Xρηματική αποζημίωση συνολικού ύψους 60.000 ευρώ διεκδικεί από μια 17χρονη, κάτοικος ακριτικού νησιού, επικαλούμενος ότι προσέβαλε την προσωπικότητά του ισχυριζόμενη σε μήνυσή της ότι την παρενόχλησε σεξουαλικώς.
Με την ίδια αγωγή, που υποβλήθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, ο ενάγων ζητά να υποχρεωθεί η εναγόμενη να δημοσιεύσει την απόφαση σε δύο διαδικτυακές και σε μια τοπική εφημερίδα της Ρόδου και να απαγγελθεί σε βάρος της προσωπική κράτηση ενός έτους.
Ο ενάγων εργάζεται ως υπάλληλος του ΟΤΕ σε ένα μικρό νησί σε μια κοινωνία μικρή και κλειστή στην οποία τα νέα διαδίδονται με ταχύτητα φωτός.
Όπως υποστηρίζει στην αγωγή του, διατηρούσε πολύ καλές φιλικές σχέσεις με τον πατέρα της εναγομένης.
Για την εναγομένη και θυγατέρα του φίλου του, όπως διατείνεται, είχε ακούσει διάφορα σχόλια, που όπως είναι γνωστό, διαδίδονται εύκολα στα μικρά μέρη και συγκεκριμένα ότι συναναστρέφεται με άτομα, που δε θεωρούνται υποδείγματα ηθικής, ήτοι άτομα κακόφημα, ότι κάπνιζε, παρά το νεαρό της ηλικίας της και γενικά ότι η συμπεριφορά της δεν ήταν αυτή που αρμόζει σε ένα κορίτσι της ηλικίας της και μάλιστα προερχόμενο από μία καλή οικογένεια.
Θέλοντας, όπως ισχυρίζεται, να προστατεύσει τόσο την ίδια, όσο και την οικογένειά της, από το να γίνονται βορά στα σχόλια του καθενός, που τους «κουτσομπόλευαν» πίσω από την πλάτη τους και προκειμένου να αποφύγει να μιλήσει απευθείας στον πατέρα της, για να μην την τιμωρήσει, θέλησε να μιλήσει στην ίδια, να την συμβουλεύσει και να την προτρέψει να σταματήσει τις κακές συνήθειες και τις άσχημες συναναστροφές.
Έτσι, όπως υποστηρίζει, βρήκε την ευκαιρία, ένα απόγευμα. Προθυμοποιήθηκε συγκεκριμένα να τη μεταφέρει με το δικό του αυτοκίνητο στο σπίτι από το χώρο εργασίας του πατέρα της, για να μην περιμένει, ώστε να βρει και το χρόνο να της μιλήσει (η ίδια ισχυρίστηκε ότι της έκανε άσεμνες χειρονομίες και νοήματα ότι θα την σκοτώσει).
Σε όλη τη διαδρομή, όπως περιγράφει ο ενάγων, της εξηγούσε όσα άκουσε να λέγονται γι’ αυτήν και τους υπαινιγμούς, που αφήνει ο κόσμος για την οικογένειά της και την παρακάλεσε να σκεφτεί λογικά και να αποκοπεί τόσο από τις κακές συνήθειές της, όπως το κάπνισμα, όσο και από τις άσχημες παρέες, με τις οποίες συναναστρεφόταν.
Εκείνη έδειχνε να αντιδρά και για το λόγο αυτό σταμάτησε κάποια στιγμή το αυτοκίνητο, ώστε να της τα επαναλάβει, μήπως και καταφέρει να τη συνετίσει. Όπως υποστηρίζει λόγω και της εφηβείας και του αντιδραστικού της πνεύματος, θύμωσε προφανώς, και θέλησε να τον εκδικηθεί.
Ο ενάγων ισχυρίζεται ότι επιστρέφοντας σπίτι, υποκρίθηκε την ταραγμένη και σοκαρισμένη και αφού προκάλεσε έντονη ανησυχία στους γονείς της, την επομένη «εξομολογήθηκε» στη μητέρα της ότι «τάχα» την παρενόχλησε σεξουαλικά, κατά τη διάρκεια της διαδρομής προς το σπίτι της.
Ισχυρίσθηκε ότι προσπαθούσε για ώρα να απομακρύνει τη τσάντα που είχε στα πόδια της, με σκοπό να της πιάσει το πόδι, το οποίο και τελικά έπραξε με βίαιο και απότομο τρόπο.
Στη συνέχεια υποστήριξε ότι την έπιασε με βίαιο τρόπο από το λαιμό και τη φίλησε στο στόμα παρά τη θέλησή της, ενώ της έκανε ερωτική εξομολόγηση, λέγοντάς της ότι είναι πολύ καιρό ερωτευμένος μαζί της, και ότι ονειρεύεται να βρεθεί μαζί της.
Η μητέρα της άσκησε σε βάρος του έγκληση την οποία ο ενάγων χαρακτηρίζει «σενάριο επιστημονικής φαντασίας ή καλύτερα της νοσηρής φαντασίας μίας έφηβης».
Ισχυρίζεται ακόμη ότι θέλησε να κερδίσει και χρήματα από αυτή την ιστορία, ασκώντας σε βάρος του αγωγή με την οποία αξιώνει για χρηματική ικανοποίηση ποσό 50.000 ευρώ.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Μηνάς Τσέρκης.