Ενας εκ των κεντρικών πρωταγωνιστών -το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο- δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει ποιο ρόλο θα πάρει, ενώ την ίδια στιγμή οι προβολείς πέφτουν τόσο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσο και στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Σε αυτήν τη φάση οι ζυμώσεις συνεχίζονται μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, καθώς ακόμα αναζητείται λύση στο στρατόπεδο των δανειστών. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κρατά κλειστά τα χαρτιά του, ενώ πληροφορίες αναφέρουν πως θα μπορούσε να βρεθεί μία συμβιβαστική φόρμουλα με την παραμονή του ως τεχνικού συμβούλου, αλλά με αναβαθμισμένο εποπτικό ρόλο (ενδεχομένως και με δικαίωμα βέτο).
Η συμμετοχή του Ταμείου με τη μορφή του τεχνικού συμβούλου -δηλαδή χωρίς πρόσθετα χρήματα- είναι και το βασικό σενάριο, καθώς ανάλογη φόρμουλα είχε βρεθεί και στην πρώτη αξιολόγηση. Σε μια τέτοια περίπτωση θα καταθέσει χωριστό κείμενο με τις θέσεις και τις ενστάσεις τους σε μια σειρά «καυτών» θεμάτων (από το Ασφαλιστικό έως το αφορολόγητο). Το μόνο σίγουρο είναι ότι αρκετές ευρωπαϊκές χώρες (με πρώτη τη Γερμανία) θέλουν πάση θυσία την παραμονή με κάποιο τρόπο του Ταμείου στο πρόγραμμα, για να μη χρειαστεί το θέμα να φτάσει εκ νέου στα κοινοβούλιά τους.
Την ίδια στιγμή, στο τραπέζι έχουν πέσει προτάσεις για το πώς θα μπορούσαν να δοθούν κάποιες εγγυήσεις προς το ΔΝΤ για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα -ενδεχομένως από τον ESM-, χωρίς ωστόσο να εφαρμοστεί συγκεκριμένο σχέδιο πριν από τις γερμανικές εκλογές.
Ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται και η ταχύτητα με την οποία θα προχωρήσουν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, που μετά και την επιστολή του υπουργού Οικονομικών Ευ. Τσακαλώτου ξεπάγωσαν. Παράλληλα, έναν πιο σαφή οδικό άξονα για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος ζητά και η ΕΚΤ, στέλνοντας τα δικά της μηνύματα προς όλες τις πλευρές. Να σημειωθεί πως η ελληνική πλευρά επιθυμεί διακαώς την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) μέσα στον Μάρτιο. Αυτό κρίνεται αναγκαίο για να μπορέσει να στείλει η χώρα τα κατάλληλα μηνύματα στους επενδυτές και να ακολουθήσει μια δοκιμαστική έξοδος στις αγορές το επόμενο διάστημα. Στην αντίθετη περίπτωση, όλο το οικονομικό αφήγημα απειλείται.
Η κλεψύδρα ξεκινά να μετρά αντίστροφα αυτή την εβδομάδα, καθώς οι δανειστές και η ελληνική κυβέρνηση καλούνται να καθίσουν εκ νέου στο τραπέζι των συζητήσεων για τη δεύτερη αξιολόγηση αλλά και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα.
Συγκεκριμένα την Πέμπτη θα πραγματοποιηθεί το πρώτο Euroworking Group του 2017, όπου θα συζητηθεί η πορεία του ελληνικού προγράμματος εν όψει του επόμενου Eurogroup που είναι προγραμματισμένο για τις 26 Ιανουαρίου.
Ωστόσο, σε μια σειρά θεμάτων που κυρίως σχετίζονται με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δεν έχει συντελεστεί πρόοδος (άλλωστε λόγω εορτών δεν έγιναν ουσιαστικές συζητήσεις) και, όπως όλα δείχνουν, θα απαιτηθεί περισσότερος χρόνος. Στο πλαίσιο αυτό η ελληνική κυβέρνηση θέλει να «χωρίσει» την εκταμίευση των δόσεων για τα ληξιπρόθεσμα από την αξιολόγηση, ώστε να συνεχιστεί η ροή των χρημάτων (θέμα που θα τεθεί στο Eurworking Group). Στόχος είναι να εκταμιευθεί ένα ποσό κοντά στο 1,8 δισ. ευρώ, εφόσον πιστοποιηθεί πως έχει εξοφληθεί τουλάχιστον το 80% της δόσης που έλαβε.
Αμεσο χρηματοδοτικό πρόβλημα σε αυτήν τη φάση δεν υπάρχει, καθώς οι πρώτες πληρωμές είναι τον Απρίλιο και η μεγάλη δόση στα τέλη Ιουνίου. Ωστόσο η κυβέρνηση θέλει να επιταχύνει τις διαδικασίες, προκειμένου να προλάβει τον Μάρτιο στη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να μπει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Με αυτά τα δεδομένα, ιδιαίτερα κρίσιμο θεωρείται το Eurogroup που θα γίνει στις 20 Φεβρουαρίου.
Το βασικό σημείο τριβής δεν είναι άλλο από τα πλεονάσματα μετά το 2018, με το Βερολίνο να επιμένει στο 3,5% και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να ζητά μέτρα 4,5 δισεκατομμυρίων ευρώ για να συναινέσει. Η ελληνική πλευρά έχει καταστήσει σαφές πως δεν πρόκειται να νομοθετήσει εκ των προτέρων αυτά τα μέτρα και επομένως αναζητείται φόρμουλα που θα ικανοποιεί όλους τους «παίκτες».
Η επέκταση του κόφτη για το 2019 αποτελεί έναν κρίκο στην αλυσίδα, καθώς το Ταμείο δεν ικανοποιείται από αυτήν τη λύση. Ουσιαστικά η συζήτηση έχει επιστρέψει στο σημείο που ήταν πέρσι, πριν κλείσει η πρώτη αξιολόγηση. Το ΔΝΤ δεν θέλει ο κόφτης να εφαρμόζεται οριζόντια (σε λειτουργικές δαπάνες υπουργείων, συντάξεις, μισθούς και δαπάνες ειδικών κατηγοριών), αλλά να υπάρχει ιεράρχηση (δηλαδή να ξεκινά από συντάξεις και μισθούς Δημοσίου). Αυτό είναι κάτι με το οποίο η ελληνική κυβέρνηση διαφωνεί, κάτι που είχε καταστήσει σαφές και σε ανάλογες συζητήσεις που έγιναν τον προηγούμενο χρόνο.
Ανοιχτό παραμένει και το διάστημα που θα καθοριστεί για τα πλεονάσματα, εφόσον αυτά κλειδώσουν στο 3,5% που επιθυμεί το Βερολίνο (σημειώνεται πως η ελληνική πλευρά έχει προτείνει να είναι 2,5% συν 1% για την ανάπτυξη). Το βασικό σενάριο προβλέπει η όποια ρύθμιση να ισχύει για την τριετία 2019-2021, αν και πρέπει να σημειωθεί πως τα μεσοπρόθεσμα αναθεωρούνται στην πορεία.
Σημείο τριβής
Στο πεδίο της δεύτερης αξιολόγησης βασικό σημείο τριβής δεν είναι άλλο από τα εργασιακά, κυρίως λόγω των σκληρών απαιτήσεων του ΔΝΤ για τις ομαδικές απολύσεις και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Με το ευρωπαϊκό σκέλος των θεσμών έχει καταγραφεί μεγαλύτερη προσέγγιση για μια σειρά θεμάτων, με την κυβέρνηση να θεωρεί εμβληματικό θέμα την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων.
Στο σκέλος του δημοσιονομικού κενού η κατάσταση έχει αρχίσει να ξεκαθαρίζει και εκτιμάται πως οι όποιες διαφορές -που αφορούν κυρίως το 2018- δεν είναι τόσο σοβαρές, ώστε να βάλουν τορπίλη στην αξιολόγηση.
Στα πρώτα θέματα που θα τεθούν προς συζήτηση όταν επιστρέψουν οι θεσμοί είναι το σχέδιο για την «κάλυψη» του κόστους από το πάγωμα του ΦΠΑ στα νησιά. Από το κυβερνητικό στρατόπεδο επισημαίνεται πως υπάρχει ήδη πρόβλεψη για κονδύλι 300 εκατομμυρίων για δράσεις κοινωνικής συνοχής και από τα χρήματα αυτά θα βρεθεί το ποσό των 150 εκατομμυρίων που απαιτείται για το πάγωμα του ΦΠΑ.
Σε κάθε περίπτωση, τα χρονικά περιθώρια στενεύουν, καθώς την άνοιξη αρχίζει ένας κύκλος εκλογών σε ευρωπαϊκές χώρες και δεν μπορούν να γίνουν ταυτόχρονα σοβαρές συζητήσεις. Η αρχή γίνεται από την Ολλανδία στις 15 Μαρτίου (οι εκλογές εκεί έχουν ενδιαφέρον και για το τι θα γίνει με τον Γερούν Ντάισεμπλουμ), ακολουθεί τον Απρίλιο η Γαλλία και έπεται το φθινόπωρο η Γερμανία.
Η κατάσταση περιπλέκεται από την αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο, καθώς δεν έχει ακόμα ανοίξει τα χαρτιά του ο Ντ. Τραμπ. Επομένως εκφράζονται φόβοι πως το Ταμείο θα συνεχίσει να βάζει μπροστά επώδυνα θέματα, όπως το Ασφαλιστικό, για να κερδίσει χρόνο έως ότου ξεκαθαρίσει η κατάσταση στην Ουάσιγκτον.
Σε κάθε περίπτωση, το ΔΝΤ θα πρέπει το επόμενο διάστημα να παρουσιάσει την έκθεσή του για την ελληνική οικονομία (πιθανότατα μέσα στον Φεβρουάριο). Τις δικές τους εκθέσεις κάνουν τόσο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσο και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας.
Οι διεργασίες μπροστά αλλά και πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας αναμένεται να εντατικοποιηθούν το επόμενο διάστημα, σε μία προσπάθεια να βρεθεί λύση που να ικανοποιεί το τρίγωνο Βερολίνο – Ουάσιγκτον – Αθήνα.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΚΚΑΛΙΑΡΗ-ΕΘΝΟΣ