Στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου επέστρεψε γι’ ακόμη μία χρονιά η ανάγκη για θέσπιση μιας νέας πολιτικής στην εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Η ανακοίνωση των βάσεων και τα απογοητευτικά αποτελέσματα υποψηφίων που, αν και παρέδωσαν ακόμα και λευκή κόλλα, πέτυχαν την εισαγωγή τους σε πανεπιστημιακά τμήματα, επανέφερε το ζήτημα στην επικαιρότητα με την υπουργό Παιδείας, Νίκη Κεραμέως, να εξαγγέλλει αλλαγές.
Η ανωτατοποίηση τμημάτων ΤΕΙ, η επέκταση του κατακερματισμού του ακαδημαϊκού χάρτη και η διατήρηση του υψηλού αριθμού εισακτέων με αποτέλεσμα να εισάγεται το 80%-90% των υποψηφίων ανεξαρτήτως επιδόσεων είναι μερικά από τα αίτια που οδήγησαν στα φετινά αποτελέσματα. Οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες και η υγειονομική κρίση συνέβαλαν στην ένταση του φαινομένου των τελευταίων χρόνων.
Η κ. Κεραμέως υπενθύμισε ότι είχε προγραμματίσει για φέτος τη μείωση αριθμού των εισακτέων με την επέλαση της πανδημίας να ανατρέπει τελικά τους σχεδιασμούς της, ενώ έθεσε και το ζήτημα της βάσης εισαγωγής σε μάθημα που θα επιλέξει το κάθε τμήμα.
Τρεις πρυτάνεις μιλούν στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής για τα αποτελέσματα των φετινών βάσεων, υπενθυμίζουν το πάγιο αίτημά τους για μείωση του αριθμού εισακτέων και ζητούν συγκεκριμένη κυβερνητική πρόταση, ώστε να ξεκινήσει ο διάλογος μεταξύ της Πολιτείας και των Ιδρυμάτων για αλλαγές στο σύστημα εισαγωγής.
ΧΡΥΣΗ ΒΙΤΣΙΛΑΚΗ (Πρύτανης Πανεπιστημίου Αιγαίου): «Συνολική αναθεώρηση του συστήματος»
Η εισαγωγή στα πανεπιστήμια δεν προκύπτει πλέον με βάση τα κριτήρια αριστείας και της ποιότητας ενός τμήματος αλλά βάσει συγκυριών όπως οικονομικές ή υγειονομικές. Οι γονείς εν πλήρει απουσία ενημέρωσης όσον αφορά στην επαγγελματική εκπαίδευση στρέφονται στα πανεπιστήμια. Επιχαίρουμε ότι κοντά στο 80% των παιδιών που δίνουν εξετάσεις εντάσσονται σε ένα πανεπιστημιακό τμήμα, όμως από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι η εισαγωγή πλέον γίνεται με πολύ χαμηλές βάσεις. Πρέπει να αναθεωρήσουμε συνολικά το σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και το σύστημα της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης που βγάζει αποφοίτους που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις εξετάσεις.
Το Πανεπιστήμιο Αιγαίου εδώ και χρόνια υπηρετεί την ακαδημαϊκή αριστεία και έχει βγει πρώτο στην εξωτερική αξιολόγηση των πανεπιστημίων, με τους αξιολογητές να έχουν θαυμάσει τον τρόπο που προάγουμε αριστεία σε έναν τόσο δύσκολο χώρο, καθώς έχουμε τμήματα σε έξι νησιά. Αυτή η ιδιαιτερότητα του πανεπιστημίου δημιουργεί προβλήματα, καθώς για την ελληνική οικογένεια τα τμήματά μας είναι δυσπρόσιτα.
Δυστυχώς, οι βάσεις εισαγωγής δεν αντικατοπτρίζουν την ακαδημαϊκή αριστεία αλλά εκφράζουν μια πολιτική πληθωρισμού νεοεισερχομένων και νέων τμημάτων, πολιτική που εκφράστηκε από τις ενέργειες της προηγούμενης κυβέρνησης. Το Πανεπιστήμιο Αιγίου έχει επωμιστεί όλα τα προβλήματα που «σκάνε» κυριολεκτικά στις ακτές της Ευρώπης και της Ελλάδας. Πρέπει να γίνει απομείωση του αριθμού των εισακτέων και όχι να μας στέλνουν δύο και τρεις φορές παραπάνω φοιτητές από αυτούς που αντέχουν οι υποδομές μας. Η δημιουργία φοιτητικών εστιών είναι ευχής έργον, όμως η υλοποίησή τους θα μπορούσε να κρατήσει αρκετό καιρό. Να επιδοτηθούν τα παιδιά για τη μετακίνησή τους, για το ενοίκιο σε παραμεθόριες περιοχές και να ληφθούν κι άλλα μέτρα, ώστε να στηριχτούν οι φοιτητές και οι οικογένειές τους που επιλέγουν ένα πανεπιστήμιο που εργάζεται για την αριστεία.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΟΥΛΟΥΡΗ (Πρύτανης Παντείου Πανεπιστημίου): «Αντικείμενο διαλόγου ο βαθμός εισαγωγής»
Αντιστρέφω το ερώτημα για το γιατί ένα παιδί περνάει με βαθμό «3» σε πανεπιστήμιο και ρωτάω πώς αυτό το παιδί λαμβάνει το απολυτήριό του από το λύκειο και γράφει αυτό τον βαθμό. Η μείωση του αριθμού των εισακτέων είναι ένα πάγιο αίτημα των πρυτάνεων. Δεν αποτελεί φραγμό για την εισαγωγή των παιδιών στα πανεπιστήμια, αλλά έχει στόχο την προσφορά υψηλής ποιότητας εκπαίδευση. Οταν δεν έχουμε να προσφέρουμε τις απαραίτητες κτιριακές υποδομές και διδακτικό προσωπικό αδυνατούμε να έχουμε υψηλής ποιότητας εκπαίδευση. Στα κριτήρια αξιολόγησης των πανεπιστημίων περιλαμβάνεται και η αναλογία καθηγητών και φοιτητών. Ενώ τα Ιδρύματα του εξωτερικού έχουν την επιλογή για τον αριθμό των φοιτητών που θα εκπαιδεύσουν, εμείς δεν την έχουμε.
Κάθε χρόνο κάνουμε την ίδια συζήτηση για αλλαγές στη σύνδεση της Δευτεροβάθμιας με την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Η πρόταση για βαθμό εισαγωγής σε ένα συγκεκριμένο μάθημα θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο διαλόγου με το υπουργείο Παιδείας. Για παράδειγμα, εμείς ως Πάντειο Πανεπιστήμιο διαφωνούμε με την κατάργηση της Κοινωνιολογίας γιατί τα περισσότερα τμήματά μας συνδέονται με αυτό το μάθημα και όχι με τα Λατινικά.
Οσον αφορά την βάση του «10», πρόκειται για πολιτική απόφαση. Κεντρικά θα πρέπει να ληφθεί η απόφαση αν θέλουμε ως Πολιτεία να μπαίνουν όλοι στο πανεπιστήμιο ή αν θα πρέπει να γίνει μια επιλογή. Η βάση του «10» θα κλείσει κάποια τμήματα, επομένως δεν πρόκειται για μία απόφαση που θα πρέπει να ληφθεί ως ένα μεμονωμένο μέτρο, αλλά ως μέρος ενός συνολικού σχεδίου για τις αλλαγές που επιθυμούμε τόσο στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση όσο και στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΛΔΗΣ (Πρύτανης Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής): «Τα ΑΕΙ να επιλέγουν τον αριθμό εισακτέων»
Οι επιλογές των μαθητών για την εισαγωγή τους στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση κινήθηκαν περισσότερο αναφορικά με την εγγύτητα στο σπίτι τους και λιγότερο με επιστημονική προσέγγιση. Κι όταν σχεδόν το 90% των υποψηφίων γνωρίζουν ότι κάπου θα περάσουν, δεν θα καταβάλλουν πολύ μεγάλη προσπάθεια. Με τα παραπάνω δεδομένα, τα αποτελέσματα ήταν αναμενόμενα και θα ήταν ένα «πρόχειρο» συμπέρασμα να πούμε ότι φέτος έπεσαν οι βάσεις.
Η πάγια άποψή μου είναι ότι το κάθε πανεπιστήμιο θα πρέπει να μπορεί να επιλέγει τον αριθμό των νεοεισερχομένων. Εμείς φέτος θα υποδεχτούμε 5.080 φοιτητές, όμως θα επιθυμούσαμε το 50% αυτών. Με την αποψίλωση του διδακτικού προσωπικού λόγω συνταξιοδότησης και τις ελλιπείς υποδομές, δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε με τον τρόπο που επιθυμούμε στην αποστολή μας.
Και το ζήτημα της βάσης εισαγωγής σε κάποιο μάθημα θα πρέπει να τεθεί σε διάλογο και να ερωτηθεί το κάθε τμήμα. Ομως, για να ανοίξει αυτήν τη συζήτηση θα πρέπει να βρεθεί μια κυβερνητική πρόταση στο τραπέζι, να την εξετάσουμε και στη συνέχεια να τοποθετηθούμε τα Ιδρύματα.
Θα πρέπει να τεθεί το ερώτημα αν πρέπει όλοι οι υποψήφιοι να εισέρχονται στο πανεπιστήμιο και αν το πτυχίο τους ανταποκρίνεται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Στη χώρα μας παρουσιάζεται το οξύμωρο φαινόμενο να εκπαιδεύουμε, για παράδειγμα, δεκάδες χιλιάδες γιατρούς, εκ των οποίων οι περισσότεροι αναζητούν εργασία στο εξωτερικό. Επιδοτούμε δηλαδή τις άλλες χώρες, όταν η δική μας αντιμετωπίζει κρίση.
Πηγή: eleftherostypos.gr