Από το ναυάγιο της 22ας Νοεμβρίου και την αναβολή της διαδικασίας εκλογής νέου προέδρου στη Νέα Δημοκρατία κύλησαν σχεδόν δύο εβδομάδες. Μέσα σε αυτό το διάστημα, που οι σχέσεις των τεσσάρων μονομάχων έδειξαν να παγώνουν, μπαίνοντας σε νέα φάση δοκιμασίας, το γαλάζιο οικοσύστημα δοκίμασε πολλές φορές το όριο της αντοχής του. Δηλώσεις δημόσιες, καρφιά σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις, αιχμές για τη στάση των εκάστοτε στρατοπέδων, αλλά και θεωρίες συνωμοσίας, που μένει να απαντηθούν και να ξεκαθαριστούν, προκειμένου να μη μείνουν σκιές, διαμόρφωσαν ένα τοπίο εκρηκτικό, στο οποίο ήχησε πολλάκις ο κόκκινος συναγερμός της ενότητας. Όταν ο…κόμπος έφτασε στο χτένι, τα ανακλαστικά της πολιτικής επιβίωσης φαίνεται πως κράτησαν δεμένες τις λαβωμένες ενώσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που βρέθηκε να μετρά ημέρα με την ημέρα τις πλέον βαθιές πληγές της ιστορίας της. Ο χρόνος που θα στηθούν οι κάλπες στη νέα απόπειρα ανάδειξης του επόμενου αρχηγού βρήκε απάντηση στην 20η του Δεκεμβρίου.
Το πρώτο στοίχημα, να βαδίσει η λεωφόρος Συγγρού προς την εσωτερική εκλογή κερδήθηκε στο δια ταύτα, αν και πρώτα χρειάστηκε να κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι της αντιπαράθεσης. Εάν η 20η Δεκεμβρίου, πάντως, είναι η πρώτη σταθερά στα κεντρικά γραφεία της Νέας Δημοκρατίας, η δεύτερη είναι πως το κόμμα οδηγείται σε μία άκρως πολωτική αναμέτρηση, με το μείζον διακύβευμα να μην είναι πλέον ποιος θα κληθεί να το οδηγήσει στη νέα ημέρα του, αλλά ποια θα είναι η στάση της παράταξης απέναντι στη συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που αναζητά σανίδα σωτηρίας σε κορυφαία για τη χώρα ζητήματα. Σε αυτό το καυτό ερώτημα θα κληθεί να δώσει απάντηση η επόμενη ηγεσία. Οι σχέσεις με την Κουμουνδούρου αποτελούν, ως φαίνεται, τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις ομάδες της λεωφόρου Συγγρού, την ώρα που σενάρια επί σεναρίων κάνουν λόγο ακόμα και για διάσπαση. Για πολλούς βουλευτές και πολλά στελέχη η μετωπική σύγκρουση στον απόηχο του εκλογικού Βατερλό ήταν απλά η κορυφή του παγόβουνου. Από κάτω κρύβονται ακόμα μεγαλύτερες διαφορές, σε πολιτική και ιδεολογική διάσταση, που ίσως αναζητούν απλά το επόμενο άλλοθι, για να ξεσπάσουν.
Οι δύο προσεγγίσεις
Ορθά κοφτά, οι διαφορετικές προσεγγίσεις εντός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τα στρατόπεδα είναι χωρισμένα στα δύο. Από τη μία βρίσκεται το μετριοπαθές καραμανλικό μπλοκ, το οποίο και εκπροσωπείται, κατά κύριο λόγο, από τον πρώην πρόεδρο και νυν υποψήφιο, Βαγγέλη Μεϊμαράκη και στο οποίο πολύ κοντά βρίσκεται η βουλευτής και πρώην υπουργός Εξωτερικών, Ντόρα Μπακογιάννη και ο βουλευτής και πρώην υπουργός Ανάπτυξης, Κωστής Χατζηδάκης. Από την άλλη, βρίσκονται οι… σαμαρικοί βουλευτές, που έχουν στόχο την εξέλιξη της εικόνας του κόμματος προς μία… νέα δεξιά, με πομπούς των μηνυμάτων τους υποψήφιους προέδρους, Άδωνι Γεωργιάδη και Απόστολο Τζιτζικώστα. Μέσα σε αυτό το δίπολο, αίσθηση προκαλεί τα τελευταία εικοσιτετράωρα η σεναριολογία περί νέων πολιτικών πρωτοβουλιών από τον πρώην πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά. Νερό στο μύλο έριξαν τοποθετήσεις στενού συνεργάτη του πρώην πρόεδρου της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος, σε συνομιλία με εκπροσώπους των ΜΜΕ, υποστήριξε ότι σε περίπτωση που ο κ. Τσίπρας καταρρεύσει το επόμενο διάστημα, οι μόνοι που θα μπορούσαν να κληθούν και να αναλάβουν την ευθύνη διαχείρισης της όλης κατάστασης είναι οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος. Μόλις πριν λίγα εικοσιτετράωρα, ο βουλευτής και πρώην υπουργός, Μάκης Βορίδης, είχε αναφερθεί και αυτός από την πλευρά του στο ενδεχόμενο επιστροφής Σαμαρά στην πρωθυπουργία.
Στο δια ταύτα, πάντως και στους δύο πόλους που έχουν ορθώσει τείχη στη λεωφόρο Συγγρού, η αίσθηση ότι οι διαφορετικές οπτικές θα εξελιχθούν αμέσως μετά την εκλογή του νέου προέδρου σε casus belli αυξάνεται μεταξύ των στελεχών. Προς το παρόν, η πρώτη προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα να αναζητήσει συναίνεση, κλείνοντας το μάτι στους γαλάζιους έπεσε στο κενό. Καραμανλικοί, Σαμαρικοί και Μητσοτακικοί έριξαν πόρτα στις επιδιώξεις του πρωθυπουργού, στέλνοντας μήνυμα στο Μέγαρο Μαξίμου πως δεν πρόκειται να δώσουν ανάσα σε μία συγκυβέρνηση που ξεκίνησε να παραπαίει δύο μήνες μετά την επανεκλογή της, ενώ ανάλογη τύχη είχε και η σεναριολογία περί συμμετοχής της Νέας Δημοκρατίας σε κυβερνητικά σχήματα μαζί με την Κουμουνδούρου. Ωστόσο, άγνωστο “Χ” παραμένει τι θα πράξει ο επόμενος πρόεδρος, εάν η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που θυμίζει εδώ και εβδομάδες φτερό στον άνεμο, με το ασταθές “153”, αναζητήσει συγκλίσεις έστω και σε ορισμένα νομοσχέδια-φωτιά ή σε μείζονα εθνικά θέματα, όπως το προσφυγικό, προκειμένου η χώρα να μη βρεθεί και πάλι μπροστά στο ενδεχόμενο πρόωρης κάλπης.
Βαγγέλης Μεϊμαράκης, Ντόρα Μπακογιάννη και Κωστής Χατζηδάκης, έχουν ήδη επισημάνει πως η Νέα Δημοκρατία δε μπορεί να χαράξει κόκκινες γραμμές σε όλα τα επίπεδα, ιδιαίτερα όσο η χώρα βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση. Στην αντίπερα όχθη, έστω και με κάποια διαφορετική θεώρηση βρίσκονται οι κύριοι Γεωργιάδης και Τζιτζικώστας. “Τσίπρας delenda est. Πρέπει να φύγει. Όσο μένει, δεν πάμε να ψηφίζουμε προαπαιτούμενα και μνημόνιο; Δεν γύρισε η οικονομία στην ύφεση; Δεν δόθηκαν οι τράπεζες κοψοχρονιά; Δεν κινδυνεύουμε τώρα να βγούμε από τη Συνθήκη Σένγκεν; Τι να τα κάνω τα προαπαιτούμενα; Τα θέλω να τα ψηφίζω για να μείνουμε στην Ευρώπη. Εάν είναι να τα ψηφίζω και να βγω από την Ευρώπη, να τα βράσω”, τόνισε ο πρώτος. “Η Νέα Δημοκρατία δεν πρόκειται να στηρίξει αυτήν την κυβέρνηση, γιατί είναι επικίνδυνη και αυτό που θα πρέπει να κάνει είναι είτε να βρει τα δεκανίκια που ψάχνει σε άλλες κοινοβουλευτικές δυνάμεις είτε, αν δεν τα βρει, να συζητήσουμε για μια κυβέρνηση οικουμενική, αυτό θα πρέπει να γίνει σε μια βάση προγραμματική κοινή, χωρίς τον κ. Τσίπρα, χωρίς αυτούς τους επικίνδυνους υπουργούς. Άρα, μιλάμε για μια πολύ διαφορετική εικόνα. Δεν πρόκειται να συνηγορήσουμε ως Ν.Δ. και εφόσον είμαι ο αρχηγός της από τις 20 Δεκεμβρίου και μετά σε αυτήν την καταστροφική πολιτική. Τελεία και παύλα”, επεσήμανε ο δεύτερος.
Μέσα σε αυτό το ιονισμένο κλίμα, η αξιωματική αντιπολίτευση οδεύει προς την ανάδειξη του νέου αρχηγού της. Εάν όλα τα στελέχη πρώτης, αλλά και δεύτερης γραμμής συνεχίσουν την κοινή πορεία και μετά το πέσιμο της εκλογικής αυλαίας θα φανεί από τις κινήσεις που θα ακολουθήσουν στο προσκήνιο και το παρασκήνιο.
Κατά πολλούς, οι δεσμοί 41 χρόνων είναι πολύ ισχυροί, για να σπάσουν, έστω κι αν οι τριγμοί έχουν και χρόνο και ένταση. Κατά άλλους, πάντως, εάν η παράταξη συνεχίσει αλώβητη και με άπαντες να δηλώνουν “παρών”, μπορεί να είναι και ένα μικρό ή μεγάλο θαύμα.
capital.gr Του Δημήτρη Γκάτσιου