Με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου απερρίφθη η αγωγή που άσκησε μία ιδιώτης κατά μιας αλλοδαπής οικιακής βοηθού κατοίκου Ρόδου με την οποία διεκδικούσε το ποσό των 100.000 ευρώ ως αποζημίωση λόγω ψυχικής οδύνης για τον θανάσιμο τραυματισμό της μητέρας της.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, το 2016 είχε προσλάβει την εναγόμενη με ωράριο από τις 09.30 και μέχρι τις 13.30 προκειμένου να φροντίζει την υπερήλικη μητέρα της, η οποία διέμενε μόνη της στη Ρόδο, αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα υγείας και δεν μπορούσε ευχερώς να αυτοεξυπηρετηθεί, ενώ η ίδια διέμενε λόγω επαγγέλματος εκτός Ρόδου.
Επιπλέον, όπως υποστηρίζει, αρχικά η εναγόμενη εργάστηκε μέχρι το καλοκαίρι του 2018 οπότε απολύθηκε λόγω παραπόνων της μητέρας της και δυσαρέσκειας της ίδιας καθώς δεν ακολουθούσε τις σαφείς οδηγίες που της είχε δώσει.
Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους επαναπροσλήφθηκε καθιστώντας της σαφές ότι πρέπει να ακολουθεί τις οδηγίες που της έδωσε τηλεφωνικώς, όπως να μην εξέρχεται η μητέρα της από την οικία της χωρίς την παρουσία της, να μην χρησιμοποιεί την σκάλα μόνη της, να τη συνοδεύει από και προς την εκκλησία και την οικία του αδελφού της κάθε Κυριακή.
Την 21η Νοεμβρίου 2018, όπως ισχυρίζεται η ενάγουσα, η εναγόμενη παρέλειψε να δώσει τα φάρμακα στη μητέρα της και να ακολουθήσει τις οδηγίες που της είχε δώσει και βρισκόταν μόνη της από τις πρωινές ώρες στην οικία του αδελφού της μετά τον εκκλησιασμό, ασυνόδευτη.
Σύμφωνα με την ενάγουσα, ενώ η εναγόμενη είχε υποχρέωση να μην της επιτρέψει να φύγει μόνη της από την οικία της, με πρόθεση την άφησε να φύγει από την οικία του αδελφού της, κατεβαίνοντας μόνη της τις σκάλες, κρατώντας μάλιστα και βάρος στα χέρια της, με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία της, να τραυματιστεί στο κεφάλι, και να μεταφερθεί στο Γενικό Νοσοκομείο Ρόδου με βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, που τελικώς επέφεραν αιτιωδώς τον θάνατό της.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν προέκυψε από κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι η ενάγουσα είχε προσλάβει την εναγόμενη με τη συμφωνία ότι η τελευταία όφειλε να παραμένει στην οικία της μητέρας της 4 ώρες ημερησίως, όπως δεν αποδείχθηκε και ότι η εναγόμενη είχε λάβει εντολές από την ίδια.
Σύμφωνα με την απόφαση, αυτό που αποδείχθηκε είναι ότι η εναγόμενη είχε αναλάβει ήδη από δεκαετίας την 24ωρη φροντίδα του αδελφού της θανούσας, ενώ αναφορικά με τη θανούσα είχε μόνο αναλάβει να την επισκέπτεται μία ή δύο ώρες την ημέρα για κάποιες οικιακές εργασίες έναντι χαμηλού αντιτίμου για την καταβολή του οποίου φρόντιζε ο αδελφός της ενάγουσας.
Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι η θανούσα μπορούσε να φροντίζει μόνη της τον εαυτό της, ανέβαινε και κατέβαινε σκάλες μόνη της και έβγαινε ανελλιπώς μόνη της από την οικία της γεγονός από το οποίο προκύπτει ότι η πτώση της δεν οφείλεται σε δόλο αλλά ούτε και σε αμέλεια της εναγομένης.
Το ίδιο προκύπτει και από το γεγονός ότι η εναγόμενη μετά την πτώση της θανούσας προσέτρεξε να τη βοηθήσει αμέσως και συνέδραμε στη μεταφορά της με το ασθενοφόρο στο Νοσοκομείο.
Σύμφωνα με την κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ουδόλως προέκυψε από οποιοδήποτε αποδεικτικό μέσο ότι η εναγόμενη προέβη σε κάποια αξιόποινη πράξη που να συνδέεται αιτιωδώς με τον επελθόντα θάνατο της μητέρας της ενάγουσας που να θεμελιώνει εκ μέρους της αδικοπρακτική συμπεριφορά.
Για αυτούς τους λόγους το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και μάλιστα καταδίκασε την ενάγουσα λόγω της ήττας της στα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος εκ μέρους της τελευταίας, τα οποία όρισε στο χρηματικό ποσό των 3.000 ευρώ.
Την ενάγουσα εκπροσώπησε ο δικηγόρος κ. Κώστας Διακονής και την εναγομένη ο δικηγόρος κ. Γιώργος Λαμπαδάκης.