«Στο φροντιστήριο δεν το κάναμε έτσι»… επαναστατούν πολλοί μαθητές απέναντι στους καθηγητές του σχολείου. Πρόκειται για παραδοχή που καταδεικνύει την απαξίωση του ελληνικού σχολείου στην υψηλότερή του βαθμίδα, το λύκειο. Οι εννέα στους δέκα καθηγητές έχουν αμφισβητηθεί ευθέως από τους μαθητές τους, με την παρατήρηση ότι ο καθηγητής του φροντιστηρίου τούς δίδαξε αλλιώς ένα θέμα της ύλης. Το φροντιστήριο είναι μια πραγματικότητα στην ελληνική εκπαίδευση, καθώς σχεδόν όλοι οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου το παρακολουθούν ενόψει των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Ωστόσο, οι καθηγητές δεν θεωρούν ότι η ελεύθερη πρόσβαση στα ΑΕΙ, όπως επαγγέλλεται η νυν ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, αποτελεί το «κλειδί» για την αντιμετώπιση του φροντιστηρίου και τη μείωση του άγχους των υποψηφίων. Η πολύωρη μελέτη των μαθητών είναι απαραίτητη για την επιτυχία και λόγω του συστήματος αξιολόγησης. Ετσι, οι καθηγητές ζητούν βελτιωτικές αλλαγές στο σύστημα και σταθερότητά του. Οι έξι στους δέκα έχουν δει το εξεταστικό να αλλάζει δύο ή τρεις φορές κατά τη διάρκεια της έως τώρα θητείας τους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την υπό έκδοση σε βιβλίο διδακτορική μελέτη της διδάσκουσας στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Αικατερίνης Πολυμίλη, την οποία παρουσιάζει η «Κ», το 97,2% των καθηγητών θεωρεί δεδομένο ότι οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου παρακολουθούν φροντιστηριακά μαθήματα. Μάλιστα, το 95,8% δήλωσε ότι οι μαθητές κατά τη διάρκεια του μαθήματος ανέφεραν ότι αλλιώς διδάχθηκαν την ύλη στο φροντιστήριο. Το 28,5% των καθηγητών παραδέχθηκε ότι αμφισβητούνται πολλές φορές και το 35,5% αρκετές φορές. Μόνο το 4,2% δήλωσε ότι δεν του έχει συμβεί αυτό ποτέ στην τάξη. Ωστόσο, παρότι συνολικά το 64% των εκπαιδευτικών αμφισβητείται από τους μαθητές πολλές ή αρκετές φορές, οι έξι στους δέκα (59,5%) δεν ενοχλούνται από τη συγκεκριμένη συμπεριφορά των μαθητών, ενώ αρκετοί (18,4%) δήλωσαν ότι αδιαφορούν.
Την ίδια στιγμή, το 84,2% των καθηγητών παραδέχθηκε ότι οι μαθητές παρακολουθούν φροντιστήριο διότι αυξάνεται η πιθανότητα επιτυχίας στις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Βέβαια, επιπρόσθετα το 51,9% των εκπαιδευτικών εκτιμά ότι στην επιλογή αυτή οι μαθητές μιμούνται τους συμμαθητές τους, ωστόσο το 51,6% θεωρεί ότι γονείς και μαθητές δεν εμπιστεύονται τον θεσμό του σχολείου. Επομένως, η έλλειψη εμπιστοσύνης τούς ωθεί στην αναζήτηση εξωσχολικής συμπληρωματικής εκπαίδευσης. Σημαντικό ποσοστό (47,1%) πιστεύει ότι οι μαθητές οδηγούνται στο φροντιστήριο εξαιτίας της ανασφάλειάς τους και λόγω της πίεσης που τους ασκούν οι γονείς τους (43,4%). Το 25,8% των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι «κάποιοι συνάδελφοί τους δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους», και αυτό οδηγεί τους μαθητές να παρακολουθήσουν φροντιστήριο.
Συγκρίνοντας σχολείο με φροντιστήριο σε δέκα κριτήρια, οι εκπαιδευτικοί προκρίνουν φροντιστήριο σε οκτώ. Η μεγαλύτερη διαφορά (58,9% υπέρ του φροντιστηρίου έναντι 28,9%) σημειώνεται στο ότι το φροντιστήριο παρέχει καλύτερο διδακτικό υλικό (σχεδιαγράμματα, σημειώσεις κ.ά.). Επίσης, το 77,1% των καθηγητών δήλωσε ότι έχει λίγο χρόνο για επιπλέον ασκήσεις.
Πνευματική καλλιέργεια
Στον αντίποδα, οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν ότι το σχολείο παρέχει δυνατότητες για ουσιαστική πνευματική καλλιέργεια των μαθητών (στο κριτήριο αυτό το 41,8% «ψήφισε» σχολείο, έναντι μόλις 4% για το φροντιστήριο). Ακόμη κι έτσι, στη Γ΄ Λυκείου μπορεί να επιτευχθεί ο σκοπός της πνευματικής καλλιέργειας των μαθητών; Οχι. Μόλις ο ένας στους δέκα καθηγητές –9,9%– απάντησε ότι οι μαθητές παρακολουθούν με ενδιαφέρον τα μη πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματά τους, αφού η προσοχή τους είναι εστιασμένη στον μικρό αριθμό των εξεταζόμενων μαθημάτων. Το 56,7% των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι για να έχει ο υποψήφιος υψηλές πιθανότητες επιτυχίας πρέπει –πλην των ωρών του σχολείου και του φροντιστηρίου– να μελετά στο σπίτι τουλάχιστον 16 ώρες την εβδομάδα. Μάλιστα, το 30,8% θέτει ως μίνιμουμ τις 30 ώρες, αναδεικνύοντας τους 18χρονους ως τους πιο σκληρά εργαζομένους της χώρας!
«Αναγκαία η μεταρρύθμιση στις εισαγωγικές»
Οι έξι στους δέκα καθηγητές –57,6%– πιστεύουν πως μια κατάλληλη μεταρρύθμιση στο σύστημα εισαγωγής θα άλλαζε τη στάση γονέων και μαθητών απέναντι στην παγιωμένη αντίληψη περί αναγκαιότητας του φροντιστηρίου. Μόνο το 17,1% πιστεύει ότι η ελεύθερη πρόσβαση στα ΑΕΙ είναι το κατάλληλο «όπλο» κατά του φροντιστηρίου. Και αυτό, μάλλον, επειδή η πλειονότητα εκτιμά ότι εισαγωγή στα ΑΕΙ χωρίς κάποιου είδους εξετάσεις δεν γίνεται. Μάλιστα, το 43,1% δήλωσε ότι το καλύτερο εξεταστικό σύστημα των τελευταίων σαράντα ετών ήταν των δεσμών, στο οποίο οι μαθητές εξετάζονταν σε τέσσερα μαθήματα. «Πιθανώς διότι η εξέταση σε μόνο τέσσερα μαθήματα διευκόλυνε την εμβάθυνση στο γνωστικό αντικείμενο και άρα και το έργο των εκπαιδευτικών. Ενδεχομένως, η αναλογία ωρών διδασκαλίας και όγκου ύλης των εξεταζομένων μαθημάτων επέτρεπε στους εκπαιδευτικούς να εργαστούν καλύτερα», παρατηρεί στην «Κ» η κ. Πολυμίλη, η οποία πραγματοποίησε την έρευνα στο πλαίσιο της διδακτορικής της διατριβής στο τομέα Παιδαγωγικής του τμήματος Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής του ΑΠΘ, με επιβλέποντα τον ομότιμο καθηγητή κ. Δημήτρη Χατζηδήμου.
Από την άλλη, μόλις το 13,9% των καθηγητών απαντά πως το ισχύον σύστημα υπερέχει έναντι των προηγούμενων. Από τις απαντήσεις των εκπαιδευτικών συνάγεται ότι η βελτίωση του συστήματος απαιτεί αλλαγή της στοχοθεσίας του λυκείου, και δη των δύο τελευταίων τάξεών του. Μάλιστα, οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται στη μέση εκπαίδευση απάντησαν ότι θεωρούν τους εαυτούς τους πιο καταρτισμένους από τους εκπαιδευτικούς στο φροντιστήριο· το 39,5% απαντά πως είναι «πολύ» εξειδικευμένοι, ενώ για τους συναδέλφους τους στο φροντιστήριο το ποσοστό στην ανάλογη ερώτηση είναι 29%. Παρ’ όλα αυτά, οι του σχολείου δεν προετοιμάζουν επαρκέστερα τους μαθητές για τις Πανελλαδικές, δεν ελέγχουν καλύτερα την πρόοδο των μαθητών, δεν αξιοποιούν νέες τεχνολογίες, δεν διδάσκουν περισσότερο αποτελεσματικά, δεν παρέχουν περισσότερο και καταλληλότερο εκπαιδευτικό υλικό. «Ισως, όπως απάντησαν στις ανοιχτές ερωτήσεις που τέθηκαν, ο κυριότερος λόγος είναι η έλλειψη χρόνου, η ανομοιογένεια στην τάξη και κάποιες φορές ο μεγάλος αριθμός των μαθητών ανά τμήμα», λέει η κ. Πολυμίλη.
Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους η πολιτεία παρά τις επανειλημμένες εξαγγελίες της δεν έχει καταφέρει να εξαλείψει την παραπαιδεία, οι περισσότεροι καθηγητές (23,9%) θεωρούν ότι η δομή του εκπαιδευτικού συστήματος ευθύνεται κατά κύριο λόγο για τη μαζική προσέλευση των μαθητών στο φροντιστήριο.
Σημαντικό ποσοστό (18,3%) απάντησε ότι δεν υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση, ώστε να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της παραπαιδείας. Αλλωστε, και στα φροντιστήρια εργάζονται πάρα πολλοί πτυχιούχοι, βρίσκοντας επαγγελματική αποκατάσταση. Βέβαια, με αυτό τον τρόπο οι γονείς πληρώνουν διπλά: και στο κράτος ως φορολογούμενοι για τις εκπαιδευτικές υπηρεσίες και στο φροντιστήριο. Σύμφωνα με την τελευταία (2017) μελέτη του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, για δίδακτρα σε φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης ετησίως δαπανώνται περί τα 500,8 εκατ. ευρώ, ενώ σε 271 εκατ. ευρώ υπολογίζεται το ποσό για τα ιδιαίτερα μαθήματα…