του Σταύρου Λυγερού
Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών έστεφαν με επιτυχία τη μεγαλύτερη προσπάθεια της Άγκυρας να συσπειρώσει εκλογικά και να ελέγξει πολιτικά τη μουσουλμανική μειονότητα. Η συντριπτική πλειονότητα των μουσουλμανικών ψήφων κατευθύνθηκε στο τουρκόφρονο Κόμμα Ισότητας Ειρήνης και Φιλίας (ΚΙΕΦ/DEB). Το πανελλαδικό ποσοστό του είναι 0,75% (42.627 ψήφοι), αλλά κατέκτησε την πρώτη θέση στους νομούς Ροδόπης (42%) και Ξάνθης (26%).
Σύμφωνα με υπολογισμούς στις αγροτικές περιοχές στη Ροδόπη οι μουσουλμάνοι το ψήφισαν κατά περίπου 95%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις αστικές περιοχές είναι χαμηλότερο (περίπου 65%). Τα αντίστοιχα ποσοστά στην Ξάνθη είναι σημαντικά μικρότερα. Όσον αφορά στους μουσουλμάνους Ρομά, υπολογίζεται ότι μόνο ένας στους τέσσερις ψήφισε το τουρκόφρονο κόμμα. Το ΚΙΕΦ απέτυχε πλήρως να διεισδύσει στους μουσουλμάνους της Δωδεκανήσου, όπως και σε μειονοτικούς που έχουν μετοικήσει σε άλλες περιοχές.
Στόχος της Άγκυρας ήταν να κάνει επίδειξη δύναμης και να εγγράψει υποθήκες. Το μέγεθος της μειονότητας δεν επιτρέπει την υπέρβαση του ορίου του 3% για την είσοδο στη Βουλή αυτόνομου μουσουλμανικού συνδυασμού. Γι’αυτό και η έμφαση δίνεται στη μεγιστοποίηση των ανταλλαγμάτων που μπορεί να αποσπάσει ο ελεγχόμενος από το τουρκικό προξενείο σκληρός πυρήνας της μειονότητας παζαρεύοντας τις μουσουλμανικές ψήφους με τα ελληνικά κόμματα στις επόμενες εθνικές εκλογές.
Στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2010 οι αυτόνομοι μειονοτικοί συνδυασμοί στους δήμους Ξάνθης και Κομοτηνής είχαν αποτύχει να συσπειρώσουν τις μουσουλμανικές ψήφους. Είχε καταστεί σαφές ότι, λόγω των ευκαιριών εκλογής αλλά και των τοπικών και προσωπικών αντιθέσεων, η συσπείρωση της μειονότητας σ’αυτού του είδους τις εκλογικές αναμετρήσεις ήταν πρακτικά αδύνατη. Γι’ αυτό και η Άγκυρα επέλεξε να κάνει επίδειξη δύναμης στις ευρωεκλογές. Για το σκοπό αυτό κατέβασαν από το ράφι το κόμμα που είχε ιδρύσει ο μακαρίτης αυτονομιστής Σαδίκ και το έριξαν στη μάχη με σύνθημα «Όλοι μαζί είμαστε πιο δυνατοί». Λόγω των πιέσεων που τους ασκήθηκαν, αλλά και επειδή δεν είχαν ελπίδες εκλογής μουσουλμάνοι πολιτευτές και άλλοι παράγοντες της μειονότητας αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους στα ευρωψηφοδέλτια των ελληνικών κομμάτων στα οποία ανήκουν! Και όχι μόνο αυτό. Όλοι σχεδόν πήγαν στα γραφεία του τουρκόφρονου ΚΙΕΦ για να δηλώσουν ότι το στηρίζουν στις ευρωεκλογές.
Το έμμεσο πλην σαφές μήνυμά τους ήταν ότι όλες οι μουσουλμανικές ψήφοι πρέπει να κατευθυνθούν στο μειονοτικό κόμμα. Το ίδιο μήνυμα έστειλαν η ενεργός συμμετοχή του Τούρκου προξένου στην προεκλογική εκστρατεία του ΚΙΕΦ, καθώς και η προβολή του από την τουρκική τηλεόραση. Το μεγαλύτερο μέρος της προεκλογικής εκστρατείας όμως έγινε στα τζαμιά.
Η Σαμπιχά και το προξενείο
Τη στοίχιση πίσω από τις επιταγές του τουρκικού προξενείου έσπασε η συμμετοχή της Ρομά ακτιβίστριας Σαμπιχά στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ. Γι’αυτό και αμέσως εκδηλώθηκε λυσσαλέα αντίδραση όχι μόνο από το βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ στην Ξάνθη Ζεϊμπέκ, αλλά και συνολικά από τη Νομαρχιακή Επιτροπή του κόμματος η οποία έχει συνηθίσει να ασκεί τοπική πολιτική και να δίνει εκλογικές μάχες λαμβάνοντας καθοριστικά υπόψη τις επιθυμίες του τουρκικού προξενείου.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Αν και η Κεντρική Επιτροπή είχε εγκρίνει με ευρεία πλειοψηφία την υποψηφιότητα της Σαμπιχά, η Κουμουνδούρου όχι μόνο την έκοψε, αλλά την αντιμετώπισε, μάλιστα, με ανθρωποφαγικό τρόπο. Η αυτοκριτική του Τσίπρα στην τηλεοπτική συνέντευξή του στον Alpha ήταν ένα παρήγορο σημάδι, το οποίο όμως δεν είχε πρακτική αξία. Ο Χριστόπουλος, που δημοσίως δήλωσε ότι εργάστηκε για να κοπεί η Σαμπιχά και που χαρακτήρισε τη μουσουλμανική μειονότητα «ένα ενιαίο συμπαγές πράμα», παρέμεινε στο ευρωψηφοδέλτιο, επιβεβαιώνοντας την ισχύ της εθνομηδενιστικής πτέρυγας. Ας σημειωθεί ότι η Νομαρχιακή Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, που είχε χαλάσει τον κόσμο για την υποψηφιότητα της Σαμπιχά, είχε προτείνει ενθέρμως την υποψηφιότητα (για το Περιφερειακό Συμβούλιο) του δεδηλωμένου Τούρκου εθνικιστή Κουρτ, ο οποίος υπερηφανεύεται για τις σχέσεις του με τον αρχηγό των Γκρίζων Λύκων.
Οι προσδοκίες της Κουμουνδούρου, ότι με τη θυσία της Σαμπιχά ο ΣΥΡΙΖΑ θα διατηρούσε τα ποσοστά του στη μειονότητα και στις ευρωεκλογές διαψεύστηκαν. Τα ποσοστά του στη Ροδόπη και την Ξάνθη καταβαραθρώθηκαν, όταν πανελλαδικά κατάκτησε την πρωτιά. Η μαζική μετακίνηση στο τουρκόφρονο ΚΙΕΦ απέδειξε ότι η εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ στους μουσουλμάνους ήταν δοτή και καθόλου παγιωμένη.
Η υπόθεση Σαμπιχά λειτούργησε σαν καταλύτης για να τεθούν ευρύτερα ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο που η Κουμουνδούρου αντιλαμβάνεται το εθνικό συμφέρον και, βεβαίως, για την ικανότητά της να χειριστεί τα εθνικά θέματα. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ποσοστό της τάξεως του 4% δεν είχαν μεγάλη σημασία τα όσα έλεγαν τα στελέχη του. Τώρα όμως που ζητά από τους Ελληνες να του εμπιστευτούν τη διακυβέρνηση, οι εθνομηδενιστικές αντιλήψεις κόστισαν πολύ και σε ψήφους και σε πολιτική εμπιστοσύνη. Μια ματιά στα εκλογικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ στη Μακεδονία και στο χριστιανικό πληθυσμό της Θράκης το αποδεικνύει.
Στη Θράκη όμως δεν παίζεται μόνο ένα παιχνίδι κομματικής αριθμητικής. Παίζεται κι ένα επικίνδυνο για τα εθνικά συμφέροντα παιχνίδι. Το καταδεικνύει η δήλωση Ερντογάν στα τέλη του 2013 «Η Θράκη είναι η ζωντανή ιστορία της Τουρκίας και η εκπρόσωπος του ιστορικού παρελθόντος της στην Ευρώπη». Οι Τούρκοι επιδιώκουν να μετατρέψουν τη μουσουλμανική μειονότητα σε γεωπολιτικό έρεισμα, με στόχο την έμμεση πλην σαφή αποσταθεροποίηση της ελληνικής κυριαρχίας στην περιοχή.
«Στρατηγικό βάθος»
Η ρητορική αυτή δεν είναι σκόρπιες κουβέντες. Είναι οργανική συνιστώσα της νεοοθωμανικής στρατηγικής. Πίσω από τον κομψό όρο «στρατηγικό βάθος» κρύβεται η επιδίωξη της Τουρκίας να αναδειχθεί σε κέντρο και ηγεμόνα του μεταοθωμανικού χώρου. Οι Ερντογάν και Νταβούτογλου πραγματοποιούν κάθε χρόνο πολλές επισκέψεις υφαίνοντας ένα δίκτυο σχέσεων και θεσμών συνεργασίας στη Μέση Ανατολή, στα Βαλκάνια και στον Καύκασο.
Τον Οκτώβριο 2009, μιλώντας στο Σεράγεβο, ο Νταβούτογλου είχε πει ότι τα Βαλκάνια κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν «πρότυπο συνεργασίας σε όλους τους τομείς… Επιθυμούμε μια νέα Βαλκανική, που θα θεμελιώνεται στις πολιτικές αξίες, στην οικονομική αλληλεξάρτηση, στη συνεργασία και στην πολιτιστική αρμονία. Όλα αυτά εξασφαλίζονταν στα οθωμανικά Βαλκάνια… Εμείς θα αναβιώσουμε την εποχή αυτή. Τα οθωμανικά Βαλκάνια ήταν μια επιτυχημένη ιστορία και τώρα πρέπει να αναγεννηθούν».
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών δεν είναι αφελής για να οραματίζεται την αναγέννηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Προσπαθεί να οικοδομήσει ένα περιφερειακό σύστημα, στο κέντρο του οποίου -και σε ρόλο ηγεμόνα- θα είναι η Τουρκία. Για να προωθήσει τη στρατηγική αυτή εξιδανικεύει την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την παρουσιάζει σαν καθοριστικό και ρυθμιστικό παράγοντα της ιστορικής εξέλιξης της ευρύτερης περιοχής. Στην πραγματικότητα, επενδύει με ιδεολογικο-ιστορικό περίβλημα γεωπολιτικούς στόχους.
Η νεοοθωμανική διπλωματία με τίτλο «Μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες» ήταν ένα όχημα για προβολή ήπιας ισχύος, για διαπραγματεύσεις από πλεονεκτική θέση και, εντέλει, για διευθετήσεις οι οποίες θα επέτρεπαν στην Τουρκία να αναδειχθεί σε ηγεμόνα στο μεταοθωμανικό χώρο. Η διπλωματία αυτή τελικώς έχει βαλτώσει. Η Άγκυρα δεν απέτυχε μόνο να κλείσει παραδοσιακά μέτωπα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και να διαμορφώσει όρους ηγεμονίας στην περιοχή. Έχει, επιπλέον, εμπλακεί βαθιά στις τοπικές αντιθέσεις όχι ως επιδιαιτητής όπως επιθυμούσε, αλλά ως μέρος του προβλήματος.
EΠΙΚΑΙΡΑ