Αποκαλυπτική έρευνα του ΚΕΦιΜ για τα βάρη που σηκώνουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις – Ο μέσος Έλληνας εργάζεται 75 ημέρες για να πληρώσει τους έμμεσους φόρους, 60 ημέρες για τις ασφαλιστικές εισφορές, 43 ημέρες για τους άμεσους φόρου και 1 ημέρα για τους φόρους κεφαλαίου
«Σκλάβοι» του κράτους για έξι μήνες το χρόνο είναι οι Έλληνες φορολογούμενοι. Εργάζονται 179 ημέρες το χρόνο μόνο και μόνο για να πληρώσουν τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές τους.
Τα στοιχεία της έρευνας που πραγματοποίησε το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών – Μάρκος Δραγούμης (ΚΕΦίΜ) για το 2021 είναι αποκαλυπτικά. Δείχνουν ότι ο μέσος Έλληνας φορολογούμενος χρειάστηκε να δουλέψει 179 από τις 365 ημέρες του χρόνου για την Εφορία και τον ΕΦΚΑ. Εργάστηκε 75 ημέρες για να πληρώσει τους έμμεσους φόρους, 60 ημέρες για τις ασφαλιστικές εισφορές, 43 ημέρες για τους άμεσους φόρους και 1 ημέρα για να πληρώσει τους φόρους κεφαλαίου. Κάπως έτσι, η «Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας» ήρθε στις 29 Ιουνίου. Από την ημέρα αυτή οι φορολογούμενοι είναι «ελεύθεροι» να αποφασίσουν οι ίδιοι πώς θα δαπανήσουν το εισόδημά τους, αν περισσεύει κάτι μετά την κάλυψη των ανελαστικών δαπανών διαβίωσης. Μέχρι τότε όμως εργάστηκαν μόνο για το κράτος.
Πηγή: υπουργείο οικονομικών 2020, εισηγητική Έκθεση 2021, σσ. 72-73 και 123-124, και ΕΛΣΤΑΤ, Τριμηνιαίοι μη χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί της γενικής κυβέρνησης στήλη D612, επεξεργασία: κέΦίμ – Μάρκος Δραγούμης.
Ωστόσο, όπως αναφέρουν οι ερευνητές του ΚΕΦιΜ, εάν συνυπολογιστεί το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης για το 2021 το οποίο αντιπροσωπεύει μελλοντικούς φόρους, η εικόνα είναι διαφορετική. Η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας για το 2021 έρχεται 42 ημέρες αργότερα, την 10η Αυγούστου.
Σύμφωνα με την έρευνα, η συνολική επιβάρυνση πολιτών και επιχειρήσεων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές το 2021 είναι σχεδόν διπλάσια από το ποσό που καταβάλλουν τα νοικοκυριά για την κάλυψη των βασικών τους αναγκών. αναγκών καθώς ανέρχεται σε 71,9 δις ευρώ έναντι και 44,4 δις ευρώ που ήταν το 2019 η συνολική δαπάνη για διατροφή, ένδυση, στέγαση, οικιακά αγαθά, μεταφορές και επικοινωνίες, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ).
Πιο συγκεκριμένα από την έρευνα του ΚΕΦίΜ προκύπτουν τα εξής:
– Την εικοσαετία από το 1999 έως το 2018 προστέθηκαν 47 παραπάνω ημέρες εργασίας για το κράτος. Το 1999 εργαστήκαμε 139 ημέρες, το 2012 174 ημέρες, ενώ το 2018 φτάσαμε τις 186 ημέρες εργασίας για να πληρωθούν οι φόροι και οι εισφορές. Το διάστημα 2019-2020 καταγράφεται η πρώτη σημαντική πτώση της τελευταίας εικοσαετίας, κατά 11 ημέρες, και το 2021 αύξηση τεσσάρων ημερών.
– Οι ημέρες που εργαζόμαστε για το κράτος αυξάνονται συνεχώς την τελευταία 20ετία, με αποκορύφωση το 2018, όταν η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας ήρθε μετά από 186 ημέρες, στις 6 Ιουλίου. Αν όμως συνυπολογίσουμε το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, το 2013 αποτελεί το έτος με τις περισσότερες ημέρες εργασίας για το κράτος, συγκεκριμένα 232 ημέρες. Κατά τη δεκαετία 1999-2009 ο μέσος όρος ημερών εργασίας για το κράτος παρέμεινε σχετικά σταθερός, με διακυμάνσεις μεταξύ 139 και 147 ημερών. Στη συνέχεια την περίοδο 2010-2012 αυξήθηκε κατά 27 ημέρες, φτάνοντας τις 174 ημέρες, όπου παρέμεινε έως το 2015. Το 2016 καταγράφεται μια νέα αύξηση κατά 10 ημέρες φτάνοντας τις 185 ημέρες και στη συνέχεια διατηρείται σχετικά σταθερός έως το 2018. Το διάστημα 2019-2020 καταγράφεται η πρώτη σημαντική πτώση της τελευταίας εικοσαετίας, κατά 11 ημέρες, και το 2021 αύξηση τεσσάρων ημερών. Αν συνυπολογίσουμε το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης η κατάσταση είναι αρκετά διαφορετική. Ο μέσος όρος εργασίας για το κράτος παρέμεινε σχετικά σταθερός, με διακυμάνσεις μεταξύ 163 και 178 ημερών, κατά την περίοδο 1999-2006.
Το 2007 ξεκίνησε μια περίοδος σημαντικής αύξησης, τρία χρόνια πριν παρατηρηθεί αντίστοιχη αύξηση των ημερών εργασίας για το κράτος χωρίς τον συνυπολογισμό του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης. Πιο συγκεκριμένα, την περίοδο 2007-2009 ο μέσος όρος αυξήθηκε κατά 46 ημέρες, φτάνοντας τις 214, ενώ την περίοδο 2009-2012 παρέμεινε σχετικά σταθερός. Το 2013 αυξήθηκε κατά 18 ημέρες και στη συνέχεια, την περίοδο 2013-2015, καταγράφηκε η πρώτη σημαντική μείωση της τελευταίας εικοσαετίας, κατά 47 ημέρες, στις 185 ημέρες. Την περίοδο 2016-2018 ο μέσος όρος παρέμεινε σχετικά σταθερός και το 2019 μειώθηκε κατά 5 ημέρες. Την περίοδο 2020-2021 παρατηρείται εκ νέου σημαντική αύξηση κατά 40 ημέρες εξαιτίας της κρίσης του COVID-19 φτάνοντας τις 221 ημέρες. Οι εκτιμήσεις και προβλέψεις των δύο τελευταίων ετών δείχνουν πως οι ημέρες που εργαζόμαστε για το κράτος έχουν μειωθεί σε 175 το 2020 και 179 το 2021, ωστόσο η μείωση αυτή οφείλεται στη χαμηλή συγκομιδή φορολογικών εσόδων και όχι στον περιορισμό των κρατικών δαπανών. Τα συνεχόμενα lockdown μείωσαν τα φορολογικά έσοδα, ενώ παράλληλα αυξήθηκαν οι κρατικές ενισχύσεις, με αποτέλεσμα το 2021 να προβλέπεται το έτος με τις περισσότερες ημέρες εργασίας για το κράτος (221) μετά το 2013, αν συμπεριληφθεί το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης.
– Σύμφωνα με τις προβλέψεις της εισηγητικής έκθεσης του Προϋπολογισμού τα συνολικά έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές το 2021 αναμένεται να ανέλθουν στα 71,9 δις. ευρώ και τα οποία κατανέμονται σε 30,2 δις ευρώ από έμμεσους φόρους, 17,4 δις από άμεσους φόρους, 24 δις από ασφαλιστικές εισφορές και 214 εκ. από φόρους επί του κεφαλαίου. Το καθαρό εθνικό εισόδημα για το 2021 προβλέπεται να ανέλθει στα 147,2 δις, ευρώ Από τη διαίρεση των κρατικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές με το προβλεπόμενο καθαρό εθνικό εισόδημα, προκύπτει ότι οι Έλληνες και Ελληνίδες το 2021 θα εργαστούν 179 ημέρες για το κράτος Η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας για το 2021 είναι συνεπώς η 29η Ιουνίου.
– Η Ελλάδα, καταγράφει μία από τις 7 υψηλότερες επιβαρύνσεις από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές για το 2019 (12 ημέρες πάνω από τον μέσο όρο) και το χαμηλότερο βαθμό αποτελεσματικότητας της κοινωνικής πολιτικής, σε σχέση με τον μέσο όρο των υπό μελέτη χωρών (3,6 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τον μέσο όρο). Πιο συγκεκριμένα, καταλαμβάνει την 24η θέση από τις 26 χώρες του δείγματος στη μείωση του ποσοστού του πληθυσμού που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας πριν και μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις. Μαζί με την Ελλάδα στην ομάδα με τον χαμηλότερο βαθμό αποτελεσματικότητας των κοινωνικών μεταβιβάσεων και τις περισσότερες ημέρες εργασίας για το κράτος βρίσκονται η Γερμανία, η Ολλανδία, η Τσεχία και η Ιταλία. Στις χώρες με τον υψηλότερο βαθμό αποτελεσματικότητας των κοινωνικών μεταβιβάσεων και τις λιγότερες ημέρες εργασίας για το κράτος βρίσκονται η Ιρλανδία και η Λιθουανία.
– Η Ελλάδα έχει χαμηλότερο βαθμό εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση σε σχέση με τον μέσο όρο (11 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τον μέσο όρο) ανάμεσα στις 23 Ευρωπαϊκές χώρες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία και για τους δύο δείκτες. Μαζί με την Ελλάδα στην ομάδα με τη χαμηλότερη εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση και τις περισσότερες ημέρες εργασίας για το κράτος βρίσκονται η Σλοβενία, η Τσεχία, η Ιταλία, το Βέλγιο και η Γαλλία. Στις χώρες με την υψηλότερη εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση και τις λιγότερες ημέρες εργασίας για το κράτος βρίσκονται η Ιρλανδία και η Ελβετία.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΚΕΦίΜ, Αλέξανδρο Σκούρα, «Τα διαχρονικά δεδομένα της Ημέρας Φορολογικής Ελευθερίας αναδεικνύουν δύο σημαντικά συμπεράσματα: αφενός, την εκτίναξη του φορολογικού βάρους που επωμίστηκαν πολίτες και επιχειρήσεις κατά την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας εξαιτίας των συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών εκείνης της περιόδου, και αφετέρου την συγκράτηση αυτής της επικίνδυνης τάσης τα τελευταία δύο χρόνια. Βεβαίως, όπως καταδεικνύει ο συνυπολογισμός των ελλειμμάτων, που φέτος για πρώτη φορά εντάσσεται στη μεθοδολογία της Ημέρας Φορολογικής Ελευθερίας, οι έκτακτες δαπάνες για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας είναι ένα δεδομένο που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη στη χάραξη της οικονομικής πολιτικής των επόμενων ετών. Άλλωστε, όπως επανειλημμένα και οδυνηρά έχει αποδειχθεί στην πράξη, όταν τα ελλείμματα δεν αντιμετωπίζονται με τη δέουσα προσοχή, το κόστος που εν τέλει θα κληθούν να αντιμετωπίσουν οι πολίτες θα είναι δυσβάσταχτο».
Πηγή ΟΤ