Απόψεις

Δεν υπάρχει ισχυρή οικονομία χωρίς παραγωγικές επενδύσεις

Η  Ελλάδα είναι μία μικρή, αλλά συγχρόνως ανοικτή οικονομία, κυρίως λόγω της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς,  έχει περιορισμένη παραγωγική βάση, χαμηλή προστιθέμενη αξία, και μικρή ένταξη σε αλυσίδες πολυεθνικών εταιρειών.

Όμως, επειδή στην Ελλάδα η εγχώρια αγορά είναι σχετικά μικρή και περιορισμένη, και συγχρόνως δέχεται πιέσεις από τα εισαγόμενα ξένα προϊόντα, για να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ώστε να αυξηθούν η απασχόληση και τα εισοδήματα των νοικοκυριών, οφείλει να γίνει περισσότερο παραγωγική, αλλά και εξωστρεφής, δηλαδή να ενισχύσει την επενδυτική και εξαγωγική της δραστηριότητα.

Οφείλει, επομένως, να δώσει προτεραιότητα, ως κοινωνία και ως οικονομία, στΙς υγιείς παραγωγικές επενδύσεις, εγχώριες και ξένες, δηλαδή χρειάζεται ένα γρήγορο παραγωγικό μετασχηματισμό, και μία στροφή στους κλάδους εκείνους που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες και, κυρίως, χρειάζεται μία στροφή στον  αγροτικό τομέα  (πρωτογενή παραγωγή), στη μεταποίηση (βιομηχανία – βιοτεχνία), και στις ανερχόμενες νέες τεχνολογίες.

Αυτό επιτυγχάνεται μόνο με αναπτυξιακές, παραγωγικές επενδύσεις, εγχώριες και ξένες, οι οποίες αρχικά θα μεγεθύνουν το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) και στη συνέχεια θα προσφέρουν νέες, αλλά και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορίζει τις παραγωγικές επενδύσεις, ως τις επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο ή σε άυλα στοιχεία ενεργητικού των επιχειρήσεων, τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών και να συμβάλουν κατ’ αυτόν τον τρόπο στον ακαθάριστο σχηματισμό κεφαλαίου και την απασχόληση.

Θεωρείται  εμπειρικά δεδομένο σε παγκόσμιο επίπεδο ότι, η εισροή ξένων στοχευμένων επενδύσεων, δηλαδή νέων επενδυτικών παραγωγικών κεφαλαίων από το εξωτερικό σε τομείς που υστερεί η εγχώρια παραγωγή, οδηγεί νομοτελειακά στην αύξηση του παραγόμενου προϊόντος και της απασχόλησης.

Αυτό, γιατί οι άμεσες ξένες επενδύσεις,  διευρύνουν τις ευκαιρίες προσέλκυσης  εξειδικευμένου και καλά αμειβόμενοι εργατικού δυναμικού, και παράλληλα, τονώνουν την ανταγωνιστικότητα στην εγχώρια αγορά, καθώς οι νέες καινοτόμες εταιρείες που δημιουργούνται, συμβάλλουν στη διαμόρφωση χαμηλότερων τιμών στην αγορά, ενώ συμβάλλουν σημαντικά και στην αύξηση του όγκου, και της χρηματικής αξίας των εξαγωγών.

Δυστυχώς, η πατρίδα μας είναι ουραγός στις ξένες άμεσες παραγωγικές επενδύσεις, κατέχοντας τις τελευταίες θέσεις μεταξύ των χωρών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27, συμπεριλαμβανομένων ακόμη και εκείνων των χωρών που έγιναν μέλη της τα τελευταία χρόνια.

Οι εισροές ξένων κεφαλαίων που εμφανίζονται την τελευταία δεκαετία στη χώρα μας, αφορούν κυρίως αγορές ακινήτων, καθώς και εξαγορές υπαρχουσών επιχειρήσεων, ενώ οι εισροές για άμεσες επενδύσεις, δηλαδή οι επενδύσεις για τη δημιουργία νέων παραγωγικών μονάδων, είναι ελάχιστες

Ωστόσο, οι παραγωγικές επενδύσεις  και, κυρίως, εκείνες από το εξωτερικό, είναι αυτές που δημιουργούν μακροχρόνια στις μικρές και στις αναδυόμενες οικονομίες  προοπτικές γρήγορης ανάπτυξης, μέσω της αναβαθμισμένης τεχνογνωσίας που προσφέρουν, καθώς και της εισροής νέων κεφαλαίων.

Εδώ, έχουμε το ηχηρό παράδειγμα της Ιρλανδίας, της Κίνας, της Νότιας Κορέας, και άλλων αναδυόμενων χωρών, που εκμεταλευόμενες τις εισροές κεφαλαίων και την τεχνογνωσία πολυεθνικών κολοσσών της Δύσης, μέσα σε λίγα χρόνια, απέκτησαν ισχυρές οικονομικές μονάδες παγκόσμιας εμβέλειας.

Σε γενικές γραμμές :

οι παραγωγικές επενδύσεις και, κυρίως, εκείνες από το εξωτερικό, διευρύνουν τις ευκαιρίες προσέλκυσης  εξειδικευμένου και καλά αμειβόμενοι εργατικού δυναμικού, ενώ, παράλληλα,  τονώνουν την ανταγωνιστικότητα στην εγχώρια αγορά, συμβάλλοντας σημαντικά και στην αύξηση του όγκου της συναλλαγματικής αξίας των εξαγωγών.

οι εταιρείες που προκύπτουν από τις ξένες  επενδύσεις, αυξάνουν τον όγκο πώλησης των προϊόντων τους στην εγχώρια αγορά, με αποτέλεσμα την υποκατάσταση των εισαγωγών, δηλαδή τη μείωση ενός σημαντικού μέρους των εισαγωγών από τις χώρες υποδοχής των ξένων επιχειρήσεων.

οι  παραγωγικές επενδύσεις, συμβάλλουν στη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών, περιορίζοντας έτσι την επιβάρυνση που προκύπτει από τον εξωτερικό δανεισμό της χώρας

οι ξένες, κυρίως άμεσες επενδύσεις,  συμβάλλουν στη μεταφορά παραγωγικών πόρων από το εξωτερικό, ενώ, παράλληλα, προσφέρουν ευκαιρίες απόκτησης τεχνογνωσίας, που τόσο ανάγκη έχει ο τόπος μας.

Επιπλέον, οι  παραγωγικές επενδύσεις στοχεύουν στην τεχνολογική, παραγωγική, διοικητική και οργανωτική αναβάθμιση, καθώς και στην καινοτόμο και εξωστρεφή ανάπτυξη και μεγέθυνση, με τελικό σκοπό την ενίσχυση της ανταγωνιστικής θέσης των παραγωγικών επιχειρήσεων στην εγχώρια και διεθνή αγορά.

Γενικότερα, οι υγιείς παραγωγικές επενδύσεις, εγχώριες και ξένες, συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των νοικοκυριών.

Επισημαίνεται, ότι δεν πρέπει  να παραβλέπεται το γεγονός  για τον σημαίνοντα  ρόλο στην τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας που κατέχουν, ιδιαίτερα οι δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες συμβάλλουν δυναμικά στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι επενδύσεις στην Ελλάδα έφτασαν στο αποκορύφωμά τους το 2007 όταν διαμορφώνονταν στο 26% του ΑΕΠ ξεπερνώντας τον μέσο ευρωπαϊκό όρο που ήταν στο 23,4%.

Όμως, το μεγαλύτερο ποσό των επενδύσεων αυτών προέρχονταν από τον κατασκευαστικό τομέα, ο οποίος δεν υπάγεται στις παραγωγικές επενδύσεις.

Σε απόλυτα νούμερα, οι επενδύσεις το 2007 ανέρχονταν σε περίπου 60 δισ. ευρώ, ενώ ακολούθησαν απότομη πτώση για να φτάσουν το 2016 κοντά στα 20,5 δισ. ευρώ (11% του ΑΕΠ). Η ανάκαμψη των επόμενων ετών οδήγησε τις επενδύσεις στο 13,7% το 2022, έναντι 22,7% που ήταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος..

Στο τέλος του 2023  το μερίδιο των επενδύσεων, ως ποσοστο του ΑΕΠ, ήταν στο 15%, έναντι του 22% του μέσου όρου της ευρωζώνης.

Σε μακροοικονομικό επίπεδο, γενικότερα, σύμφωνα με τον Διοικητη της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, η ελληνική οικονομία,  εν μέσω ενός διεθνούς ασταθούς γεωπολιτικού περιβάλλοντος που χαρακτηρίζεται  από οικονομική αβεβαιότητα, προβλέπεται να κλείσει  και το 2024  με ρυθμό ανάπτυξης υπερδιπλάσιο της ευρωζώνης (2,3% έναντι 0,8%), ενώ το 2025 η ανάπτυξη προβλέπεται να κινηθεί γύρω στο 2,5%, αναμένοντας τριπλασιους ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο,

“Για το 2025, οι κύριοι μοχλοί της οικονομικής δραστηριότητας θα συνεχίσουν να είναι οι επενδυτικές δαπάνες, χάρη στη συνεισφορά των ευρωπαϊκών κονδυλίων και ειδικότερα του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, και της ιδιωτικής κατανάλωσης, λόγω της αύξησης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος από την άνοδο της απασχόλησης και την αναμενόμενη μείωση του πληθωρισμού”.

Στόχος για το 2025 είναι μία περαιτέρω δραστική αύξηση των επενδύσεων, ωστε να ενισχυθούν οι παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας μας, αυξάνοντας, τόσο το μερίδιο στο διεθνές εμπόριο όσο και στην προστιθέμενη αξία των εξαγωγών.

Θεωρείται  οικονομικά αυτονόητο, ότι η ευημερία μιας κοινωνίας εξαρτάται από την

παραγωγική της δραστηριότητα, δηλαδή από τη μεγέθυνση του πλούτου της. Σε αυτό συμβάλλουν οι επενδύσεις, οι οποίες  δημιουργούν την παραγωγή, η παραγωγή δημιουργεί το εισόδημα και το εισόδημα δημιουργεί την κατανάλωση, ακολουθώντας τον ενάρετο οικονομικό κύκλο.

Επομένως, θεωρείται αυτονόητο ότι δεν μπορεί να υπάρξει  οικονομική ανάπτυξη (μεγέθυνση) χωρίς επενδύσεις σε παραγωγικούς τομείς, ώστε να μπορέσει η ελληνική οικονομία να αναβαθμιστεί περαιτέρω και να συμβάλλει στην αύξηση του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων.

 

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου