Με την υπ’ αρίθμ. 26/2014 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Δωδεκανήσου απορρίφθηκε η έφεση που ασκήθηκε από τον πρώην υπάλληλο της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου Ν. Λ. του Ι. για την ακύρωση της υπ’ αρίθμ. 146/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου (διαδικασία εργατικών διαφορών) με την οποία καταδικάστηκε σε καταβολή αποζημίωσης ύψους 591.595,89 ευρώ ως εμπλεκόμενος στο τραπεζικό σκάνδαλο της κινητής μονάδας της Κάσου.
Η τράπεζα διεκδίκησε το ποσό των 830.038,11 ευρώ, που αφορά υπεξαιρεθέντα ποσά από λογαριασμούς στο υποκατάστημα της Κάσου και για την ηθική βλάβη που υπέστη, το ποσό των 2.316.089,02 ευρώ.
Η τράπεζα υποστήριξε ότι ο υπάλληλός της ανελάμβανε διάφορα ποσά από τους λογαριασμούς καταθέσεων διαφόρων καταθετών – πελατών συνολικού ποσού 591.595,89 ευρώ.
Καταγγέλθηκε ακόμη ότι διέθεσε υπό τύπον ιδιωτικών εξωτραπεζιτικών δανείων σε διάφορους κατοίκους της Κάσου το συνολικό ποσό των 730.138,11 ευρώ, για ικανοποίηση προσωπικών αναγκών τους, εν αγνοία της τράπεζας και χωρίς παραστατικά της, ενεργώντας παράνομες αναλήψεις από καταθετικούς λογαριασμούς.
Υποστήριξε επιπλέον ότι ο υπάλληλος διοχέτευσε το συνολικό ποσό των 317.489,02 ευρώ από τα χρήματα που είχε υπεξαιρέσει σε συγκεκριμένη οικογένεια που διατηρούσε λογαριασμούς στην τράπεζα.
Θυμίζουμε ότι την 14η Μαρτίου 2006 μετέβη αιφνιδιαστικά, χωρίς προειδοποίηση, στην Κάσο από το κατάστημα της Καρπάθου η υπάλληλος της τράπεζας κ. Στ. Χ. για να αντικαταστήσει τον παραπάνω υπάλληλο, ο οποίος θα αναχωρούσε με άδεια. Η υπάλληλος διεπίστωσε κατά την παράδοση του κεντρικού ταμείου της θυρίδας έλλειμμα 65.000 ευρω,́ το οποίο ανέφερε αμέσως τηλεφωνικά στο διευθυντή Καρπάθου, ο οποίος ενημέρωσε στη συνέχεια τη Γενική Διεύθυνση της Τράπεζας στη Ρόδο και αμέσως διετάχθη ο διευθυντής εσωτερικού ελέγχου κ. Ι. Χ. για γενικό έλεγχο και διαπίστωσε τις ως άνω ατασθαλίες.
Στην απόφαση του δικαστηρίου αναφέρονται τα εξής:
«Δυνάμει της από 21-10-2002 σύμβασης αορίστου χρόνου ο εναγόμενος προσελήφθη από τον ενάγοντα ως υπάλληλος μερικής απασχόλησης, προκειμένου να εργαστεί ως μοναδικός υπάλληλος σε κινητό συνεργείο – θυρίδα συναλλαγών στο νησί της Κάσου Δωδ/σου.
Στις 14-3-2006 από τυχαίο περιστατικό διαπιστώθηκε από άλλο υπάλληλο του ενάγοντος ότι στην ως άνω θυρίδα υπήρχε έλλειμμα ποσού 65.000 ευρώ και στη συνέχεια διενεργήθηκε εσωτερικός έλεγχος της τράπεζας κατά τον οποίο διαπιστώθηκε ότι ο εναγόμενος είχε αναλάβει με παράνομους τρόπους διάφορα ποσά από καταθετικούς λογαριασμούς πελατών της τράπεζας συνολικού ποσού 591.595,89 ευρώ. Για το λόγο αυτό η τράπεζα κατήγγειλε τη σχέση εργασίας στις 20-4-2006. Ειδικότερα από τα αντίγραφα των παραστατικών – εντάλματα πληρωμών της Τράπεζας διαπιστώθηκε ότι υπεξαιρέθηκαν ποσά από λογαριασμούς καταθετών και δη πραγματοποιήθηκαν αναλήψεις δίχως υπογραφές των δικαιούχων, υπογεγραμμένες αναλήψεις από καταθέτες σε ανύποπτο χρόνο δίχως όμως οι τελευταίοι να έχουν αναλάβει τα χρήματα, αναλήψεις υπό μορφή δανείων κοκ. Σημειώνεται ότι από το παραπάνω ποσό ο εναγόμενος διοχέτευσε το ποσό των 317.489,02 ευρώ στους λογαριασμούς των Η. Μ., Δ. Μ., Αικ. συζ. Η. Μ. και Β. Μ. κατόπιν τηλεφωνικών εντολών των τελευταίων, σύμφωνα με τις οποίες πλήρωνε υποχρεώσεις τους, μεταφοράς χρημάτων από λογαριασμούς, ψευδείς δηλώσεις και βεβαιώσεις.
Κάποιο άλλο πραγματικό περιστατικό δεν αποδείχτηκε σε βαθμό πλήρους δικανικής πεποίθησης. Κατόπιν τούτων πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 591.595,89 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής».
Ο συγκεκριμένος υπάλληλος έχει αφεθεί ελεύθερος με τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης εξόδου του από τη χώρα και της εμφάνισής του, εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα στο Αστυνομικό Τμήμα του τόπου κατοικίας του. Κατηγορείται για υπεξαίρεση ποσού άνω των 120.000 ευρώ.
Η δικογραφία για τη συγκεκριμένη υπόθεση εκκρεμούσε διότι ο κατηγορούμενος διέμενε στην Αμερική και σε βάρος του είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης, που παρέμεινε ανεκτέλεστο. Με την επιστροφή του στη χώρα παρουσιάστηκε ενώπιον του κ. Ανακριτή και επιβεβαίωσε το περιεχόμενο της προανακριτικής του απολογίας αναλαμβάνοντας μέρος της ευθύνης για το σκάνδαλο, αποδίδοντας όμως συνευθύνη και στα μέλη οικογένειας Κασιακής καταγωγής.
Στις προτάσεις του ενώπιον του δικαστηρίου υποστηρίζει ότι έχει πέσει θύμα απειλών και εκβιασμών.
Την τράπεζα εκπροσώπησαν οι δικηγόροι κ.κ. Στέφανος και Λίνα Στεφανίδη.