Το υπουργείο Περιβάλλοντος δεν πρέπει να αδειοδοτήσει νέα αιολικά πάρκα σε περιοχές Natura, προκειμένου να προστατεύσει επαρκώς τα φυσικά οικοσυστήματα και τα απειλούμενα είδη. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας νέας έρευνας από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, οι ανεμογεννήτριες που ήδη βρίσκονται σε διάφορα στάδια αδειοδότησης για περιοχές εκτός Natura επαρκούν για να υπερκαλυφθεί κατά δύο έως τρεις φορές ο εθνικός στόχος για το 2030. Παρά ταύτα, αυτή τη στιγμή εκκρεμεί η αδειοδότηση για επιπλέον 5.514 ανεμογεννήτριες μέσα σε προστατευόμενες περιοχές.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Εργαστήριο Διατήρησης της Βιοποικιλότητας, με επιστημονική υπεύθυνη τη Βασιλική Κατή, αναπλ. καθηγήτρια στο τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών. Αφορά την κατάτμηση των φυσικών οικοσυστημάτων, σε συνδυασμό με τη χωροθέτηση αιολικών σταθμών και την επίτευξη των νέων, φιλόδοξων στόχων που έθεσε η Ελλάδα για την απολιγνιτοποίηση της χώρας. Με τη βοήθεια νέων τεχνολογιών, οι επιστήμονες ανέλυσαν τα στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας για την ήδη εγκατεστημένη ισχύ ανεμογεννητριών, αλλά και όσων αιολικών πάρκων βρίσκονται σε διάφορα στάδια αδειοδότησης ή έστω υπό αξιολόγηση.
Τα στοιχεία
Τα πρώτα αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον. Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι αιολικοί σταθμοί που λειτουργούν σήμερα στη χώρα καλύπτουν ήδη το μισό (49,78%) του στόχου μας για το 2030 (7.050 MW). Το μεγαλύτερο μέρος αυτών (37,04% του εθνικού στόχου, ή 1.702 ανεμογεννήτριες) βρίσκεται σε περιοχές εκτός Natura, ενώ εντός Natura λειτουργούν σήμερα 705 ανεμογεννήτριες (12,74% του εθνικού στόχου).
Την περίοδο αυτή έχει υποβληθεί προς αδειοδότηση ένας μεγάλος αριθμός επενδυτικών σχεδίων για νέα αιολικά πάρκα. Οπως επισημαίνουν οι επιστήμονες, αν κατασκευαστούν και λειτουργήσουν όλα τα αιολικά πάρκα που έχουν αιτηθεί άδεια από το υπουργείο Περιβάλλοντος, τότε η Ελλάδα θα ξεπεράσει τον στόχο αυτό κατά έξι φορές. Οι επενδυτές, όμως, δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον και για τις περιοχές Natura, στις οποίες στο άμεσο μέλλον προγραμματίζεται να εγκατασταθούν επιπλέον 5.514 ανεμογεννήτριες, συνολικής ισχύος 15.265 MW. Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι, κατά πόσον πρέπει το υπουργείο Περιβάλλοντος να αδειοδοτήσει όλες τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί, ή αν θα πρέπει η έμφαση να δοθεί μόνο στις περιοχές που δεν προστατεύονται.
Η ερευνητική ομάδα καταλήγει σε τρεις προτάσεις: Να σταματήσει προσωρινά το υπουργείο Περιβάλλοντος να εγκρίνει τις νέες αιτήσεις για αιολικά πάρκα, μέχρι να ολοκληρωθούν το νέο ειδικό χωροταξικό πλαίσιο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και οι ειδικές περιβαλλοντικές μελέτες που εκπονούνται σήμερα για τις προστατευόμενες περιοχές. Να επιτραπεί η ολοκλήρωση της διαδικασίας αδειοδότησης μόνο για όσες περιπτώσεις αφορούν αιολικά πάρκα εκτός Natura (μελλοντικά να εξεταστεί η «απόσυρση» όσων βρίσκονται μέσα σε προστατευόμενες περιοχές και έχει τεκμηριωθεί ότι προκαλούν ζημιά στο περιβάλλον). Και να δοθεί προτεραιότητα στην εγκατάσταση αιολικών πάρκων στις πιο υποβαθμισμένες οικολογικά περιοχές όπου υπάρχει ήδη πυκνό οδικό δίκτυο.
«Κατ’ αρχάς, οι στόχοι που έθεσε το νέο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα είναι ιδιαίτερα θετικοί, όπως και η δέσμευση της κυβέρνησης για τη μετάβαση σε μια κοινωνία κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050», λέει στην «Κ» η κ. Κατή. «Είναι πολύ σημαντικό ότι υπάρχει πολιτική βούληση για αυξημένη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών στην κατανάλωση ενέργειας έως το 2030. Πρόκειται για πολιτικές εξαιρετικές με σημαντικότητο όφελος για το περιβάλλον και την κοινωνία. Η περιβαλλοντική επίδοση της χώρας είναι σήμερα υψηλή ως προς την κάλυψη του εθνικού στόχου των 7.050 MW έως το 2030».
Πώς τεκμηριώνονται οι προτάσεις της ερευνητικής ομάδας; Δεν είναι προς όφελος της χώρας να εγκατασταθούν όσο το δυνατόν περισσότερα αιολικά πάρκα; «Με βάση τα αποτελέσματά μας δεν συνάδει εθνικός λόγος ούτε για την επιτάχυνση της διαδικασίας αδειοδότησης νέων αιολικών πάρκων, ούτε ειδικότερα για την εγκατάσταση νέων ανεμογεννητριών εντός περιοχών Natura», υποστηρίζει η κ. Κατή.
Τα δεδομένα
«Το επενδυτικό ενδιαφέρον –άρα και η καταλληλότητα του αιολικού δυναμικού– στις περιοχές εκτός του δικτύου των προστατευόμενων περιοχών είναι τόσο μεγάλο που υπερκαλύπτει κατά δύο έως τρεις φορές τον εθνικό στόχο για την επόμενη δεκαετία. Λαμβάνοντας υπόψη τις ανεμογεννήτριες που ήδη λειτουργούν, εντός και εκτός Natura, καθώς και τις ανεμογεννήτριες που έχουν λάβει άδεια κατασκευής ή άδεια παραγωγής με έγκριση περιβαλλοντικών όρων αποκλειστικά για περιοχές εκτός Natura, φθάνουμε ήδη στον εθνικό στόχο».
Το κύριο ζήτημα που έρχεται έντονα στην επιφάνεια τα τελευταία χρόνια είναι οι συνέπειες των αιολικών πάρκων στην «υγεία» των προστατευόμενων περιοχών και ειδών.
Αλλά και το ότι δεν συνεκτιμάται κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης το περιβαλλοντικό οικονομικό όφελος, δηλαδή οι υπηρεσίες που προσφέρει το περιβάλλον. «Υπάρχει εκτενής βιβλιογραφία για τις αρνητικές επιπτώσεις των αιολικών πάρκων και των συνοδών τους έργων, οδικού δικτύου, στη βιοποικιλότητα και στα φυσικά οικοσυστήματα», λέει η κ. Κατή.
Οι επιστήμονες δεν αμφισβητούν την ανάγκη επέκτασης της χρήσης της αιολικής ενέργειας. «Η ανάπτυξη των ΑΠΕ είναι απολύτως απαραίτητη», λέει η κ. Κατή. «Πλην, όμως, απαιτούνται ψύχραιμες, πολυδιάστατες και τεκμηριωμένες επιστημονικά απόψεις για την ορθή χωροθέτησή τους». Πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή στη μεγιστοποίηση του κέρδους των εταιρειών που επενδύουν στις ΑΠΕ με το ελάχιστο περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος.
Η επέκταση των δρόμων
Μια πτυχή που σπάνια ακούγεται στον δημόσιο λόγο, αλλά παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναδεικνύεται μέσα από την έρευνα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Πρόκειται για τον αποκαλούμενο «κατακερματισμό» της γης, δηλαδή την ολοένα και αυξανόμενη απώλεια φυσικών οικοσυστημάτων από την επέκταση του οικιστικού ιστού, των υποδομών και των δρόμων. Η ερευνητική ομάδα (σε συνεργασία με την «Πίνδο Περιβαλλοντική» και με χρηματοδότηση από το Πράσινο Ταμείο) «χαρτογράφησε» τις περιοχές που βρίσκονται σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από κάποιον δρόμο και συνιστούν ενότητες μεγαλύτερες των 50 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Πού κατέληξε; Υπάρχουν μόλις έξι τέτοιες περιοχές (Λευκά Ορη, Τύμφη, Ολυμπος, Ταΰγετος, όρος Σάος και Σμόλικας) που αντιστοιχούν στο 0,5% της χώρας, να παραμένουν εντελώς «παρθένες», χωρίς καμία μορφή ανθρώπινης παρουσίας. Οπως επισημαίνουν οι ερευνητές, η Ελλάδα καταλαμβάνει μία από τις πρώτες θέσεις στην αύξηση επιφανειών με έντονο κατακερματισμό (+5% το 2009-2012), ενώ με βάση τη Eurostat καταλαμβάνει την πρώτη θέση στην αύξηση των τεχνητών επιφανειών (2012-2015), με την επέκταση των εργοταξίων να είναι η κύρια πηγή απώλειας φυσικών εκτάσεων. «Η επέκταση των δρόμων έχει σημαντικές συνέπειες στο περιβάλλον και στη βιοποικιλότητα», εξηγεί η κ. Κατή. «Η δημιουργία αιολικών πάρκων σε απρόσιτα ορεινά ή νησιωτικά οικοσυστήματα προκαλεί μεγαλύτερη περιβαλλοντική βλάβη από ό,τι περιβαλλοντικό όφελος και αυτό είναι πλέον αποδεδειγμένο επιστημονικά».
Πηγή: kathimerini.gr