Ισχυρή ζήτηση για ευρωπαϊκό τουρισμό, αλλά μειωμένη ανάπτυξη λόγω γεωπολιτικών εντάσεων και οικονομικής επιβράδυνσης. Αυτό είναι το βασικό μήνυμα των Tour Operators προς τους Ξενοδόχους κατά τη διάρκεια της ITB 2025 στο Βερολίνο, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ) Γιάννη Χατζή.
Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στον απόηχο των εντυπώσεων από τη συμμετοχή στην ΙΤΒ, ο κ.Χατζής, υπογραμμίζει στη συνέχεια:
“…Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του ΙΝΣΕΤΕ, η Ελλάδα κατατάχθηκε πρώτη ανάμεσα σε έξι μεσογειακές αγορές στην ικανοποίηση των πελατών ξενοδοχείων για την καλοκαιρινή σεζόν του 2024. Με συνολικό Δείκτη Ικανοποίησης Επισκεπτών (GRI) 87%, η Ελλάδα ξεπέρασε βασικούς ανταγωνιστές, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου (86%) και της Ισπανίας/Ιταλίας (85%). Αυτό το επίτευγμα αντικατοπτρίζει τη δέσμευση της χώρας για αριστεία στη φιλοξενία, καθοδηγούμενη από εξαιρετικά πρότυπα εξυπηρέτησης, αυστηρά πρωτόκολλα καθαριότητας και τη στρατηγική θέση των περιουσιακών στοιχείων του ξενοδοχείου.
800 εκατ. ευρώ το χρόνο για ανακαινίσεις ξενοδοχείων
Τα ελληνικά ξενοδοχεία διαθέτουν κατά μέσο όρο 800 εκατ. ευρώ ετησίως για ανακαινίσεις και συντήρηση, μαζί με περίπου 105 εκατ. ευρώ ετησίως αφιερωμένα σε πρωτοβουλίες βιωσιμότητας (πηγή: ITEI). Αυτές οι συνεχείς επενδύσεις απογειώνουν τη συνολική ποιότητα των υπηρεσιών, εξασφαλίζοντας ότι οι επισκέπτες επωφελούνται από μια καλύτερη εμπειρία διαμονής.
Επιπλέον, ο τομέας της φιλοξενίας λειτουργεί μέσα σε ένα απαιτητικό μακροοικονομικό τοπίο που χαρακτηρίζεται από διαρκείς πληθωριστικές πιέσεις. Το αυξανόμενο κόστος σε βασικές εισροές -όπως ενέργεια, πρώτες ύλες και οικονομικά έξοδα- ασκούν σημαντική πίεση στην κερδοφορία των ξενοδοχείων. Παρά την αύξηση των εσόδων, έρευνα της ICAP CRIF αποκαλύπτει ότι τα καθαρά προ φόρων κέρδη ξενοδοχείων μειώθηκαν κατά 16,3% το 2023, υπογραμμίζοντας ότι οι αναπροσαρμογές τιμών δεν μεταφράζονται απαραίτητα σε αυξημένα κέρδη.
Επιπλέον, η κλιμακούμενη φορολογική επιβάρυνση έχει επιταχύνει περαιτέρω τις αυξήσεις των τιμών, επηρεάζοντας δυσανάλογα τον ξενοδοχειακό κλάδο σε σύγκριση με άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας. Οι υψηλότερες εισφορές και οι προσαυξήσεις επιβάλλουν σημαντικούς περιορισμούς, περιορίζοντας τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να διατηρήσουν ανταγωνιστικές τιμές παρά τις συνεχιζόμενες προσπάθειές τους να απορροφήσουν τις πιέσεις κόστους.
Παρόλα αυτά, η Ελλάδα παραμένει κορυφαίος προορισμός «Value for Money». Η συνέργεια των ιδιωτικών υποδομών παγκόσμιας κλάσης, η ανώτερη ποιότητα υπηρεσιών και η απαράμιλλη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά δικαιολογεί το κόστος ταξιδιού στη χώρα. Εξαιρετική αξία λαμβάνουν οι επισκέπτες, βιώνοντας υψηλό επίπεδο φιλοξενίας σε έναν προορισμό που συνεχώς εξελίσσεται για να ανταποκριθεί στις σύγχρονες προσδοκίες.
Τελικά, η στρατηγική απόφαση των ελληνικών ξενοδοχείων να επενδύσουν στην ενίσχυση της ποιότητας -ακόμα και εν μέσω οικονομικών προκλήσεων- καταδεικνύει τη φιλοδοξία της Ελλάδας όχι απλώς να διατηρήσει την τουριστική της δυναμική αλλά να τοποθετηθεί ως παγκόσμιο σημείο αναφοράς για την αριστεία. Για να υποστηρίξουν αυτήν την τροχιά, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να αντιμετωπίσουν ενεργά τις εξελισσόμενες ανάγκες του τομέα.
Άμεσα μέτρα υπέρ της ανάπτυξης -όπως στοχευμένη φοροαπαλλαγή (π.χ. κατάργηση του ΤΑΚΚ. , μείωση του ΦΠΑ) και η αύξηση των δημόσιων επενδύσεων, ιδιαίτερα στις υποδομές – είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της μακροπρόθεσμης ανταγωνιστικότητας του τομέα και την ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας ως κορυφαίου παγκόσμιου τουριστικού προορισμού”.
Πηγή: tornosnews.gr