Η επιβολή δημοτικού φόρου στις βραχυχρόνιες μισθώσεις περιλαμβάνεται μεταξύ των προτάσεων του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων στο κυβερνητικό επιτελείο για τη βραχυχρόνια μίσθωση
Παρακράτηση φόρου στις βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων, ενεργοποίηση των δημοτικών αρχών ώστε να ορίζουν το μέγιστο αριθμό ακινήτων που μπορούν να εγγράφονται στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης για την περιοχή εντός των ορίων του δήμου τους και επιβολή δημοτικού φόρου στις βραχυχρόνιες μισθώσεις περιλαμβάνονται μεταξύ των προτάσεων του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων στο κυβερνητικό επιτελείο για τη βραχυχρόνια μίσθωση.
Οι προτάσεις έρχονται σε συνέχεια της κοινής σύσκεψης στις 23 Μαρτίου και απευθύνονται προς τους κ.κ. Ακη Σκέρτσο υπουργό Επικρατείας, Βασίλη Κικίλια υπουργό Τουρισμού, Χρήστο Σταϊκούρα υπουργό Οικονομικών, Άδωνι Γεωργιάδη υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Κωνσταντίνο Χατζηδάκη υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Θεόδωρο Σκυλακάκη αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών με κοινοποίηση στους κ.κ. Θάνο Πετραλιά γενικό γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής και Γιώργο Πιτσιλή, διοικητή ΑΑΔΕ.
Ζητούμενο για τους τουριστικούς φορείς όπως άλλωστε επεσήμανε και την περασμένη Δευτέρα ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ κ. Γιάννης Ρέτσος είναι «να μην υπάρχει στρέβλωση του ανταγωνισμού και να πάψουν οι γκρίζες ζώνες λειτουργίας για τη βραχυχρόνια μίσθωση που τελικά είναι μέρος του τουριστικού προϊόντος της χώρας.
Το θέμα της βραχυχρόνιας μίσθωσης παραμένει από όλες τις κυβερνήσεις ένα θέμα με το οποίο δεν έχουν ασχοληθεί όπως θα έπρεπε. Πλέον όμως η κόκκινη γραμμή για εμάς είναι όταν χρησιμοποιείται αυτή η γκρίζα ζώνη από επαγγελματίες κι έχουμε φτάσει στο σημείο να εξαγγέλλονται από μεγάλους ομίλους επενδύσεις για καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, που όμως, παρέχουν υπηρεσίες ξενοδοχείων χωρίς τις αντίστοιχες επιβαρύνσεις, όπως ΦΠΑ, φόρος διαμονής κ.ά.».
Οι προτάσεις
Οσον αφορά λοιπόν τις προτάσεις, αφορούν προσθήκες στις υφιστάμενες διατάξεις, αλλά και νέες συμπληρωματικές. Όπως προτείνεται, μεταξύ άλλων, σε περίπτωση που «εντός του καταλύματος διεξάγεται οποιασδήποτε μορφής παροχή υπηρεσιών, τότε το ακίνητο θεωρείται τουριστικό κατάλυμα το οποίο θα πρέπει να διαθέτει Ειδικό Σήμα Λειτουργίας ή Βεβαίωση Συνδρομής Νομίμων Προϋποθέσεων (σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 4 του Ν.4276/2014). Σε αντίθετη περίπτωση το κατάλυμα σφραγίζεται και επιβάλλεται αυτοτελές διοικητικό πρόστιμο 10.000 ευρώ.
Σε περίπτωση υποτροπής το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται στο διπλάσιο και στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος. Στην περίπτωση αυτή το εισόδημα θα θεωρηθεί εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Σε περίπτωση που το σύνολο των διαμερισμάτων πολυκατοικίας ή συγκροτήματος κατοικιών εκμισθώνεται με βραχυχρόνιες μισθώσεις, τότε η εν λόγω πολυκατοικία ή συγκρότημα θεωρείται τουριστικό κατάλυμα που θα πρέπει να διαθέτει Ειδικό Σήμα Λειτουργίας ή Βεβαίωση Συνδρομής Νομίμων Προϋποθέσεων. Σε αντίθετη περίπτωση το κατάλυμα σφραγίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 7 του Ν. 4276/2014 και επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο της παραγράφου 2.1. του παρόντος».
Όπως έχουν επανειλημμένα επισημάνει οι τουριστικοί φορείς το θέμα δεν είναι οι μεμονωμένες μισθώσεις διαμερισμάτων από φυσικά πρόσωπα- ιδιοκτήτες που μπορεί να μισθώνουν την ιδιοκτησία τους για την εξασφάλιση ενός πρόσθετου εισοδήματος αλλά η οργανωμένη δραστηριότητα. Γι’ αυτό και προτείνουν «το εισόδημα που αποκτάται στο πλαίσιο απαλλάσσεται του ΦΠΑ εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: (i) ο δικαιούχος του εισοδήματος είναι φυσικό πρόσωπο και (ii) έχει καταχωρίσει μέχρι δύο (2) ακίνητα στον Α.Φ.Μ. του, εκ των οποίων το ένα από τα δύο ακίνητα θα πρέπει να έχει δηλωθεί ως ακίνητο στο οποίο ιδιοκατοικεί. Στην περίπτωση που δεν πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και σε κάθε περίπτωση που δικαιούχος του εισοδήματος είναι νομικό πρόσωπο, τότε το εισόδημα από την εν λόγω δραστηριότητα θεωρείται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα οπότε πέραν των σχετικών δεσμεύσεων της φορολογικής νομοθεσίας, στην εν λόγω συναλλαγή επιβάλλεται Φ.Π.Α.».
Οσον αφορά την προτεινόμενη παρακράτηση φόρου στις βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων ο ΣΕΤΕ ζητεί να αναφέρεται ότι:
1. Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις που συνάπτονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου 5% επί του συνολικού αντιτίμου της μίσθωσης, ο οποίος φόρος αποδίδεται στο Δημόσιο.
2. Οι ψηφιακές πλατφόρμες καθίστανται υπόχρεες στην παρακράτηση φόρου σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία. Ο φόρος αυτός βαρύνει τον μισθωτή και παρακρατείται από τις ψηφιακές πλατφόρμες οι οποίες υποχρεούνται στην απόδοση ποσοστού 5% υπερ του Δημοσίου.
3. Οι υπόχρεες σε καταβολή του παρακρατούμενου φόρου πλατφόρμες, υποβάλλουν την προβλεπόμενη από την κείμενη νομοθεσία δήλωση, μέσω της ηλεκτρονικής εφαρμογής «TAXISnet» του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, εφόσον υπόκεινται σε Φ.Π.Α. ταυτόχρονα με την υποβολή δήλωσης Φ.Π.Α. ή αν δεν υπόκεινται σε Φ.Π.Α. το αργότερο μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ημερομηνία καταβολής της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής. Ο τρόπος υλοποίησης της ως άνω διαδικασίας, καθώς και κάθε λεπτομέρεια για την είσπραξη των τελών μέσω αυτής καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, ύστερα από γνώμη της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, μέσα σε τρεις μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
4. Σε περίπτωση που ηλεκτρονική πλατφόρμα, δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου επιβάλλονται τα αντίστοιχα πρόστιμα που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
5. Σε περίπτωση που ο κύριος φόρος είναι μικρότερος από τον παρακρατηθέντα φόρο απαγορεύεται ο συμψηφισμός του παρακρατηθέντος φόρου με τον κύριο φόρο.
Ως προς την προτεινόμενη ρύθμιση για το μέγιστο αριθμό ακινήτων που προφανώς αποσκοπεί στο να μετριασθούν τα προβλήματα στέγασης και υψηλών ενοικίων που είχαν παρατηρηθεί ειδικά προ της πανδημίας σε πολύ δημοφιλείς τουριστικές περιοχές:
1.Οι ΟΤΑ Α’ βαθμού δύνανται μετά από απόφαση του δημοτικού συμβουλίου τους, η οποία θα αιτιολογείται με βάση σχετική επιστημονική μελέτη, να ορίσουν τον μέγιστο αριθμό ακινήτων που μπορούν να εγγράφονται στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης για την περιοχή εντός των ορίων του δήμου τους. Η απόφαση του δημοτικού συμβουλίου και η σχετική μελέτη θα πρέπει να ανανεώνονται ανά έτος.
2. Οι ΟΤΑ Α’ βαθμού, που αποφασίζουν να προβούν στον περιορισμό της παρ. 1 αυτού του άρθρου οφείλουν να κοινοποιούν την σχετική απόφασή τους στην Α.Α.Δ.Ε., η οποία με εσωτερικό ελεγκτικό σύστημα δεν θα αποδέχεται την υποβολή υπεράριθμων ακινήτων στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης.
3. Σε περίπτωση που με απόφαση δημοτικού συμβουλίου καθοριστεί ο μέγιστος αριθμός ακινήτων, που μπορούν να εγγράφονται στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης για την περιοχή εντός των ορίων του Δήμου τους, και ο υφιστάμενος αριθμός των ακινήτων είναι μεγαλύτερος του μέγιστου προβλεπόμενου αριθμού, τότε η Α.Α.Δ.Ε. δε θα επιτρέπει καμία επιπλέον υποβολή μίσθωσης στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης για την περιοχή εντός των ορίων του δήμου αυτού.
Τέλος, προτείνεται και η επιβολή δημοτικού φόρου στις βραχυχρόνιες μισθώσεις που συνάπτονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών υπέρ των ΟΤΑ Α’ βαθμού, με την ονομασία «φόρος βραχυχρόνιων μισθώσεων», προφανώς με στόχο να υπάρχει ένα είδος ανταπόδοσης στους δήμους, ειδικά μάλιστα για τις περιοχές εκείνες που υφίστανται μεγάλη επιβάρυνση στις υποδομές στο peak της σεζόν. Ο φόρος βραχυχρόνιας μίσθωσης βαρύνει τον μισθωτή, επιβάλλεται κατά την ηλεκτρονική αποπληρωμή της μίσθωσης μέσω της πλατφόρμας, η οποία τον αποδίδει στη φορολογική διοίκηση με μηνιαίες δηλώσεις και μετά αποδίδεται από τη φορολογική διοίκηση στον ΟΤΑ Α’ βαθμού της περιοχής εντός της οποίας βρίσκεται το ακίνητο. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του φόρου βραχυχρόνιας μίσθωσης, τα πρόσωπα που είναι υπόχρεα στην απόδοση του φόρου, ο χρόνος και η διαδικασία επιβολής και απόδοσής του, το περιεχόμενο, η διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
4. Ο δικαιούχος ΟΤΑ Α’ βαθμού δεν διενεργεί έλεγχο των στοιχείων εισπράξεων εκ διανυκτερεύσεων, αρκούμενος στον από του Δημοσίου έλεγχο των στοιχείων εισπράξεως.
Πηγή newmoney.gr