Το έγκριτο ταξιδιωτικό περιοδικό το χαρακτηρίζει ως «το υποτιμημένο διαμάντι» της νησιωτικής Ελλάδας.
«ΗΕλλάδα έχει εκατοντάδες νησιά. Ελάχιστα όμως είναι τόσο μικρά ή τόσο τέλεια διαμορφωμένα όσο το Καστελόριζο. Κατά ειρωνικό τρόπο, το νησί ήταν γνωστό στην αρχαιότητα ως Μεγίστη, επειδή είναι το μεγαλύτερο σε ένα αρχιπέλαγος μικροσκοπικών νησιών που βρίσκονται εκεί που τελειώνει η Ευρώπη και ξεκινάει η Ασία.
Μόλις δύο χιλιόμετρα από τις ακτές της Λυκίας της Τουρκίας -30 λεπτά με το πλοίο ή 10 λεπτά με ταχύπλοο- αυτό το νησί των Δωδεκανήσων είναι γεμάτο με ένα μεθυστικό κοκτέιλ πολιτισμών: αρχαία φρούρια, πατητήρια σταφυλιών, ανεμόμυλοι, κάστρα, τζαμιά προδίδουν την πολυπολιτισμικότητα που έχει προσελκύσει ανά τους αιώνες το Καστελόριζο, ένα νησί-σταυροδρόμι που φέρει έντονα τα σημάδια της ναυτικής και εμπορικής ανάπτυξης που γνώρισε κάποτε».
Με αυτή την εισαγωγή ξεκινάει το άρθρο-ωδή του Condé Nast Traveler για το ελληνικό νησί που αξίζει να επισκεφθεί κάποιος το 2024. Το χαρακτηρίζει ως «το μυστικό ελληνικό νησί» και ως «το πιο υποτιμημένο».
Το έγκριτο ταξιδιωτικό περιοδικό αναφέρει ότι το Καστελόριζο, που απέκτησε παγκόσμια προβολή το 1991, όταν γυρίστηκε εκεί η οσκαρική ταινία, Mediterraneo, προσελκύει τα τελευταία χρόνια ένα κοσμοπολίτικο κοινό, όχι μόνο για τη φυσική του ομορφιά και τα βαθιά μπλε νερά, αλλά κυρίως «για τη γαλήνη, την αίσθηση ιδιωτικότητας και την απελευθερωτική του απλότητα».
Όπως επίσης για το γεγονός ότι πρόκειται για ένα νησί που περπατιέται. Υπάρχει μόνο ένα ταξί και μόνο ένα μικρό λεωφορείο (λειτουργεί αποκλειστικά κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού), ενώ μπορείς να πας παντού με τα πόδια μέσω ενός δικτύου φυσικών μονοπατιών ή με σκαφάκι.
Ένας είναι και ο οικισμός του νησιού, το ομώνυμο Καστελόριζο, που βρίσκεται γύρω από το φυσικό λιμάνι και αποτελείται από τις συνοικίες Πηγάδια, Χωράφια και Μανδράκι. Στον οικισμό υπάρχουν πολλά παλιά αρχοντικά, τα περισσότερα από τα οποία έχουν ερημώσει, αφού οι περισσότεροι κάτοικοι έχουν φύγει εδώ και χρόνια στο εξωτερικό.
Τα σπίτια που έχουν αναστηλωθεί σήμερα αποτελούν αυθεντικά δείγματα παραδοσιακής Δωδεκανησιακής αρχιτεκτονικής: αμφιθεατρικά κτισμένα γύρω από τη θάλασσα, προκαλούν εντύπωση με την ομοιομορφία τους, που οφείλεται στα κοινά υλικά, όπως ντόπια πέτρα, ξύλο από τη Μικρά Ασία, σιδεριές, κεραμίδια από την Αττάλεια και τη Μασσαλία.
Στο άρθρο του Condé Nast Traveler, υπογραμμίζεται ότι ενώ είναι ένα νησί που η νυχτερινή ζωή απουσιάζει, η καλλιτεχνική δημιουργία οργιάζει. Ενδεικτικά αναφέρει ότι το Καστελόριζο αποτελεί πόλο έλξης για συλλέκτες έργων τέχνης, designers, αρχιτέκτονες και κινηματογραφιστές – δεν είναι τυχαίο ότι στα τέλη Αυγούστου πραγματοποιείται κάθε χρόνο το Beyond Borders, ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ ντοκιμαντέρ.
«Το Καστελόριζο τείνει να γίνει αθόρυβα η δωδεκανησιακή απάντηση στην Ύδρα», σημειώνει η αρθρογράφος Rachel Howard και παραθέτει τα καλύτερα καταλύματα για διαμονή, τα καλύτερα μπαρ και εστιατόρια, τα καλύτερα μαγαζιά για αγορές και φυσικά, τα αξιοθέατα που πρέπει να δεις αν βρεθείς στο μικροσκοπικό διαμάντι της νησιωτικής Ελλάδας.
Ανάμεσά τους, τα γειτονικά νησάκια Ρω, Άγιος Γεώργιος και Στρογγυλή, το Μουσείο Γρίφων -το πρώτο στην Ελλάδα κι ένα από τα λίγα παγκοσμίως-, που σκοπός του είναι να εμπνεύσει μικρούς και μεγάλους μέσω περίεργων μηχανισμών και τρόπων επίλυσης γρίφων και τη Γαλάζια Σπηλιά ή Φώκιαλη (ονομασία που πήρε από τις φώκιες που κατοικούν μέσα) που είναι το μεγαλύτερο από τα ενάλια σπήλαια της Ελλάδας και ένα από τα γνωστά παγκοσμίως για τον πλούσιο σταλακτιτικό στολισμό που διαθέτει.