Μπορεί να ακουστεί λίγο υπερβολικό αλλά κυριολεκτικά η κα. Μαρία Παπανικολάου διαμορφώνει την ιστορία του φημισμένου Ευρωπαϊκού Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας (EMBL). Εκεί, δηλαδή, όπου χτυπάει η “καρδιά” της Μοριακής Βιολογίας στην Ευρώπη.
«Ως ιστορικός ερευνάς την ιστορία, ως αρχειονόμος την διαμορφώνεις, επιλέγοντας ποιο υλικό θα γίνει ιστορία. Δεν διατηρείς απλά την ιστορία, δημιουργείς εκείνα τα κριτήρια με τα οποία ένα τεκμήριο θεωρείται ιστορικό», σχολιάζει χαρακτηριστικά η ίδια, ξεκινώντας τη συζήτησή μας μέσα στο γραφείο της.
Μαθαίνω πως είναι η πρώτη Ελληνίδα που επελέγη το 2019 από το Διεθνές Συμβούλιο των Αρχείων μαζί με άλλες πέντε γυναίκες από όλο τον κόσμο προκειμένου να εργαστούν για τον Οργανισμό, ως ηγετικά πρότυπα νέων επαγγελματιών στην αρχειονομία παγκοσμίως και εκτός από την πρώτη Ελληνίδα είναι και η τρίτη στη σειρά αρχειονόμος και υπεύθυνη αρχείων του Οργανισμού.
Εδώ και 2 χρόνια «βουτάει» στα αρχεία του EMBL για να συλλέξει έγγραφα, βιβλιαράκια εργαστηρίου με σημειώσεις πειραμάτων, φωτογραφίες, επιστημονικά εργαλεία και εξοπλισμό, σημαντικά προσωπικά αντικείμενα των ερευνητών που πέρασαν από τον οργανισμό-όπως μια monopoly που φτιάχτηκε ειδικά για τους ερευνητές- αλλά και προφορικές μαρτυρίες επιστημόνων που έχουν εργαστεί στο παρελθόν ή συνεχίζουν να εργάζονται μέσα στο EMBL.
Παράλληλα επεξεργάζεται και τα ενεργά αρχεία δίνοντας συμβουλές στους ερευνητές και στο διοικητικό προσωπικό του Οργανισμού για το πώς να διαχειριστούν την τωρινή παραγόμενη ιστορία, έτσι ώστε στο μέλλον να είναι εύκολα προσβάσιμη και διαχειρίσιμη από τους αρχειονόμους.
Ο Νομπελίστας John Kendrew ήταν ο πρώτος γενικός διευθυντής του EMBL, το οποίο ξεκίνησε τη λειτουργία του επίσημα τον Ιούλιο του 1974 στη Χαϊδελβέργη. Η ιδρυτική σύμβαση αυτού του ερευνητικού κέντρου αριστείας υπογράφηκε βάσει μιας διακυβερνητικής συνθήκης 9 ευρωπαϊκών χωρών συν του Ισραήλ.
Έκτοτε, ο αριθμός των κρατών μελών αυξήθηκε προοδευτικά, με τη Λιθουανία να γίνεται το 27ο μέλος το 2019. Η κα. Παπανικολάου μού δείχνει μέσα από το αρχείο τη συμφωνία με το Γερμανικό κράτος ως χώρα φιλοξενίας του οργανισμού για την ίδρυση της έδρας του και την παραχώρηση του οικοπέδου στη Χαϊδελβέργη. Τρίτος κατά σειρά διευθυντής και ο μακροβιότερος υπήρξε ο αείμνηστος Έλληνας επιστήμονας Φώτης Καφάτος (1993-2005), το προσωπικό αρχείο του οποίου αποτέλεσε μια από τις βάσεις του αρχείου του EMBL.
Η Μαρία Παπανικολάου μιλάει με σεβασμό για αυτόν δείχνοντάς μου κάποια από τα προσωπικά του αντικείμενα, ανάμεσα στα οποία είναι και μια τήβεννός του. Ρωτάω την Ιστορικό με ποιο από τα αντικείμενα του αρχείου του EMBL έχει εντυπωσιαστεί περισσότερο και μου δείχνει ένα πιστό αντίγραφο του βραβείου Νόμπελ Χημείας που απέσπασε ο Jacques Dubochet το 2017 και που όπως μού λέει: «μας το έστειλε ο ίδιος μαζί με μια επιστολή και μου φάνηκε εντυπωσιακό γιατί δεν είχα ξαναδεί κάτι τέτοιο…»
«Απώτερος στόχος του αρχείου του EMBL, που τον επόμενο Ιούλιο κλείνει τα 50 του χρόνια, είναι να δημιουργήσει έναν “θησαυρό” γνώσης για την ιστορία της Μοριακής Βιολογίας σε ολόκληρη την Ευρώπη, που σημαίνει ότι πρέπει να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη και επιστημόνων εκτός του EMBL για να αρχίσουν να καταθέτουν τα αρχεία τους σε μας ή άλλων οργανισμών που δεν διαθέτουν αρχειακές υπηρεσίες», λέει η Ελληνίδα αρχειονόμος.
Με αφετηρία τη Ρόδο…
Οι ιστορίες από την περίοδο της ιταλικής κατοχής που διηγούταν η Ροδίτισσα γιαγιά Μαρία στη μικρή τότε Μαρία Παπανικολάου της έδωσαν το ερέθισμα να ασχοληθεί με την δωδεκανησιακή ιστορία και τελικά να πετύχει στο Τμήμα Ιστορίας -Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Αθήνας στην 15η σειρά.
«Η μνήμη των παππούδων μου ήταν ένας ωραίος τρόπος να συνδεθώ με το παρελθόν και με το οικογενειακό περιβάλλον», προσθέτει η αρχειονόμος, παρατηρώντας πως ο κόσμος και ειδικότερα οι Έλληνες δεν έχουν μάθει να βλέπουν την ιστορία πολυμορφικά, δεν αντιλαμβάνονται ότι είναι δίπλα τους, ότι συμβαίνει τώρα, τη βλέπουν απλά ως ένα σχολικό βιβλίο που τους δείχνει τι έκανε στο παρελθόν ο «ένδοξος» αυτός λαός. Και μέχρι εκεί.
«Ωστόσο, δεν θα έλεγα ότι οι Έλληνες είναι ανιστόρητος λαός. Απλά έχουμε κολλήσει εμμονικά σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους και έχουμε αφήσει απέξω τις πιο κοντινές.Για τους Έλληνες η Ιστορία είναι κάτι πολύ μακρινό που δεν τους προσφέρει κάτι στην παρούσα κατάσταση, δεν τους κεντρίζει το ενδιαφέρον γιατί δεν μπορούν να το συνδέσουν με το σήμερα. Βλέπουν ίσως ότι το παρόν δεν είναι τόσο σπουδαίο για αυτό ανατρέχουν στο παρελθόν με μια εθνοκεντρική οπτική. Όμως οι ιστορικοί που γυρίζουν προς τα πίσω για να κάνουν την έρευνα, την κάνουν θέτοντας ερωτήματα του παρόντος. Πρόκειται κυρίως για καταστάσεις που συμβαίνουν στο τώρα και που μας δημιουργούν ανησυχία. Έτσι οικοδομείται αυτή η σχέση», εξηγεί η Ιστορικός.
Την περίοδο 2008 – 2011 η κα. Παπανικολάου επηρεασμένη από σημαντικούς ιστορικούς της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας όπως ο Χάγκεν Φλάισερ και ο Αντώνης Λιάκος, ξεκίνησε την πρώτη της επαφή με το ερευνητικό κόμματι της ιστορίας, μέσα από δημόσια ή ιδιωτικά αρχεία και όταν αποφάσισε να κάνει μεταπτυχιακές σπουδές είχε ήδη καταλήξει στη Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, πάλι στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας.
«Εκεί εντρύφησα περισσότερο στην δωδεκανησιακή ιστορία, καθώς ένα μεγάλο κομμάτι της δεν έχει ερευνηθεί ιδιαιτέρως κυρίως γιατί αποτελεί τμήμα της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας που ξεκινά από το 1947-1948. Μεγάλο μέρος του συνδέεται με την ιταλική ιστορία, κυρίως λόγω της ιταλικής διοίκησης για αυτό και έχουν εντρυφήσει κυρίως Ιταλοί ιστορικοί και ως εκ τούτου είναι γνωστή στην ιταλική ιστορική ακαδημαϊκή κοινότητα, ή ακόμα και ιστορικοί άλλων χωρών που ασχολούνται με ζητήματα αποικιοκρατίας, ιστορίας των αυτοκρατοριών και τέτοια ζητήματα», περιγράφει η ίδια την ερευνητική της διαδρομή στα Δωδεκάνησα και στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, στην Κατοχή και στην Αντίσταση, στην Ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων και στα πρώτα μεταπολεμικά έτη, μέσα από αρχεία της Ρόδου και της Αθήνας την περίοδο 2012-2014.
Δουλεύοντας με αρχεία και διαπιστώνοντας ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ευρεία επιστημονική κατάρτιση, παρότι πολλοί έχουν το μεράκι και προσπαθούν όσο μπορούν με τα διαθέσιμα μέσα, η αρχειονόμος αποφάσισε να κάνει και ένα δεύτερο μεταπτυχιακό στην αρχειακή επιστήμη. Αυτή τη φορά στο Πανεπιστήμιο του Λάιντεν, στην Ολλανδία, στο πλαίσιο του οποίου έκανε την πρώτη της πρακτική στα Γενικά Αρχεία του Κράτους Τμήμα Ρόδου, με χρηματοδότηση του προγράμματος Erasmus, όπου ταξινόμησε την πρώτη μεταπολεμική συλλογή των αρχείων κατά τη Βρετανική Στρατιωτική Διοίκηση (1945-1947), κατά την Ελληνική Στρατιωτική Διοίκηση (1947-1948) και κατά τη Γενική Διοίκηση Δωδεκανήσου 1948-1955.
Το μεταπτυχιακό στην Ολλανδία διαδέχθηκε η πρακτική άσκηση στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τα Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας στη Χάγη όπου η κα. Παπανικολάου απέκτησε διεθνή εμπειρία και πήρε το εισιτήριο για άλλους διεθνείς οργανισμούς όπως ο Διεθνής Οργανισμός για την απαγόρευση των Χημικών Οπλών, επίσης στη Χάγη, αλλά και η Europol, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Πληροφοριών. «Εκεί συνέδραμα στη δημιουργία των πρώτων εργαλείων για τη διαχείριση των ιστορικών τους αρχείων και βοήθησα στη διαμόρφωση της πρώτης αρχειακής συλλογής και σε μια πρώτη καταγραφή της ιστορίας της Europol».
Η πορεία προς το Κάιρο…
Το Κάιρο ήταν ουσιαστικά το πρώτο επίσημο επαγγελματικό βήμα της κας Παπανικολάου στον κόσμο της αρχειονομίας, το οποίο επιχείρησε αμέσως μετά τη Europol: «Είχα αρχικά απευθυνθεί στην Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία στην Ιταλία και είχα επιλεγεί για την τελική συνέντευξη για μια θέση δύο ετών. Είχα επίσης και μια άλλη πρόταση για πρακτική άσκηση στα ιστορικά αρχεία του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, αλλά δεν ήθελα να συνεχίσω άλλο με πρακτική άσκηση. Ήθελα να εμπλουτίσω την εμπειρία μου και εκτός Ευρώπης και τότε είδα τη θέση στο Κάιρο. Μου άρεσε διότι ήταν κοντά στην Ελλάδα κι εγώ τότε ήθελα να είμαι κοντά στη μητέρα μου η οποία είχε περάσει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας».
Στην Αίγυπτο ανέλαβε επικεφαλής των ενεργών και σύγχρονων αρχείων του Αμερικανικού Πανεπιστημίου του Καΐρου και ταυτόχρονα βοηθός του διευθυντή -αρχειονόμου των ιστορικών αρχείων του πανεπιστημίου, όπου παρέμεινε για 4 χρόνια. Ακόμη και σήμερα αναπολεί τις μέρες του Καίρου, γιατί όπως λέει και η ίδια: «Το Κάιρο ήταν για μένα μία δεύτερη Ελλάδα, μία δεύτερη πατρίδα. Και ήταν η μοναδική φορά που έκλαψα όταν μετακινήθηκα σε έναν νέο τόπο».
Η επόμενη στάση έγινε στη Χαϊδελβέργη. Εκεί, στη νέα δομή, το EMBL Archive, το Records Management, το Open Science και η Szilárd Library αποτελούν μέρος του νεοσύστατου Γραφείου Διαχείρισης Επιστημονικών Πληροφοριών του Οργανισμού(Office for Scientific Information Management, OSIM).
«Το όραμα EMBL Archive & Records Management είναι αναπόσπαστο μέρος της διακυβέρνησης πληροφοριών. Έτσι, ανήκω σε μια ομάδα που θα είναι ο κόμβος για εξειδικευμένη υποστήριξη, συμβουλές και καθοδήγηση σχετικά με τη διαχείριση, τη διατήρηση και την πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν ειδικά το EMBL. Αυτό περιλαμβάνει επιστημονικά, θεσμικά και διοικητικά ενεργά και ανενεργά αρχεία/δεδομένα, καθώς και ιστορικά αρχεία. Πιστεύουμε ότι αυτό θα αποτελέσει πρότυπο για άλλα παρόμοια ιδρύματα», συμπληρώνει.
Αλλά για την Ελληνίδα ιστορικό είναι επίσης συναρπαστικό το πώς οι άνθρωποι ασχολούνται με το αρχείο και πως το αντιμετωπίζουν: «Για παράδειγμα, ένας συνταξιούχος υπάλληλος ήρθε για να υποβάλει ένα εγχειρίδιο εργαστηριακού μαθήματος στο EMBL του 1984. Ήταν τότε διδακτορικός φοιτητής και μας είπε πώς αυτό το μάθημα Κυτταρικής Βιολογίας περιλάμβανε τη διδασκαλία ενός από τους κορυφαίους βιολόγους στον κόσμο, του Thomas Kreis, ο οποίος πέθανε τραγικά κατά τη συντριβή της πτήσης 111 της Swissair στις 3 Σεπτεμβρίου 1998. Σε μια άλλη περίπτωση, ένας νεαρός επιστήμονας αναζήτησε φωτογραφίες για να δημιουργήσει ένα αναμνηστικό άλμπουμ. Κοιτάζοντας μαζί του τις αρχειακές φωτογραφικές συλλογές, ένιωσα όπως και ο επιστήμονας, καθώς ζήσαμε για λίγο μαζί τη ζωή αυτών των ανθρώπων από το παρελθόν του EMBL».
Ολοκληρώνοντας αυτή τη συζήτηση η Ελληνίδα αρχειονόμος μού λέει πως η αρχειονομία ως επιστημονικό αντικείμενο είναι υποβιβασμένο στην Ελλάδα και πως αυτή η καθυστέρηση στην αναγνώριση του αντικειμένου ως επιστημονικού συνέβαλε καθοριστικά στην υπονόμευση της αρχειακής επιστήμης. «Ακόμη και σήμερα τα Γενικά Αρχεία του Ελληνικού Κράτους εξακολουθούν να είναι υποστελεχωμένα και να μην έχουν τους αναγκαίους πόρους και την κρατική στήριξη, παρά την εξαιρετική δουλειά που κάνουν».
Η ίδια επιδιώκει να βρίσκεται σε διαρκή επαφή με το διεθνές δίκτυο των αρχειονόμων και των ιστορικών, να συμμετέχει σε συνέδρια και να παρακολουθεί τις εξελίξεις, καθώς είναι και μέλος του Διεθνούς Συμβουλίου Αρχείων, αλλά και Μέλος της επιτροπής που αποφασίζει για τα επαγγελματικά προγράμματα του οργανισμού και τη χρηματοδότηση σε αρχειακούς οργανισμούς και πρωτοβουλίες σε παγκόσμιο επίπεδο. Μάλιστα πρόκειται να ταξιδέψει άμεσα στο Άμπου Ντάμπι για να συμμετάσχει στο ετήσιο Διεθνές Συμβούλιο των Αρχειονόμων.
Η τελευταία φράση που μού λέει η Ελληνίδα ερευνήτρια λίγο πριν αποχωρήσω από το κτίριο όπου στεγάζονται τα αρχεία του Οργανισμού είναι ότι της λείπει πολύ η Ελλάδα και θέλει να επιστρέψει: «Ωστόσο, για το αντικείμενό μου με την παρούσα κατάσταση, δεν υπάρχουν επιλογές, τουλάχιστον με τον τρόπο που εφαρμόζεται η αρχειονομία στην Ελλάδα και ειδικά για έναν/μια επιστήμονα που έχει τη δική μου πορεία. Αλλά η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία!»
Πηγή dnews.gr
Βασιλική Μιχοπούλου