Υψηλή παραμένει η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης στην Ευρώπη, όπως διαπιστώνει η ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα να βρίσκεται στην τρίτη θέση, με το 95,8 των νερών της να χαρακτηρίζονται άριστα.
Σύμφωνα με την έκθεση, το 84,8 των περιοχών κολύμβησης στην Ε.Ε. κατατάσσονται πλέον στις “εξαιρετικές”, με την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης να έχει βελτιωθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες.
Η ετήσια έκθεση παρακολούθησε 21.859 περιοχές κολύμβησης στην Ε.Ε., την Αλβανία και την Ελβετία το 2021 και αποκάλυψε ότι σε τέσσερις χώρες, το 95% ή περισσότερο, των υδάτων κολύμβησης ήταν εξαιρετικής ποιότητας.
Η Αυστρία, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει θάλασσα, αλλά φημίζεται για τις όμορφες λίμνες της βρίσκεται στην κορυφή της κατάταξης, με το 97,7 των νερών της να χαρακτηρίζονται άριστα. Στη δεύτερη θέση ακολουθεί η Μάλτα με το 96,6 των νερών της να χαρακτηρίζονται ως άριστα και στην τρίτη η Ελλάδα. Ακριβώς πίσω ακολουθούν δύο ακόμη μεσογειακές χώρες: η Κροατία και η Κύπρος, με το 95,7 και το 93,3 των υδάτων τους, αντίστοιχα, να χαρακτηρίζονται ως άριστα, συνθέτοντας το Top5.
Την πρώτη δεκάδα συμπληρώνουν η Δανία (βαθμολογία 91,9), η Γερμανία (90,4), η Λιθουανία (89,2), η Βουλγαρία (89,6) και η Πορτογαλία (88,5), ενώ εκτός δεκάδας βρίσκονται η Ιταλία και η Ισπανία, στη δωδέκατη και δέκατη τρίτη θέση, αντίστοιχα.
Πολύ χαμηλά στην κατάταξη τοποθετείται η Γαλλία, με βαθμολογία μόλις 75,7 και τελευταία κατατάσσεται η Πολωνία με μόλις 44,5%. Μάλιστα, ο δημοφιλής ταξιδιωτικός προορισμός περιλαμβάνεται στις έξι χώρες της ΕΕ με το 3% ή περισσότερο των υδάτων κολύμβησης να είναι κακής ποιότητας. Ειδικότερα, στη Γαλλία υπήρχαν συνολικά 99 σημεία κολύμβησης που αναφέρθηκαν ως “κακής ποιότητας”. Οι υπόλοιπες χώρες είναι η Εσθονία (δύο σημεία κολύμβησης ή 3,1%), οι Κάτω Χώρες (34 σημεία κολύμβησης ή 4,6%), η Λετονία (δύο σημεία κολύμβησης ή 3,6%), η Σλοβακία (ένα σημείο κολύμβησης ή 3,1%) και η Σουηδία (16 σημεία κολύμβησης ή 3,5%).
Το ποσοστό των ευρωπαϊκών υδάτων κολύμβησης που επιτυγχάνουν τουλάχιστον “επαρκή” ποιότητα (το ελάχιστο πρότυπο ποιότητας που ορίζει η οδηγία) αυξήθηκε από μόλις 74% το 1991 σε πάνω από 95% το 2003 και έκτοτε παραμένει αρκετά σταθερό.
Πηγή money-tourism.gr