Συνεντεύξεις

Αγγελος Φλαμπουριάρης, 19 χρονών εθελοντής: «Γιατί ρε φίλε να καεί η Ρόδος μας, το σπίτι μας..;»

Ο 19χρονος Αγγελος Φλαμπουριάρης είναι ένας από τους χιλιάδες εθελοντές που βρέθηκαν στα μέτωπα της πυρκαγιάς δίνοντας μάχη με τις φλόγες.
Τι ωθεί ένα παιδί 19 χρονών να τρέξει στα μέτωπα της πυρκαγιάς χωρίς να έχει ιδέα τι θα αντιμετωπίσει; Πώς παίρνει την απόφαση να πάρει έναν πυροσβεστήρα και νερό και να πάει μόνος του να βοηθήσει το νησί του; Πού βρήκε την δύναμη να επιχειρεί κάθε βράδυ, τα πρωινά να πηγαίνει στη δουλειά και να ξεκλέβει ελάχιστες ώρες για ύπνο; Ποια είναι η απάντηση της γενιάς των τάμπλετ και των κινητών τηλεφώνων σε όλους εκείνους που την κατηγορούν για αδράνεια και παθητικότητα; Τι κράτησε από τις ημέρες που επιχειρούσε μαζί με άλλους εθελοντές στις φωτιές και τι δεν θα ξεχάσει;
Ο 19χρονος Αγγελος δίνει απαντήσεις σε όλα αυτά και σε ακόμα περισσότερα ερωτήματα στη συνέντευξή μας σήμερα στη «δημοκρατική».
• Για τη φωτιά πότε ενημερώθηκες;
Είχα ακούσει ότι έπιασε φωτιά αλλά ως την τρίτη ημέρα περίπου δεν ασχολήθηκα. Γιατί δεν είναι δουλειά μου κιόλας να ασχοληθώ και ούτε πίστευα ότι θα χρειαζόταν η βοήθειά μου. Θεώρησα ότι είναι μια φωτιά που θα σβήσει.
• Και πώς αποφάσισες να πάρεις την απόφαση να πας ως εθελοντής στη φωτιά;
Την τρίτη ημέρα, είδα ότι η φωτιά άρχισε να μεγαλώνει. Είδα από το διαδίκτυο ότι είχαν ήδη πάει εθελοντές και αποφάσισα να πάω για να βοηθήσω κι εγώ.


• Στους γονείς σου τι είπες;
Δεν είπα τίποτα, την πρώτη φορά πήγα μόνος μου με τη μηχανή μου. Εκανα περιπολίες. Πήρα έναν πυροσβεστήρα και μερικά νερά μαζί μου και ξεκίνησα.
• Σε ποια περιοχή πήγες πρώτα;
Πήγα προς Προφήτη Ηλία αρχικά εκείνη την ημέρα. Μετά Απόλλωνα. Μετά πήγα προς Πεταλούδες, Ψίνθο. Εκανα περιπολίες εκεί.
• Μόνος σου;
Ναι, μόνος μου εκείνη την ημέρα.
• Οι γονείς σου πότε έμαθαν ότι είσαι εθελοντής στη φωτιά;
Πέρασε η ώρα και με πήρε τηλέφωνο η μητέρα μου και της το είπα. Ανησύχησε, μου είπε να προσέχω. Ετσι το έμαθαν. Την επόμενη ημέρα πήγα στη φωτιά, προς Ασκληπειό.
• Πάλι μόνος σου;
Όχι. Είδα μια ανάρτηση στο facebook από έναν άνθρωπο που έλεγε ότι φεύγει από Ιαλυσό για τις φωτιές για να πάει να βοηθήσει και του ζήτησα να με πάρει κι εμένα μαζί. Ο άνθρωπος αυτός είχε φορτηγό, μετέφερε νερό. Πήγαμε μαζί προς Μάσαρη. Γεμίσαμε νερό και περιμέναμε στη Μαλώνα. Περνούσε η ώρα και είδαμε ότι δεν χρειαζόμασταν εκεί οπότε φύγαμε και πήγαμε προς Ασκληπιειό, ήταν η ημέρα που μπήκε η φωτιά μέσα στο χωριό.
• Ποια ήταν η πρώτη εικόνα που είδες;
Δεν είχα ξαναδεί, τόσα καμένα. Τόσο μαύρο. Λέω, γιατί; Όπως πηγαίναμε από Πυλώνα, Λάρδο και πηγαίνοντας προς Λάερμα ήταν όλα καμένα. Μετά φτάσαμε στο Ασκληπιειό, εκεί στα χωράφια αρχικά. Προτού ακόμα μπει μέσα η φωτιά. Και εκεί βρήκαμε κι άλλους εθελοντές.
• Εκεί συνάντησες τον μπαμπά σου, που ήταν επίσης εθελοντής στις φωτιές;
Όχι, ο μπαμπάς μου ήταν σε άλλο μέτωπο, δεν ήξερε και πού είμαι εγώ. Δεν είχαμε σήμα εκεί που ήμασταν.

• Ηρθε στιγμή που φοβήθηκες;
Δεν έχεις χρόνο να φοβηθείς στη φωτιά. Προσπαθείς να σβήσεις ό,τι μπορείς. Δεν ήταν φόβος, ήταν απογοήτευση γι’ αυτό που έβλεπα. Σκεφτόμουν «γιατί τώρα είμαι εδώ, γιατί φτάσαμε ως εδώ; Δεν έπρεπε να είμαι εδώ, δεν έπρεπε να καίγεται το νησί».
• Πόσες μέρες έμεινες στη φωτιά;
Ουσιαστικά από την τρίτη μέρα, μέχρι να σβήσει. Πήγαινα έκανα ένα μπάνιο, κοιμόμουν κάποιες φορές μια δύο ώρες και μετά πήγαινα στη δουλειά. Μετά πάλι στη φωτιά. Επαιρνα το βανάκι και τα εργαλεία του πατέρα μου. Πήρα και δεξαμενές νερού πλάτης μαζί. Ανέβασα ένα στόρυ στο Instagram όταν έφευγα με το βανάκι και ήρθε ένα παιδί μαζί μου. Την επόμενη ημέρα ήρθε και ο κολλητός μου. Δεν μπορούσα να είμαι στο σπίτι και να ξέρω ότι η φωτιά καίει. Ακόμα και την τελευταία μέρα που ένιωθα εξάντληση από την κούραση, έκανα περιπολίες κοντά στο σπίτι μου.
• Σας είδαμε και στα μέτωπα της φωτιάς.
Και στα μέτωπα και όπου μπορούσαμε να βοηθήσουμε. Να κρατάμε μάνικες, να σβήνουμε καντηλάκια, να κουβαλάμε νερό. Ο,τι έπρεπε να γίνει και όπου χρειάζονταν χέρια. Με τον κολλητό μου, όπως περνούσαμε από το Φράγμα του Γαδουρά, είδαμε μεγάλες φλόγες από αναζωπύρωση, από τα καντηλάκια. Δεν ήταν κανείς εκεί. Μόνο αεροπλάνα περνούσαν από πάνω μας πηγαίνοντας όμως σε άλλα μέτωπα για να ρίξουν νερό. Αλλά οι φλόγες ήταν τεράστιες. Ημασταν οι δυο μας. Κατεβήκαμε και αρχίσαμε να ρίχνουμε νερό με τις δεξαμενές πλάτης. Είχαμε μαζί μας φτυάρι και τσεκούρι. Ειδοποιήσαμε και την πυροσβεστική. Η φωτιά μεγάλωνε. Σβήναμε ό,τι μπορούσαμε, όπως μπορούσαμε. Μετά έπεσε ο ήλιος, τελείωσε και το νερό που είχαμε. Δεν είχαμε φακούς. Κι έτσι έπρεπε να φύγουμε. Πήγαμε Λάερμα και μετά Λάρδο. Ξεκουραστήκαμε καμία ώρα και μετά πάλι στη φωτιά. Γυρίσαμε πίσω, σβήναμε ό,τι βλέπαμε από καντηλάκια προς Θάρρι. Μου έστειλε μήνυμα ο πατέρας μου την τοποθεσία που βρισκόταν και πήγαμε εκεί. Μετά πήγαμε προς Απόλλωνα και Πλατάνια με ένα αγροτικό. Αφήσαμε το βανάκι, ανεβήκαμε στην καρότσα και πήγαμε στο μέτωπο της φωτιάς. Και εκεί ήταν πάρα πολύς κόσμος. Εμείς μπήκαμε μέσα σε μια χαράδρα για να κρατάμε τις μάνικες, να φτάσει το νερό στη φωτιά. Δεν μας ένοιαζε. Ηταν δύσκολα, γλιστρούσαμε, πέφταμε, είχε στάχτες παντού. Ηταν μεγάλη η χαράδρα και απότομη. Αλλά δεν έφυγε κανείς. Ολες αυτές τις μέρες, είχαμε δεξαμενές πλάτης, μπιτόνια με νερό και μάσκες. Πηγαίναμε όπου μπορούσαμε να βοηθήσουμε.


• Σε ποια περιοχή αυτά;
Κοντά στα Πλατάνια. Εκεί είδα και το πιο μεγάλο μέτωπο της φωτιάς.
• Ούτε εκεί φοβήθηκες; Δεν είχες ξαναπάει σε φωτιά.
Δεν υπήρχε χρόνος ούτε να φοβηθούμε ούτε να σκεφτούμε. Χρειάζονταν χέρια εκείνη την ώρα.
• Είχε κι άλλους εθελοντές εκεί στην ηλικία σου;
Ναι, είχε.
-Η γενιά του τάμπλετ και του κινητού τηλεφώνου, λοιπόν, ήταν στο μέτωπο της πυρκαγιάς.
Ναι. Ετσι μας λένε. Ότι είμαστε η γενιά που δεν κάνει τίποτα. Ότι καθόμαστε μόνο, διασκεδάζουμε έξω και παίζουμε play station και με τα κινητά μας. Αλλά εμείς ήμασταν εκεί, στη φωτιά. Όχι όλοι, πολλοί. Αλλά και από άλλες ηλικίες, δεν ήταν όλοι. Ηταν όμως πολλοί.
• Σε εκείνους που σας κατηγορούν ότι είστε η γενιά που δεν κάνει τίποτα, τι έχεις να πεις;
Δεν θέλω να πω κάτι. Ούτε έχουμε να αποδείξουμε κάτι. Εμείς προτιμήσαμε να πάμε στη φωτιά να βοηθήσουμε από το να είμαστε στο σπίτι μας ή έξω. Εμείς σκεφτήκαμε τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε το νησί μας που καιγόταν.
• Φίλοι σου που δεν ήταν στη φωτιά, επικοινωνούσαν μαζί σου να δουν τι κάνεις, πώς είσαι;
Ναι, πολλοί αλλά δεν είχα χρόνο να απαντάω. Ούτε και σήμα. Πολλοί μου έστελναν όταν η φωτιά πια μεγάλωσε, για να έρθουν να βοηθήσουν κι εκείνοι αλλά δεν μπορούσα να γυρίσω πίσω να τους πάρω.
• Αν χρειαζόταν θα το ξανάκανες; Την πρώτη φορά δεν ήξερες πού πήγαινες και τι θα αντιμετωπίσεις. Τώρα που ξέρεις, θα ξαναπήγαινες;
Ναι, βέβαια.
• Με τους γονείς σου πώς επικοινωνούσες;
Η μητέρα μου με έπαιρνε μια φορά το βράδυ να δει αν είμαι καλά και μου έλεγε να προσέχω. Και με τον πατέρα μου μιλούσαμε να δούμε πού ήταν ο ένας και πού άλλος στη φωτιά.

• Στην πορεία διαμαρτυρίας πήγες;
Όχι δεν πήγα. Αλλά χάρηκα που είχε κόσμο. Όμως δεν συμφωνώ με τα επεισόδια.
• Τι έχεις κρατήσει από τις μέρες της φωτιάς, τι σου έχει μείνει;
Προβληματισμός. Σε χαλάει ως άνθρωπο να βλέπεις τα μέρη που πήγαινες μέχρι χθες βόλτα με τις μηχανές και περνούσες καλά, να είναι καμένα. Να καίγονται το ένα μετά το άλλο. Η χειρότερη εικόνα που έχουν αντικρίσει τα μάτια μου ήταν όταν είδα ένα καμένο μικρό ελαφάκι στην άκρη του δρόμου, στο Ασκληπειό. Γιατί ρε φίλε να γίνεται αυτό; Τώρα που είμαι στο σπίτι, πολλές φορές βλέπω ότι ξεσπάνε φωτιές από δω και από ΄κει. Ολη αυτή η ένταση της φωτιάς βγαίνει τώρα. Νομίζω ότι ξεσπάνε φωτιές παντού και γυρνάω να δω.
• Είσαι θυμωμένος με όλα αυτά που έγιναν;
Θυμωμένος, όχι δεν είμαι. Απογοήτευση έχω μόνο και ένα γιατί. Γιατί να γίνει αυτό. Γιατί κάηκε η Ρόδος μας, το σπίτι μας; Κι αν φταίνε εμπρηστές γιατί δεν τους έπιασαν;

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου