Την εισαγωγή του θέματος της επένδυσης της εταιρείας ειδικού σκοπού «Ηχος και Φως ΑΕ», στον ομώνυμο ανθόκηπο της πλατείας Ρίμινι, εισηγήθηκαν στην δια περιφοράς συνεδρίαση της Οικονομικής Επιτροπής, τα μέλη της μειοψηφίας κκ. Σάββας Διακοσταματίου και Μιχαήλ Παλαιολόγου.
Ζήτησαν ειδικότερα την εισαγωγή θέματος -ενημέρωσης από τη δημοτική αρχή για τις προθέσεις της, όσον αφορά το συγκεκριμένο έργο-υπηρεσία, συζήτηση και λήψη απόφασης από το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Ρόδου για την εξέλιξή του, καθώς το θέμα είναι μείζονος σημασίας για την πόλη της Ρόδου (ΔΕ Ρόδου), αλλά και για ολόκληρο το Δήμο, αφού αυτό απασχολεί τις δημοτικές αρχές του Δήμου Ρόδου και αφορά άμεσα την εικόνα του κέντρου της πόλης, την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες, την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος, τη δυνατότητα παροχής νέων αναγκαίων θέσεων εργασίας (ιδιαίτερα την περίοδο που διανύουμε) κ.α.
Η Οικονομική Επιτροπή με ομόφωνη απόφασή της ενέκρινε στην επίμαχη συνεδρίαση την άσκηση ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς της από 30-09-2020 έφεσης του Δήμου Ρόδου κατά της ανώνυμης εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «ΗΧΟΣ ΚΑΙ ΦΩΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ» και της υπ’αρ. Π 631/2020 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου (τμήμα 1ο Προεδρική Διαδικασία) και τον ορισμό ως πληρεξουσίου δικηγόρου για την κατάθεση αυτής και την εκδίκαση της, του υπογράφοντος κ. Θεόδωρου Παπαγεωργίου του Μιχαήλ, έμμισθου πληρεξουσίου δικηγόρου και νομικού συμβούλου του Δήμου Ρόδου, με λόγους εφέσεως τις ενστάσεις και ισχυρισμούς, όπως ακριβώς αναλυτικά πρόβαλε και τεκμηρίωσε ο Δήμος Ρόδου με τις από 10-06-2020 αρ. πρωτ. 02/25633/10-06-2020 Απόψεις Διοίκησης-Φάκελο του Δήμου Ρόδου.
Με την τελευταία απόφαση, όπως έγραψε η «δημοκρατική», έγινε δεκτή η προσφυγή της εταιρείας ειδικού σκοπού κατά του Δήμου Ρόδου μετά την άρνηση χορήγησης ασφαλιστικής- φορολογικής ενημερότητας.
Ο Δήμος Ρόδου θεωρεί ότι προκειμένου το πρωτόδικο Δικαστήριο να επιληφθεί επί της ουσίας και να εκδώσει την απόφαση, απέρριψε την ένσταση αναρμοδιότητάς του, που μεταξύ άλλων υπεβλήθη, προβάλλοντας αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς καθώς η ένδικη διαφορά γεννάται από διοικητική σύμβαση, με επίκληση προηγούμενης κρίσης παραπομπής του ίδιου Δικαστηρίου στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς σε δίκη του Δήμου Ρόδου με άλλο διάδικο-προσφεύγοντα.
Λίγες ημέρες μετά την έκδοση της παραπάνω απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου, ακολούθησε η έκδοση της υπ. αρ. Α556/15-09-2020 απόφασης επίσης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου (Τμήμα 2ο Μονομελές), που κρίνοντας δεύτερη προσφυγή της αυτής εταιρείας κατά του Δήμου Ρόδου για την ακύρωση βεβαιωθέντων χρηματικών καταλόγων οικονομικών ανταλλαγμάτων και προσαυξήσεων ετών 2018-2019 επί της αυτής Διοικητικής Σύμβασης, έκανε αντιθέτως δεκτή την ένσταση του Δήμου Ρόδου και παρέπεμψε την προσφυγή και την επ’ αυτής αίτηση αναστολής στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς και στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη σύμβαση είναι διοικητική με επίκληση και επ’ αυτού πολυάριθμης νομολογίας όχι μόνο του ΣτΕ αλλά και του ΑΕΔ.
Ο Δήμος Ρόδου εμμένει ότι παρά το αίτημα της προσφυγής να αρθεί η δέσμευση χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας, η ένδικη διαφορά δεν είναι φορολογικής φύσης αλλά διαφορά από διοικητική σύμβαση.
Ο Δήμος Ρόδου διατείνεται επιπλέον ότι το δικαστήριο δεν εκτίμησε τους ισχυρισμούς του ότι “υπήρξε αυθαίρετη εμφιλοχώρηση στη σύμβαση, πρόσθετων επωφελών, αποκλειστικά για την εταιρεία όρων και δυσμενών για τον Δήμο, κατόπιν παράνομων «διαπραγματεύσεων» σύμφωνα με τις αποφάσεις 234/2014 και 271/2014 της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Ρόδου”.
Ισχυρίζεται παραπέρα ότι υπήρξαν τρεις “παράνομες παρατάσεις με ισάριθμες αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τις οποίες, αντί η ανάδοχος εταιρεία, να περατώσει τις εργασίες μέχρι 31-12-2018, και να αρχίσει η λειτουργία από πέρυσι, έλαβε χαριστικά τρεις συνεχείς παρατάσεις, μέχρι 30-04-2020, επιδιωκόμενης έτσι, της τροποποίησης του χρονοδιαγράμματος της σύμβασης, τελείως παρανόμως, καθόσον πλέον, παράταση του χρονοδιαγράμματος εκτέλεσης των εργασιών, δεν προβλέπεται ούτε στο νόμο, ούτε στη διακήρυξη, ούτε επίσης διαβιβάσθηκαν στο Ελεγκτικό Συνέδριο, όπου έπρεπε, συμβασιοποιημένες οι τρεις παρατάσεις, σε σχέδιο τροποποίησης σύμβασης, για τον απαιτούμενο προληπτικό έλεγχο νομιμότητας, επί ποινή άλλως ακυρότητας”.
Ισχυρίζεται ακόμη ότι υπήρξε παράνομη επίσης υπαγωγή, από αναρμόδιο κατώτερο, καθ΄ύλην-κατά κλάδο όργανο, μέρους των ληξιπρόθεσμων οφειλών της σε ρύθμιση.
Ο Δήμος Ρόδου διατείνεται ότι υφίσταται μια σειρά από παρατυπίες στις οποίες αναφέρεται διεξοδικώς στην έφεσή του.