Σε ποινή κάθειρξης 7 ετών με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα καταδικάστηκε από το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων ένας λογιστής, που εργαζόταν ως ασφαλιστικός σύμβουλος, που κρίθηκε ένοχος υπεξαίρεσης.
Η σε βάρος του κατηγορία συνίσταται στο ό,τι «με περισσότερες πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, ιδιοποιήθηκε παράνομα ξένο ολικά ή εν μέρει κινητό πράγμα, το οποίο του το είχαν εμπιστευθεί λόγω της ιδιότητάς του ως εντολοδόχου και ήταν ιδιαίτερα μεγάλης αξίας» και ειδικότερα ότι στη Ρόδο κατά το χρονικό διάστημα των ετών από την 01.11.2006 έως και την 30.06.2008 με την ιδιότητά του ως πράκτορα ασφαλίσεων της εταιρείας με την επωνυμία “EUROSTATUS ΜΕΣΙΤΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Α.Ε.”, ιδιοποιήθηκε παράνομα το συνολικό χρηματικό ποσό των 37.230,04 ευρώ, το οποίο του κατέβαλαν τμηματικά, ως ασφάλιστρα, διάφοροι ασφαλισμένοι στην ως άνω ασφαλιστική εταιρία προκειμένου να τα αποδώσει σε αυτή.
Το ιστορικό της υπόθεσης φέρεται να έχει ως εξής:
Η πολιτικώς ενάγουσα εταιρία συνήψε με τον κατηγορούμενο την 11.09.2006 σύμβαση συνεργασίας. Στα πλαίσια της συνεργασίας των δύο πλευρών κύριο καθήκον του κατηγορουμένου ήταν να παρουσιάζει, να προτείνει και να προπαρασκευάζει ασφαλιστικές εργασίες, σύμφωνα με τους εκάστοτε από την εταιρία καθοριζόμενους όρους και τις εν γένει εντολές στο όνομά της.
Περαιτέρω συμφωνήθηκε να εισπράττει κατά κλάδο προμήθεια εκ των ασφαλιστηρίων συμβολαίων, τα οποία θα εκδίδονταν μετά από μεσολάβησή του, ενώ παράλληλα είχε την υποχρέωση να αποδίδει στην εταιρία, το αργότερο εντός τριών μηνών από το τέλος του μήνα της χρέωσης, τα εισπραττόμενα από αυτόν ασφάλιστρα, αφαιρουμένου του ποσού της προμήθειας που εδικαιούτο, το οποίο καθορίστηκε σε ποσοστό επί των καθαρών ασφαλίστρων, για τον κλάδο πυρός 30% και για τον κλάδο αυτοκινήτων στο 22%.
Κατόπιν τούτων ο κατηγορούμενος παρελάμβανε από την εταιρία συμβόλαια του κλάδου αυτοκινήτων και πυρός, και τα παρέδιδε στους ασφαλισμένους εισπράττοντας τα ασφάλιστρα, που είχε την υποχρέωση να αποδίδει στην εταιρία.
Η βεβαίωση και εκκαθάριση των υποχρεώσεων του κατηγορουμένου γινόταν σε μηνιαία βάση, ενώ η πολιτικώς ενάγουσα εταιρία εξέδιδε ετήσιες καταστάσεις στις οποίες συμπεριλαμβανόντουσαν όλα τα ασφαλιστήρια συμβόλαια που υπέγραφε ο κατηγορούμενος για λογαριασμό της και το τελικό χρεωστικό υπόλοιπο το οποίο αποτυπωνόταν σε αυτές το ποσό το οποίο όφειλε ο κατηγορούμενος να αποδώσει στην εταιρία.
Το σύνολο των οικονομικών δοσοληψιών αποτυπώνονταν σε συνεχή βάση σε απλό δοσοληπτικό λογαριασμό, ο οποίος ετηρείτο από την πολιτικώς ενάγουσα εταιρία με αποτύπωση με κάθε λεπτομέρεια των δοσοληψιών των δύο πλευρών, ήτοι ο αριθμός του συμβολαίου, το όνομα του πελάτη, ο αριθμός κυκλοφορίας του αυτοκινήτου, το ποσό τou ασφαλίστρου, η προμήθεια του κατηγορουμένου και το ποσό που όφειλε να της αποδώσει.
Από τις ανωτέρω καταστάσεις προέκυψε ότι κατά το χρονικό διάστημα από 01.11.2006 έως και την 30.06.2008 ο κατηγορούμενος εισέπραξε ασφάλιστρα τα οποία ανέρχονταν στο ποσό των 36.330,04 ευρώ, τα οποία όμως δεν απέδωσε στην ασφαλιστική εταιρία, ιδιοποιούμενος παράνομα το ως άνω ποσό. Μετά ταύτα η πολιτικώς ενάγουσα εταιρία διέκοψε την μεταξύ τους συνεργασία και προέβη στην κατάθεση εγκλήσεως.
Ως συνήγορος υπεράσπισής του παρέστη ο δικηγόρος κ. Ηλίας Ζωγραφίδης.
– Αθώοι κρίθηκαν από το ίδιο δικαστήριο δύο λογιστές, πατέρας και κόρη, κατηγορούμενοι για υπεξαίρεση από κοινού.
Η διαφορά τους με τον μηνυτή έκλεισε εξωδικαστικώς, συμβιβαστικά.
Η πολιτικώς ενάγουσα διατηρεί κατάστημα ετοίμων ενδυμάτων στην Παλιά Πόλη και είχε αναθέσει, κατόπιν σχετικής εντολής, την διεκπεραίωση των λογιστικών της υποθέσεων στους κατηγορουμένους, οι οποίοι διατηρούν λογιστικό γραφείο.
Είχε ισχυριστεί ότι παρέδωσε στους κατηγορουμένους για καταβολή των φορολογικών υποχρεώσεών της το συνολικό ποσό των 14.436 ευρώ για ασφαλιστικές εισφορές προς το Ι.Κ.Α το συνολικό ποσό των 18.939,75 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 33.376,57 ευρώ το οποίο ιδιοποιήθηκαν.