Τη θέση της κυβέρνησης για το στόχο, και όχι αυτοσκοπό, της αυτοδυναμίας επανέλαβε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης από το βήμα του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, με τη χαρακτηριστική διπλή επισήμανση, «Εμείς διεκδικούμε την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού, θέλουμε την αυτοδυναμία» – «δεν αποκλείουμε τις προγραμματικές συνεργασίες στη βάση ενός σχεδιασμού που θα μπορεί να είναι ωφέλιμος για τη χώρα».
Στην ίδια ομιλία, που ήταν ενταγμένη στην ενότητα «Δικαιοσύνη», ο υπουργός Επικρατείας ξεδίπλωσε ταυτοχρόνως τις μείζονες κυβερνητικές παρεμβάσεις – μεταρρυθμίσεις ως τις εθνικές εκλογές.
Αναλυτικά, «αν ένα πράγμα διακατέχει αυτήν την κυβέρνηση, είναι η θεσμική αντιμετώπιση όλων των πραγμάτων, εμείς είμαστε πραγματικά με τους θεσμούς», ήταν η εισαγωγική παρατήρηση του Γ. Γεραπετρίτη που πρόσθεσε: «Μπορεί να είναι σκοπός μας η αυτοδυναμία, αλλά η αυτοδυναμία δεν είναι αυτοσκοπός. Δεν θέλουμε την αυτοδυναμία επειδή έχουμε την πολιτική αυταρέσκεια να κυβερνούμε μόνοι μας. Η αυτοδυναμία έχει την έννοια ότι βοηθάει να υπάρχει κυβερνητική σταθερότητα -κι αυτό μπορεί να επιτευχθεί από μία σταθερή κυβέρνηση».
Εξάλλου, συνέχισε, «έχουμε δώσει δείγματα γραφής -και το εκλογικό σώμα θα μας κρίνει. Από την άλλη πλευρά, έχουμε εμπειρία από τις κυβερνήσεις συνεργασίας, δυστυχώς επώδυνη από την προηγούμενη διακυβέρνηση, μια ετερόκλητη, ανερμάτιστη εν πολλοίς, διακυβέρνηση που συντίθετο από ετερογενή πολιτικά σώματα. Εμείς διεκδικούμε την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού, θέλουμε την αυτοδυναμία. Αν ο λαός μας κατατάξει σε μια θέση που θα απαιτηθεί συνεργασία, εμείς βεβαίως και δεν αποκλείουμε τις προγραμματικές συνεργασίες στη βάση ενός σχεδιασμού που θα μπορεί να είναι ωφέλιμος για τη χώρα».
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, αφού ανέλυσε πώς μια σειρά εξωγενών παραγόντων εμπόδισαν το μεταρρυθμιστικό έργο της κυβέρνησης και αφού διαβεβαίωσε ότι «ο προγραμματισμός μας είναι για ολοκλήρωση της κυβερνητικής θητείας – εμείς με τους θεσμούς δεν πρόκειται να παίξουμε, αυτή είναι η διαφορά μας με την προηγούμενη κυβέρνηση», ο Γ. Γεραπετρίτης εξειδίκευσε τα τέσσερα επίπεδα «ριζικών μεταρρυθμίσεων, που νομίζω ότι θα αλλάξουν τη μορφή της χώρας», όπως είπε με έμφαση.
Το πρώτο επίπεδο έχει να κάνει με την παιδεία: «εντός του Μαΐου θα έχουμε το νομοσχέδιο το οποίο θα εκσυγχρονίσει την παιδεία», ειδικότερα την ανώτατη εκπαίδευση. Θα την καταστήσει, συγκεκριμένα, «εξωστρεφή, σύγχρονη, ευρωπαϊκή παιδεία, που θα είναι σε θέση να ανταγωνιστεί τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης». Στο πλαίσιο αυτό θα εκσυγχρονιστεί ο ΔΟΑΤΑΠ, όπου το σύστημα θα καταστεί πλέον αυτοματοποιημένο.
Το δεύτερο επίπεδο αφορά την «πολύ μεγάλη μεταρρύθμιση», που ακούει στο όνομα, «επιτελικό κράτος 2». Δηλαδή, την «πολυεπίπεδη, κάθετη διακυβέρνηση, στο επίπεδο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της Αποκέντρωσης. Η χώρα έχει υποφέρει από τη σώρευση πολλαπλών αρμοδιοτήτων σε διάφορα επίπεδα, πολλές φορές δεν γνωρίζουμε ποια αρμοδιότητα έχει ο Δήμος, η Περιφέρεια, το Υπουργείο, ένας αποκεντρωμένος οργανισμός. Αυτό το ξεκαθάρισμα θα γίνει σε πολύ σύντομο χρόνο έτσι ώστε να υπάρξει και ευθύνη και λογοδοσία του καθενός έναντι της αρμοδιότητάς του».
Το τρίτο επίπεδο είναι «η μεγάλη μεταρρύθμιση στο χώρο της υγείας. Ήδη αναρτήθηκε σε δημόσια διαβούλευση το νομοσχέδιο για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Ακολουθεί ο μετασχηματισμός της Δευτεροβάθμιας, δηλαδή των νοσοκομείων -και όλα αυτά στην παρούσα τετραετία, όλα αυτά είναι στον άμεσο προγραμματισμό μας».
Τέλος, «στο αμέσως προσεχές διάστημα – και όχι στη δεύτερη 4ετία – θα έρθει ένας επαναστατικός κλιματικός νόμος, από τους πρώτους στην Ευρώπη, που αποτελεί υποχρέωσή μας και έναντι των ευρωπαϊκών θεσμών».
Με αφορμή δε το ότι στη συζήτηση παρευρίσκετο η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε ότι η κυρία Σακελλαροπούλου «έχει αφιερώσει μεγάλο κομμάτι της δικής της επιστημονικής και δικαστικής διαδρομής», για να συμπληρώσει, «αυτό που διακρίνει την παρούσα κυβέρνηση είναι ότι δεν σκεπτόμαστε μόνο το αύριο, σκεπτόμαστε και το μεθαύριο και τις γενιές που δεν έχουν έλθει ακόμη. ‘Αρα, κλιματικός νόμος εντός του Μαΐου του 2022 -και όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις στην παρούσα διακυβέρνηση», συμπέρανε κλείνοντας το σχετικό κεφάλαιο της ομιλίας του.