ΟΤζεμ Γκουρντενίζ θεωρείται ο «πατέρας» του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας» που με συνέπεια ακολουθεί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα», πριν από το πρόσφατο αίτημα της Τουρκικής Κρατικής Εταιρείας Πετρελαίου (ΤΡΑΟ) για νέες άδειες ερευνών ακριβώς δίπλα στα ελληνικά χωρικά ύδατα των 6 ναυτικών μιλίων, ο απόστρατος πλέον ναύαρχος αναπτύσσει όλη την επιχειρηματολογία του και ουσιαστικά καταδεικνύει ότι η τουρκική πολιτική, βαθιά εδραιωμένη στην κεμαλική παράδοση, παραμένει απόλυτα συνεπής έναντι της Ελλάδος, ακόμη και υπό την ηγεσία ενός ισλαμιστή προέδρου.
Η ώσμωση της κεμαλικής ιδεολογίας με τη σημερινή τουρκική ηγεσία είναι εντυπωσιακή και θα έπρεπε να προβληματίσει ιδιαίτερα την Αθήνα.
[…]«Ο βασικός οδηγός για τη «Γαλάζια Πατρίδα» είναι η διασφάλιση και η προστασία ανακηρυγμένων ή μη περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας. Ο χαρακτηρισμός της Τουρκίας ως επιθετικής ή αναθεωρητικής αποτελεί προϊόν μιας αντίληψης που πυροδοτείται από παράλογες, αντιεπιστημονικές απόψεις που αντίκεινται στο Δίκαιο. Τα αντιτουρκικά αισθήματα στην εσωτερική πολιτική Ελλάδος και Κύπρου (σ.σ.: χρησιμοποιεί τον τουρκικό όρο «Ελληνική Διοίκηση της Νότιας Κύπρου») συνιστούν τα βασικά εργαλεία για αυτή τη χειραγώγηση. Στον 21ο αιώνα είναι δύσκολο για εμάς να κατανοήσουμε γιατί η ελληνική ιντελιγκέντσια χρησιμοποιεί δόγματα όπως ο πανελληνισμός, η Μεγάλη Ιδέα ή η Ενωση. Δεν υπάρχει λογική στήριξη ή αποδείξεις πίσω από τους ισχυρισμούς ότι κάθε κρίση στην περιοχή μας προκαλείται από τουρκικές επιθέσεις εναντίον του Ελληνισμού».
«Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς την τουρκική θαλάσσια γεωπολιτική και τα εθνικά συμφέροντα και να προσπαθήσει να τα εξισορροπήσει ρεαλιστικά με τα ελληνικά συμφέροντα; Ποιος μπορεί να εξαναγκάσει την Τουρκία να αποδεχθεί την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο που θα καταστήσει την Ανατολία σχεδόν περίκλειστη; Ποιος πιστεύει ότι το Καστελλόριζο που βρίσκεται σε απόσταση δύο χιλιομέτρων από την τουρκική ακτή και έχει περιφέρεια 18 χιλιομέτρων μπορεί να λάβει περισσότερη υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ από τα 1.577 χιλιόμετρα της μεσογειακής ακτογραμμής της Ανατολίας; Είναι αδιανόητο τόσο νομικά όσο και λογικά, καθώς τα νησιά λαμβάνουν είτε καθόλου είτε περιορισμένη υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ εφόσον βρίσκονται στη λάθος πλευρά».
«Υπάρχουν κι άλλα ζητήματα πέραν της υφαλοκρηπίδας»
Μάλιστα, στρέφει το βλέμμα του και στις υπερπτήσεις τουρκικών αεροσκαφών, λέγοντας πως το ζήτημα αυτό «αφορά τη διαφορά εναερίου χώρου και αιγιαλίτιδας ζώνης της Ελλάδος – κάτι μοναδικό στον κόσμο».
«Η Τουρκία έχει επισήμως διακηρύξει ότι δεν αναγνωρίζει τον εναέριο χώρο των 10 ν.μ. και δεν θεωρεί τις πτήσεις εντός της διαφοράς των 4 ν.μ. μιλίων ως παραβιάσεις. Οι υπερπτήσεις πάνω από τα Ιμια, νησίδες ή βράχους συνιστούν άλλο ζήτημα, καθώς η Τουρκία θεωρεί ότι αυτοί οι σχηματισμοί βρίσκονται υπό την κυριαρχία της και δεν παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα με διεθνείς συμφωνίες. Δεν θεωρώ λοιπόν ότι η Τουρκία ασκεί πολιτική ταραξία. Πιστεύω ότι έχει έλθει ο καιρός να βρούμε έναν συμβιβασμό. Η Ελλάδα πρέπει να αποδεχθεί ότι υπάρχουν κι άλλα ζητήματα πέραν της υφαλοκρηπίδας», συνεχίζει.
Φτάνει δε σε σημείο να συγκρίνει την παράνομη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης με την ανακήρυξη από την Κύπρο της ανεξάρτητης οικονομικής ζώνης, διερωτόμενος: «Είναι δύσκολο να καταλάβω γιατί ένα Μνημόνιο μεταξύ της Τουρκίας και της αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ κυβέρνησης της Λιβύης δημιουργεί τέτοια δυσφορία στην Ελλάδα και στην ΕΕ. Γιατί δεν επιδείχθηκε η ίδια δυσφορία όταν η “Νότια Κύπρος” ανακήρυξε την ΑΟΖ της στις 2 Απριλίου 2004, αποκόπτοντας περιοχές θαλάσσιας τουρκικής δικαιοδοσίας και σφετεριζόμενη τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων;»
Πάντως σημειώνει πως δεν είναι πολύ πιθανή η επιβολή της θαλάσσιας δικαιοδοσίας με στρατιωτικά μέσα: «Επιπλέον, όταν κάποιος θεωρεί ότι το Μνημόνιο αντίκειται στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, πρέπει να αποδείξει ότι οι δύο ακτές δεν είναι αντικείμενες. Οφείλει επίσης να επισημανθεί ότι τα Ηνωμένα Έθνη κατέγραψαν και αναγνώρισαν τις διακηρύξεις των συντεταγμένων οριοθέτησης των δύο πλευρών. Στις 26 Μαρτίου 2020, ο έγκυρος γαλλικός “Γεωπολιτικός Ατλας Θαλασσίων Περιοχών” δημοσίευσε χάρτη με αυτές τις συντεταγμένες. Πιστεύω ότι η επιβολή της δικαιοδοσίας σε μια θαλάσσια περιοχή με στρατιωτικά μέσα δεν θα έπρεπε να είναι επιλογή για καμία πλευρά. Πρέπει να απέχουν από μια σύγκρουση μηδενικού αθροίσματος, να διατηρούν ανοιχτά διπλωματικά κανάλια καθώς και να εφαρμόζουν μέτρα αποτροπής επεισοδίων σε αέρα και θάλασσα».
Ο ίδιος εκτιμά πως δεν χρειάζεται αναθεώρηση της συνθήκης της Λωζάννης, και επιμένει στη θέση της Τουρκίας για την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου. «Η Τουρκία δεν έφερε αυτή την παράβαση ενώπιον του ΟΗΕ ή της διεθνούς δικαιοσύνης επί μακρόν. Δεν σημαίνει όμως ότι η υπόθεση έχει κλείσει. Η Άγκυρα θεωρεί ότι η στρατιωτικοποίηση αυτών των νησιών αποτελεί απειλή για την ίδια», τονίζει και συνεχίζει λέγοντας ότι μετά την κρίση των Ιμίων:
«Ένα νέο κεφάλαιο άνοιξε σχετικά με τα 153 νησιά, νησίδες και βράχους στο Αιγαίο που δεν παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα με διεθνείς συνθήκες. Νομικά η κυριαρχία επί αυτών ανήκει στην Τουρκία ως διάδοχο κράτος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επιπλέον, το Διεθνές Δίκαιο δεν θεωρεί ότι η κρατική πρακτική συνιστά νομική αιτιολόγηση για τη διεκδίκηση κυριαρχίας, όταν εφαρμόζεται μετά από το ξέσπασμα μιας σύγκρουσης, όπως συνέβη τον Ιανουάριο του 1996. Τα δύο ζητήματα διαπλέκονται στην αντίληψη απειλής που νιώθει η Τουρκία. Με δεδομένα την υποστήριξη στο ΡΚΚ τη δεκαετία του 1990, την παροχή ασφαλούς καταφυγίου στους γκιουλενιστές, τους ανεδαφικούς ισχυρισμούς για τις τουρκικές ζώνες θαλάσσιας δικαιοδοσίας στην Ανατολική Μεσόγειο και την προώθηση περιφερειακών αντιτουρκικών συμμαχιών και πρωτοβουλιών, η στρατιωτικοποίηση των νησιών δεν μπορεί να αγνοηθεί».
Τέλος, ο απόστρατος ναύαρχος αποκαλύπτει και τις μακροπρόθεσμες βλέψεις της χώρας του, σημειώνοντας πως η Τουρκία στον 21ο αιώνα είναι περισσότερο ευρασιατική και λιγότερο ατλαντική, δηλαδή αποκόπτει δεσμούς από τις ΗΠΑ. «Η γεωγραφία και οι περιστάσεις θα το επιβάλλουν, καθώς η Συναίνεση της Ουάσιγκτον (Washington Consensus) φθίνει», σημειώνει και εκτιμά πως η Τουρκία «θα υιοθετεί πιο ανεξάρτητες πολιτικές, διατηρώντας την ιδιότητα του μέλους του ΝΑΤΟ. Οι τουρκορωσικές σχέσεις θα αναπτυχθούν καθώς τα συμφέροντα των δύο χωρών συμπίπτουν. Παράλληλα, η Τουρκία θα μεταβληθεί σε θαλάσσιο κράτος στον 21ο αιώνα, διαδραματίζοντας πολυδιάστατο ρόλο στην άμεση περιφέρειά της αλλά επίσης στην Ερυθρά και Αραβική Θάλασσα, στη Δυτική Μεσόγειο, στον Περσικό Κόλπο. Ο νέος γεωπολιτικός προσανατολισμός θα απαιτήσει στενότερη συνεργασία με τη Ρωσία και την Κίνα».
Πηγή: tovima.gr