Ρεπορτάζ

Καθοριστική ετυμηγορία για τον προσδιορισμό του φόρου κληρονομιάς ξενοδοχειακής εταιρείας της Ρόδου

• Τι κρίθηκε για τον κληρονόμο

Σημαντική απόφαση έλαβε το Β’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) , δεχόμενο αίτηση αναιρέσεως της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) κατά απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, η οποία αφορούσε στον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο μετοχών που περιήλθαν λόγω κληρονομιάς.

Η υπόθεση ξεκίνησε με την έκδοση απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Α.Α.Δ.Ε., η οποία είχε απορρίψει ενδικοφανή προσφυγή φορολογουμένου κατά της πράξης προσδιορισμού φόρου κληρονομιάς ύψους άνω των 4 εκατ. ευρώ.
Το Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς ακύρωσε την απόφαση αυτή, κρίνοντας αντισυνταγματική τη ρύθμιση που όριζε τον τρόπο προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας μέσω υπουργικής απόφασης.
Η υπόθεση αφορά μετοχές μίας μεγάλης ξενοδοχειακής και τουριστικής επιχείρησης με έδρα τη Ρόδο, οι οποίες περιήλθαν στον φορολογούμενο μέσω κληρονομιάς. Η εν λόγω εταιρεία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον τουριστικό τομέα της περιοχής, συμβάλλοντας καθοριστικά στην τοπική οικονομία.
Ο αναιρεσίβλητος, κληρονόμος υπέβαλε την από 1.4.2016 δήλωση φόρου κληρονομίας, με την οποία δήλωσε ότι περιήλθαν σ’ αυτόν 8.889.733 μετοχές της μη εισηγμένης στο Χρηματιστήριο Αθηνών εταιρείας οι οποίες αντιπροσωπεύουν ποσοστό 68,33% του μετοχικού της κεφαλαίου.
Βάσει της δήλωσης εκδόθηκε από τη Δ.Ο.Υ. Ρόδου πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου κληρονομιάς, με την οποία επιβλήθηκε στον αναιρεσίβλητο κύριος φόρος ύψους 1.741.446,60 ευρώ και πρόσθετος φόρος ύψους 34.828,93 ευρώ.
Κατόπιν ελέγχου της ως άνω δήλωσης, η φορολογητέα αξία των περιελθουσών στον αναιρεσίβλητο μετοχών υπολογίστηκε σε 21.335.359,20 ευρώ (8.889.733 μετοχές Χ 2,40 ευρώ εκάστη), εκδόθηκε δε η 108/2016 οριστική πράξη του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου, με την οποία προσδιορίσθηκε ο οφειλόμενος φόρος κληρονομιάς σε 4.230.471,84 ευρώ και ο πρόσθετος φόρος σε 248.902,52 ευρώ.
Όπως προκύπτει από την οικεία έκθεση ελέγχου, για τον καθορισμό της αξίας των μετοχών της εν λόγω εταιρείας ελήφθησαν υπόψη α) οι μέσοι όροι των ολικών αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης και των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας κατά την τελευταία πενταετία προ της αποβίωσης του κληρονομουμένου, ήτοι κατά τις χρήσεις 2009-2013, ανερχόμενοι σε 576.218,85 και 21.637.111,64 ευρώ, αντιστοίχως, από τον λόγο των οποίων προκύπτει συντελεστής απόδοσης των κεφαλαίων 0,03, β) τα ίδια κεφάλαια κατά την προηγούμενη της μεταβίβασης ημέρα, ανερχόμενα σε 21.695.825,99 ευρώ, με απόδοση, πολλαπλασιαζόμενη με τον ανωτέρω συντελεστή, 650.874,78 ευρώ, και κατά προσαρμογή ανερχόμενα, μετά την αφαίρεση του ποσού της απόδοσης, σε 22.346.700,76 ευρώ, γ) η θετική διαφορά αξίας παγίων στοιχείων, ανερχόμενη σε 8.856.230,62 ευρώ (δηλαδή τα αναφερόμενα στην προαναφερθείσα απόφαση ΠΟΛ 1055/2003 του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών κριτήρια).
Κατά της διαληφθείσας πράξης του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου ο αναιρεσίβλητος άσκησε ενδικοφανή προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε με την 1532/17.2.2017 απόφαση του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
Η απόφαση, όμως, αυτή ακυρώθηκε, κατόπιν προσφυγής του αναιρεσίβλητου, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς.
Με την εν λόγω απόφαση κρίθηκε ότι η – προστεθείσα με την παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 3091/2002 – ρύθμιση της παρ. 4 του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, με την οποία προβλέπεται ότι ο τρόπος προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των κληρονομιαίων μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο μετοχών καθορίζεται με την έκδοση σχετικής υπουργικής απόφασης, είναι αντίθετη προς τους ορισμούς των διατάξεων των παρ. 1-2 του άρθρου 78 του Συντάγματος, γιατί καθιστά ανεπιτρέπτως τον προσδιορισμό του αντικειμένου της φορολογίας αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης.

Εν όψει της κρίσης αυτής, το δικάσαν διοικητικό εφετείο δέχθηκε ότι μη νομίμως προσδιορίσθηκε εν προκειμένω η φορολογητέα αξία των κληρονομηθεισών μετοχών σύμφωνα με τις διατάξεις της ως άνω υπουργικής απόφασης και υπολογίσθηκε ο ένδικος φόρος με βάση την αξία αυτή, ανέπεμψε δε την υπόθεση στη Διοίκηση, προκειμένου να εφαρμόσει, για τον προσδιορισμό του φόρου της συγκεκριμένης κληρονομιάς, τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ως άνω Κώδικα, κατ’ ενάσκηση της προβλεπόμενης στη διάταξη της παραγράφου αυτής και μη ασκηθείσης διακριτικής της ευχέρειας.
Το ΣτΕ, εξετάζοντας την υπόθεση, έκρινε ότι η εξουσιοδότηση προς τον υπουργό Οικονομικών να καθορίζει τη μέθοδο υπολογισμού της αξίας των μη εισηγμένων μετοχών δεν αντίκειται στο Σύνταγμα.
Σύμφωνα με την απόφαση, η εν λόγω εξουσιοδότηση αφορά τεχνικά και λεπτομερειακά θέματα, επιτρεπτώς ανατιθέμενα στη Διοίκηση.
Η απόφαση επισημαίνει ότι ο φορολογούμενος έχει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την αντικειμενική αξία, προσκομίζοντας τεκμηριωμένα στοιχεία για την αγοραία αξία των μετοχών, αποτρέποντας έτσι τον κίνδυνο πλασματικής φορολόγησης.
Με την απόφαση Α1829/2024, το ΣτΕ αναιρεί την προηγούμενη εφετειακή απόφαση και παραπέμπει την υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς για νέα κρίση, βάσει των αρχών που καθορίστηκαν. Παράλληλα, επιβάλλει δικαστική δαπάνη ύψους 920 ευρώ σε βάρος του αναιρεσίβλητου.
Η απόφαση αυτή θέτει σαφή νομικά όρια στον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας, επιβεβαιώνοντας τη συνταγματικότητα των σχετικών διατάξεων και ενισχύοντας την ασφάλεια δικαίου στον τομέα της φορολογίας κληρονομιών.

Το σκεπτικό της απόφασης αναμένεται να επηρεάσει μελλοντικές υποθέσεις και να καθοδηγήσει τόσο τις φορολογικές αρχές όσο και τους φορολογούμενους σε αντίστοιχες διαδικασίες.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου