Στη μάχη για την αντιμετώπιση του κορωνοϊούλαμβάνονται μέτρα που περιορίζουν την άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών. Ανεξάρτητα από την όποια επιχειρηματολογία περί της νομιμότητας ή μη των μέτρων αυτών, το φλέγον ζήτημα συνίσταται στο ότι δημιουργείται πλέον μια κουλτούρα περιορισμών. Σε βάθος χρόνου γίνεται ορατός πλέον ο κίνδυνος χαλάρωσης των αντιστάσεων των πολιτών έναντι παρεμβάσεων στη σφαίρα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών τους. Πιθανή αφομοίωση της κουλτούρας των περιορισμών ανοίγει την πόρτα για ένα «race to the bottom», δηλαδή για ένανανταγωνισμό προς την υποβάθμιση του επιπέδου προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Χωροχρονικά νομίζω ότι βρισκόμαστε σε αυτό το σημείοτης ιστορίας. Από την ψήφιση της Οικουμενικής ΔιακήρυξηςΔικαιωμάτων του Ανθρώπου το 1948, την υπογραφή των δυοΔιεθνών Συμφώνων το 1966 και τη θέση τους σε ισχύ το 1976, τις δικαιοπαραγωγικές διαδικασίες των διεθνών και περιφερειακών οργάνων προστασίας δικαιωμάτων του ανθρώπου κατά τη δεκαετία του 1980 και την εισαγωγή του θεσμού της ατομικής προσφυγής λίγο πριν το 2000 στοσύστημα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μπήκαμε αμέσως μετά την είσοδό μας στη νέαχιλιετία στην εποχή των περιορισμών. Τα αντιτρομοκρατικά μέτρα που ακολούθησαν τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 έθεσαν πολύ συχνά υπό αμφισβήτηση τις δικαστικές εγγυήσεις και πιο συγκεκριμένα το δικαίωμα για μια δίκαιη δίκη. Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008οδήγησε αρκετές χώρες του κόσμου, ανάμεσά τους και την Ελλάδα, σε νομοθετικές και δομικές αλλαγές τέτοιου είδους που επηρέασαν άμεσα το επίπεδο προστασίας και απόλαυσης δικαιωμάτων του ανθρώπου εκ των έσω και μάλιστα με τέτοιο τρόπο που εκ του αποτελέσματος η επελθούσα υποβάθμιση του επιπέδου προστασίας τους μέσω λήψης εξαιρετικών και σκληρών μέτρων θεωρήθηκε από πληθώρα ειδημόνων και ανεκτή και δικαιολογημένη. Στο ίδιο επίπεδο με τα δύο προηγούμενα σοκ ευρίσκεται και ηυγειονομική κρίση του covid-19 συνοδευόμενη από μια επιπλέον οικονομική κρίση. Ίσως η ιστορία να έχει αρχίσει να κινείται πλέον αντίστροφα και μάλιστα προς την κατεύθυνση του νομοτεχνικά «σύννομου» περιορισμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Απεύχομαι τη στιγμή που το δίκαιο θα συνιστά ένα λεκτικό οικοδόμημα μιας άνευ εταίρου αποδοχής τωνεπιταγών των ειδικών και μιας άρτιας θεσμικής νομοτεχνικήςεπιχειρηματολογίας. Ας αναλογιστεί κανείς τι μπορεί να κρυφτεί πίσω από την έννοια της προστασίας της «δημόσιας υγείας» και ποιους κινδύνους εγκυμονεί μια ενδεχόμενη εξοικείωση των πολιτών με περιορισμούς των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τους.
Η εξοικείωση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε αναστροφήτου κανονιστικού περιεχομένου των ατομικών δικαιωμάτων σε βαθμό διαστροφής και εγκυμονεί τον κίνδυνο να μετατραπεί οκανόνας σε εξαίρεση. Αν απογυμνώσουμε τα δικαιώματα απότη θεωρία και τα εξετάσουμε ως βίωμα, τότε ποιο θα είναι το αποτέλεσμα στην περίπτωση που επιχειρήσουμε να αναδημιουργήσουμε τον κανόνα δικαίου από κάτω προς τα πάνω; Ποιο δηλαδή θα είναι το «εν τοις πράγμασι»ανθρώπινο δικαίωμα αν από το βίωμα της ατομικής ελευθερίας ως τέτοιας επιχειρήσουμε να προβούμε στη δημιουργία του κανόνα δικαίου; Ίσως τελικά στο επίπεδο αυτό να βρίσκεται η διαπάλη της «ελευθερίας» με την «ηγεμονία».
Σε μία εποχή που η αμφισβήτηση καθίσταται ύποπτη, αν όχι επικίνδυνή, μία τοιαύτη βιωματική/ψυχολογική προσέγγισητων ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενδέχεται να είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.
Αριστείδης Τσάτσος, δικηγόρος
Διδάκτωρ Νομικής Πανεπιστημίου Humboldt του Βερολίνου