Ανήθικη και αντισυνταγματική χαρακτήρισαν τα νησιά τη σύνδεση της παράτασης ισχύος του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ με τους υπεράριθμους πρόσφυγες που φιλοξενούν αυτά τα νησιά στα hotspot.
Η υπουργική απόφαση προβλέπει την παράταση του μειωμένου ΦΠΑ στα ακριτικά νησιά Λέρο, Λέσβο, Κω, Σάμο και Χίο για ένα εξάμηνο, υπό την προϋπόθεση ότι ο αριθμός των προσφύγων στα τοπικά hotspot υπερβαίνει τη δυναμικότητα φιλοξενίας ανά νησί.
Πέραν των νομικών ζητημάτων που θέτουν οι νησιώτες θεωρούν πως η συγκεκριμένη απόφαση επί της ουσίας εμπεδώνει το δόγμα “όσο περισσότερες και αθλιότερες είναι οι συνθήκες διαβίωσης τόσο χαμηλότερος ο ΦΠΑ” για ορισμένους μήνες.
Υπενθυμίζεται, ότι με την υπ΄ αριθμ. 2/95717 απόφαση του υπουργού και υφυπουργού Οικονομικών δόθηκε παράταση μείωσης των συντελεστών Φόρου Προστιθέμενης Αξίας για τα νησιά Λέρο, Λέσβο, Κω, Σάμο και Χίο.
Στο Συμβούλιο Επικρατείας είχαν προσφύγει η περιφερειακή Ένωση Δήμων Βορείου Αιγαίου και οι Δήμοι Σάμου, Χίου, Κω και Λέρου, όπως και οι δήμαρχοί τους θεωρώντας πως η υπουργική απόφαση παραβιάζει επτά συνταγματικές αρχές, που είναι:
1) της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ιδίως των προσφύγων,
2) της αρχής της νησιωτικότητας,
3) της ίσης μεταχείρισης,
4) του ελεύθερου ανταγωνισμού,
5) της οικονομικής ελευθερίας,
6) της αναλογικότητας και
7) της χρηστής διοίκησης.
Χαρακτήρισαν δε επικίνδυνα τα κριτήρια αυτά στο πεδίο της φορολογικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς ουσιαστικά αποτελεί αναγνώριση της κρατικής αδυναμίας να αντεπεξέλθει στο προσφυγικό.
Επεσήμαναν δε πως η συγκεκριμένη μείωση ουσιαστικά αποτελεί απόπειρα μη θεσμικής συναλλαγής με τις τοπικές κοινωνίες, προκειμένου να αποδεχθούν και να μην διαμαρτύρονται έναντι της αβελτηρίας της κρατικής οργάνωσης των Hot Spot.
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ’ αρίθμ. 1302/2019 απόφαση της έκανε παραδεκτούς τους ισχυρισμούς αντισυνταγματικότητας αλλά έκρινε ότι ασκείται άνευ εννόμου συμφέροντος η αίτηση ακυρώσεως κατά ΚΥΑ που παρατείνει την εφαρμογή μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ σε 5 νησιά του Αιγαίου, εφ’ όσον πρόκειται για ρύθμιση ευνοϊκή για τους αιτούντες.
Δοθέντος ότι η δοθείσα παράταση συνδέεται αναπόσπαστα με τους όρους υπό τους οποίους παρασχέθηκε (υπέρβαση της δυναμικότητας φιλοξενίας ανά νησί και 6μηνη ισχύς) τυχόν ακύρωση των όρων αυτών, όπως ζητείται, θα οδηγούσε στην ακύρωση της ΚΥΑ στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μέρος που ωφελεί τους αιτούντες, σε αντίθεση με το αίτημά τους περί ακυρώσεώς της μόνον ως προς τους όρους αυτούς.
Στο διατακτικό της απόφασης αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
«… η προσβαλλομένη απόφαση είναι ευνοϊκή για τους αιτούντες, αφού με αυτήν παρατείνεται η εφαρμογή μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. στα νησιά με τα οποία συνδέονται οι αιτούντες.
Συνεπώς, προεχόντως για τον λόγο αυτόν, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως ασκουμένη άνευ εννόμου συμφέροντος. Και ισχυρίζονται μεν οι αιτούντες ότι η ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως ζητείται ειδικώς α) κατά το μέρος που αναφέρεται και στηρίζεται στην προϋπόθεση για διαπίστωση ότι ο μέσος αριθμός των φιλοξενουμένων στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης των νησιών υπερβαίνει την δυναμικότητα φιλοξενίας ανά νησί, και β) κατά το μέρος που η ισχύς της περιορίζεται σε ένα εξάμηνο από 1.1.2019 έως και 30.6.2019, όμως, κατά την έννοια της ήδη ισχύουσας διατάξεως της παραγράφου 4 του άρθρου 21 του Κώδικα Φ.Π.Α., κατ εφαρμογή της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλομένη, η δοθείσα με αυτήν παράταση της εφαρμογής μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. στα πέντε (5) προαναφερθέντα νησιά συνδέεται αναπόσπαστα με τους δύο πληττόμενους όρους αυτής και, συνεπώς, τυχόν ακύρωση των δύο αυτών όρων της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά παραδοχή της υπό κρίση αιτήσεως, θα οδηγούσε στην ακύρωση της προσβαλλομένης στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μέρος που ωφελεί τους αιτούντες, σε αντίθεση με το αίτημά τους περί ακυρώσεως της πράξεως αυτής μόνον α) κατά το μέρος που αυτή διαπιστώνει την υπέρβαση της δυναμικότητας φιλοξενίας ανά νησί και β) κατά το μέρος που περιορίζει την μείωση σε ένα μόνον εξάμηνο, με αποτέλεσμα την υπαγωγή των αιτούντων στους γενικώς ισχύοντες στην χώρα συντελεστές Φ.Π.Α.
Εξ άλλου, δοθέντος ότι η προσβαλλομένη απόφαση εκδόθηκε κατ εφαρμογή της όλως εξειδικευμένης και εξαιρετικής απαλλακτικής ρυθμίσεως της νέας παραγράφου 4 του άρθρου 21 του Κώδικα περί Φ.Π.Α. και όχι σε εκτέλεση των διατάξεων των νόμων 4334,4336 και 4389/2015, που κατήργησαν την εφαρμογή μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. στα νησιά του Αιγαίου (εν γένει), οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους αμφισβητείται ευθέως το κύρος των ως άνω καταργητικών διατάξεων, κατ επίκληση αρχών και διατάξεων υπερνομοθετικής ισχύος, όπως, μεταξύ άλλων, της διατάξεως του άρθρου 101 παρ. 4 του Συντάγματος, όπου γίνεται ειδική αναφορά στις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών (και ορεινών) περιοχών της χώρας, τις οποίες ο νομοθέτης υποχρεούται να λαμβάνει υπ όψη μεριμνώντας για την ανάπτυξη τους, δεν προβάλλονται παραδεκτώς στην παρούσα δίκη (πρβλ. ΣτΕ 813/2019 Ολομ.), ανεξαρτήτως εάν βάσει του άρθρου 101 παρ. 4 του Συντάγματος υφίσταται πράγματι δέσμευση του νομοθέτη συνισταμένη σε υποχρέωση αυτού να διατηρεί στις νησιωτικές εν γένει περιοχές τους συντελεστές του φόρου προστιθεμένης αξίας μειωμένους σε σχέση με τους ισχύοντες στην λοιπή χώρα (πρβλ. ΣτΕ 35-37/2013 Ολομ.). Μειοψήφησε ο Σύμβουλος Γ. Ποταμιάς, ο οποίος διατύπωσε την ακόλουθη γνώμη: Η κρινομένη αίτηση ασκείται παραδεκτώς από απόψεως εννόμου συμφέροντος από τους αιτούντες διότι με την προσβαλλομένη κανονιστική πράξη, η οποία, κατά τους ισχυρισμούς τους, εκδόθηκε κατ εφαρμογή ανισχύρων, ως αντισυνταγματικών, διατάξεων, πλήσσονται έννομα συμφέροντά τους, αφού η παρασχεθείσα παράταση εφαρμογής μειωμένων συντελεστών είναι χρονικά περιορισμένη και έχει συνδεθεί με την υπέρβαση της δυναμικότητας φιλοξενίας προσφύγων ανά νησί. Αλλωστε ο δικαστικός έλεγχος κανονιστικής πράξεως παρίσταται δικαιοπολιτικά ορθότερος διότι ενδεχόμενη ακύρωσή της ενεργεί erga omnes και όχι μόνον inter partes και η Διοίκηση, σύμφωνα με τα άρθρα 95 παρ.5 του Συντάγματος και 50 παρ. 4 του π.δ/τος 18/1989, υποχρεούται να μην εφαρμόσει για αόριστο αριθμό προσώπων ακυρωθείσα κανονιστική ρύθμιση (πρβλ. μειοψηφία στην ΣτΕ 922-3/2012 Ολομ.).