβες της εποχής μας είναι μια γενιά που μεγαλώνει υπό διαρκή πίεση, μπαίνοντας από τη μια κρίση στην άλλη: από την κλιματική αλλαγή στην πανδημία της COVID-19 και από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία στην ενεργειακή φτώχεια. Στις νέες προκλήσεις για τη σωματική και την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη παιδιών και εφήβων θα επικεντρωθεί ένα σημαντικό συνέδριο, το 22ο Συνέδριο της Διεθνούς Ενωσης για την Υγεία των Εφήβων, που διοργανώνεται σε συνεργασία με την Ελληνική Εταιρεία Εφηβικής Ιατρικής, από σήμερα μέχρι και την Παρασκευή στο κτίριο του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στα Προπύλαια.
Η περίοδος των lockdowns ήταν αναμφίβολα πολύ δύσκολη για τα παιδιά και τους εφήβους και θα βρεθεί στο επίκεντρο των εισηγήσεων και των συζητήσεων. «Σύμφωνα με τις μελέτες της ομάδας έρευνας για την πανδημία COVID-19 του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ «Στρατηγικές Αναπτυξιακής και Εφηβικής Υγείας», η απομάκρυνση των παιδιών από τον φυσικό χώρο του σχολείου δυσκόλεψε σημαντικά τη μαθησιακή διαδικασία και εκτόξευσε τα ποσοστά διαδικτυακής εξάρτησης και διαδικτυακών συμπεριφορών υψηλού κινδύνου, που ήδη ήταν υψηλά στην προ COVID εποχή. Συγκεκριμένα, οι συμπεριφορές διαδικτυακής εξάρτησης φθάνουν στο 62,7% στον εφηβικό πληθυσμό έναντι 40% προ καραντίνας, με περίπου 20% να εκδηλώνουν σοβαρή παραίτηση από καθημερινές υποχρεώσεις και δραστηριότητες», λέει στην «Κ» η Αρτεμις Κ. Τσίτσικα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Παιδιατρικής-Εφηβικής Ιατρικής στο ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εφηβικής Ιατρικής (ΕΕΕΙ).
«Στα παιδιά αυτά παρατηρήθηκε σημαντική συσχέτιση με διατροφικές παρεκτροπές, υπερβαρότητα, έλλειμμα φυσικής άσκησης και επιβάρυνση της σωματικής τους υγείας, καθώς και με αναστροφή του ωραρίου του ύπνου, άγχος, καταθλιπτικό συναίσθημα και απόσυρση. Τα αγόρια ασχολούνται κυρίως με παιχνίδια-gaming και εκδηλώνουν θυμό, βίαιες συμπεριφορές και επιθετικότητα, ενώ τα κορίτσια επιδίδονται σε υπερβολική χρήση των κοινωνικών δικτύων με εκφράσεις εσωτερίκευσης και απόσυρσης, χαμηλής αυτοεκτίμησης και καταθλιπτικού συναισθήματος που μπορεί να φθάσει και στο 40% (έναντι του 20% προ COVID-19). O αυτοτραυματισμός (cutting) παρουσιάζει επίσης αυξητική τάση στα κορίτσια και φθάνει στο 10%, έναντι 3%-5% πριν», συμπληρώνει η κ. Τσίτσικα.
Η πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση επηρέασε τη σεξουαλικότητα των παιδιών. «Σε μια ηλικία που η εξερεύνηση και ο πειραματισμός έχουν θεμελιώδη σημασία για τη μελλοντική σεξουαλική λειτουργικότητα και τη δημιουργία της προσωπικής ταυτότητας/αυτοεκτίμησης, οι περίοδοι της καραντίνας μετέβαλαν τις συνθήκες πλαισίωσης του εφηβικού ρομαντισμού. Πολλοί έφηβοι απομακρύνθηκαν και βίωσαν απώλεια με τη βίαιη διακοπή της σχέσης τους, απογοήτευση, δυσκολία στη διαχείριση. Δυσκολεύονται να φλερτάρουν, να εκφραστούν και για άλλη μία φορά βρίσκουν διέξοδο στο Διαδίκτυο. Ενισχύθηκαν τα διαδικτυακά ραντεβού, το sexting και το διαδικτυακό sex. Ειδικότερα στα αγόρια παρατηρείται συμπεριφορά εξάρτησης από τη χρήση πορνογραφικού υλικού, με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στη λειτουργικότητα και τη σεξουαλική τους έκφραση στο μέλλον», αναφέρει η πρόεδρος της ΕΕΕΙ.
Τα κλειστά σχολεία είχαν σοβαρές επιπτώσεις. «Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, οι μαθητές στην πλειονότητά τους αναφέρουν μαθησιακά κενά και πτώση της βαθμολογίας και της ακαδημαϊκής τους επίδοσης λόγω των κλειστών σχολείων, σε σύγκριση με τις σχολικές χρονιές πριν από την πανδημία. Για παράδειγμα, μελέτη που πραγματοποιήθηκε στη Βραζιλία αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης με το σχολείο κλειστό, οι μαθητές είχαν καταφέρει να εμπεδώσουν μόνο το 27,5% της διδακτέας ύλης», σημειώνει η κ. Τσίτσικα.
Αλλά πέρα από τις αναμενόμενες επιπτώσεις στην ποιότητα της εκπαίδευσης διατυπώνεται τεράστια ανησυχία διεθνώς για τις μακροχρόνιες επιπτώσεις των κλειστών σχολείων σε παιδιά και εφήβους σχετικά με την κοινωνική τους ανάπτυξη και τις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Σύμφωνα με καταγραφή της UNESCO, την οποία αναφέρουν οι οργανωτές του συνεδρίου, οι βασικότερες επιπτώσεις από το κλείσιμο των σχολείων αφορούν τους παρακάτω τομείς: Εκπαίδευση και εξ αποστάσεως εκπαίδευση, σχολική άρνηση, σίτιση, επιπτώσεις στους εκπαιδευτικούς, επιπτώσεις στους γονείς, οικονομικό κόστος, διαταραχές στην υγειονομική περίθαλψη, αύξηση ενδοοικογενειακής βίας, κοινωνική απομόνωση και κοινωνικές ανισότητες. Το εύρος είναι πολύ μεγάλο…
«Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, ο εγκλεισμός –σε συνδυασμό με τις ψυχοκοινωνικές δυσκολίες που σχετίζονται με την COVID-19, όπως το έντονο άγχος και το καταθλιπτικό συναίσθημα– οδήγησε σε αυξημένα ποσοστά ενδοοικογενειακής βίας και παιδικής κακοποίησης, συμπεριλαμβανομένης και της σεξουαλικής κακοποίησης», μας λέει η κ. Τσίτσικα, αναφέροντας συγκεκριμένα πως «τις αρχικές εβδομάδες του πρώτου εγκλεισμού παρατηρήθηκε αύξηση της άσκησης σωματικής και σεξουαλικής βίας, με την ενδοοικογενειακή βία να εμφανίζει αύξηση της τάξης του 12%».
Οι αριθμοί
62,7% είναι το ποσοστό με συμπεριφορές διαδικτυακής εξάρτησης στον εφηβικό πληθυσμό έναντι 40% προ καραντίνας.
20% των εφήβων εκδηλώνουν σοβαρή παραίτηση από καθημερινές υποχρεώσεις και δραστηριότητες.
40% των κοριτσιών επιδίδονται σε υπερβολική χρήση των κοινωνικών δικτύων με εκφράσεις εσωτερίκευσης και απόσυρσης, χαμηλής αυτοεκτίμησης και καταθλιπτικού συναισθήματος (έναντι του 20% προ COVID-19).
10% υπολογίζεται το ποσο-στό των κοριτσιών που οδηγείται στον αυτοτραυματισμό (cutting) έναντι 3%-5% πριν από την πανδημία.
Δομές φιλικές στους νέους
Την περίοδο της πανδημίας η μεγάλη πίεση σε παιδιά και εφήβους, αλλά και στις οικογένειές τους, εκφράστηκε με αυξημένη ζήτηση για υποστήριξη, τάση που αποτυπώθηκε και στις πολύ περισσότερες τηλεφωνικές κλήσεις στη γραμμή υποστήριξης 800 4000 009 στη Δομή Εφηβικής Υγείας/Ιατρικής (ΔΟΜΕΥΙ) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ. Ανάλογα αυξημένα ήταν και τα αιτήματα για ραντεβού. Η ανάγκη ανάπτυξης εξειδικευμένων προγραμμάτων και υπηρεσιών για την εφηβική ηλικία είναι επιτακτική. Γι’ αυτό η Ελληνική Εταιρεία Εφηβικής Ιατρικής (EEEI) εστιάζει στην ανάπτυξη «φιλικών» για εφήβους υπηρεσιών, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν υπάρχει ένα δίκτυο εξειδικευμένων υπηρεσιών σχεδιασμένων για τις ανάγκες των εφήβων και την ολιστική προσέγγιση της υγείας τους. Η Δομή Εφηβικής Υγείας του ΕΚΠΑ αποτελεί εξαίρεση, καθώς παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες, δωρεάν (ή σε προσιτό κόστος) και προσβάσιμες σε όλους, με σεβασμό σε οποιαδήποτε διαφορετικότητα (εθνικότητα, θρησκεία, φύλο, σεξουαλικός προσανατολισμός κ.λπ.). Στη Δομή του ΕΚΠΑ υπάρχουν χαρακτηριστικά που δημιουργούν ένα φιλικό περιβάλλον για τους εφήβους, όπως κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό, εξασφάλιση απαραίτητου χρόνου επίσκεψης και κατάλληλες ώρες λειτουργίας ανάλογα με τις ανάγκες και τις σχολικές υποχρεώσεις των εφήβων, εξασφάλιση εμπιστευτικότητας και προστασίας των προσωπικών δεδομένων των ανηλίκων, διεπιστημονική προσέγγιση και συντονισμός των παραπομπών. Για να καλυφθούν οι σύγχρονες ανάγκες έχει τεθεί στόχος η διαμόρφωση πιλοτικού προγράμματος για την ανάπτυξη «Φιλικών για Εφήβους Υπηρεσιών Υγείας», με την επιστημονική εποπτεία και τον συντονισμό της EEEI, σε συνεργασία με τον ΠΟΥ και άλλους φορείς.
Με ψυχικά προβλήματα το 25% των νέων στην Ευρωπαϊκή Ενωση
Η διετία της πανδημίας και των αυστηρών περιορισμών επηρέασε αρνητικά την ψυχική υγεία των παιδιών και νεαρών ενηλίκων τόσο στην Ευρώπη όσο και στην υπόλοιπη υφήλιο. Για την κρίση που βλέπουμε σήμερα είχαν προειδοποιήσει εξαρχής οι ειδικοί, οι οποίοι δεν έπεσαν έξω στις προβλέψεις τους. Τη σημερινή κατάσταση κατέγραψε η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις συνέπειες της COVID-19. Οπως διαπιστώθηκε, πριν από την πανδημία το 10%-20% των ανηλίκων και νεαρών ενηλίκων στην Ε.Ε. αντιμετώπιζαν ψυχικά προβλήματα. Σήμερα, στον μεταπανδημικό κόσμο της «νέας κανονικότητας», το ποσοστό αυτό εκτινάχθηκε στο 20%-25%, το οποίο θεωρείται υπερβολικά υψηλό.
Σύμφωνα με το πόρισμα της έκθεσης, την επιδείνωση της ψυχικής υγείας των παιδιών επέτεινε η διακοπή της λειτουργίας των σχολείων, σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, όπως και αθλητικών και πολιτιστικών κέντρων, καθώς αποστέρησε από τα παιδιά και τη νεολαία την ευκαιρία να συμμετέχουν σε ομαδικές δραστηριότητες και να έχουν κοινωνική συναναστροφή με τους συνομηλίκους τους, που είναι απαραίτητη για την ορθή ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη.
«Τα παιδιά και οι νέοι είναι από τις περισσότερο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν λόγω πανδημίας ανέστειλαν μια κρίσιμη περίοδο της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξής τους», αναφέρει το συμπέρασμα της έκθεσης απηχώντας αυτά πολλών προηγούμενων ερευνών. Ολες συγκλίνουν σε μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα: η κοινωνική απομόνωση λόγω πανδημίας επιβάρυνε σημαντικά την ψυχική κατάσταση των παιδιών, όπως και των περισσότερων κοινωνικών ομάδων.
Aμερικανική μελέτη, που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο στην επιθεώρηση των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ, επαναξιολόγησε 35 επιμέρους έρευνες με 65.505 συμμετέχοντες, ηλικίας 4 έως 19 ετών.
Στόχος του ερευνητικού έργου ήταν η αποκρυπτογράφηση των συνεπειών της πανδημίας στην ψυχική υγεία των παιδιών απ’ όλο τον κόσμο. Οι ερευνητές, αναλύοντας τα στοιχεία, διαπίστωσαν ότι οι ανήλικοι εξαιτίας της πανδημίας, της κοινωνικής απομόνωσης που προκάλεσε αλλά και άλλων παραγόντων, όπως ο φόβος της λοίμωξης και η αβεβαιότητα, εμφάνιζαν σε υψηλά ποσοστά ψυχικές διαταραχές όπως άγχος (28%), κατάθλιψη (23%), μοναξιά (5%), φόβο (5%), ψυχική ένταση (3%), κόπωση (3%), σύγχυση (3%) και ανησυχία (3%).
Τα παιδιά και οι έφηβοι με άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες, όπως παχυσαρκία, χρόνια νοσήματα, σύνδρομο υπερκινητικότητας και ελλειμματικής προσοχής, ήταν ιδιαίτερα ευάλωτοι στις συνέπειες της COVID-19.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) ανέφερε ότι το ποσοστό των κοριτσιών εφηβικής ηλικίας με τάσεις αυτοκτονίας στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 50% συγκριτικά με το 2019. Aν και τα δεδομένα αφορούν τις ΗΠΑ, εκτιμάται ότι ανάλογη τάση καταγράφεται και στον υπόλοιπο κόσμο.
Τέλος, η Τζάκι Μελίζ, εκπρόσωπος Τύπου της ΜΚΟ «Mental Ηealth Europe», επισήμανε χθες ότι είναι αναγκαίο να δοθεί απόλυτη προτεραιότητα στην αντιμετώπιση της κρίσης ψυχικής υγείας της ευρωπαϊκής νεολαίας, κυρίως επειδή το 50% των ψυχιατρικών προβλημάτων της ενήλικης ζωής εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εφηβείας.
Πηγή kathimerini.gr
Γιάννης Ελαφρός