Αιγιαλός, παραλία, προστατευόμενες περιοχές, παραχώρηση, ομπρέλες, ξαπλώστρες, beach bars.
Όσο η αντίστροφη μέτρηση για την επίσημη έναρξη της θερινής, τουριστικής, περιόδου και τη μαζική εξόρμηση στα παραθαλάσσια θέρετρα θα πλησιάζει προς το τέλος της τόσο η συζήτηση για το status quo στις παράκτιες ζώνες της χώρας και την εκμετάλλευσή τους θα καταλαμβάνει μεγαλύτερο μέρος της επικαιρότητας.
Πέρυσι το καλοκαίρι το αυθόρμητο «Κίνημα της Πετσέτας» ενεργοποίησε τ’ αντανακλαστικά των λουόμενων απέναντι στην ασύδοτη καταπάτηση των ακτών, κυρίως σε δημοφιλή νησιά, και προκάλεσε ένα πελώριο κύμα αντίδρασης στα -κατά βάση- ήρεμα νερά Αιγαίου και Ιονίου αντίστοιχα.
Για αρκετές εβδομάδες από τα μέσα Ιουλίου κι ως τα τέλη Αυγούστου, η απροσχεδίαστη αυτή πρωτοβουλία απέκτησε μαζικό χαρακτήρα αφήνοντας έκθετη την κυβέρνηση που επιχείρησε να αμυνθεί με εκ των υστέρων με αργοπορημένους ελέγχους και κυρώσεις κάθε φορά που διαπιστώνονταν καταχρήσεις των υπογεγραμμένων συμβάσεων.
Το νομοσχέδιο για τους αιγιαλούς
Ακολούθως, και στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τότε, προχώρησε στην τροποποίηση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, αναδιαμορφώνοντας ορισμούς και προϋποθέσεις που καθορίζουν τη φόρμουλα παραχώρησης σε ιδιώτες και επιχειρηματίες των ελεύθερων παραλιών. Παραλιών που παρεμπιπτόντως αποτελούν δημόσιο αγαθό άρα είναι υποχρεωτικό να διατίθενται δωρεάν στους πολίτες του.
Προς έκπληξη πολλών το νομοσχέδιο αυτό, που έφτασε στη Βουλή μετά τα μέσα Φεβρουαρίου και ψηφίστηκε κατόπιν κατά πλειοψηφία αποτελώντας πλέον νόμο του κράτους, κατατέθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών κι όχι το Περιβάλλοντος-Ενέργειας.
«Η εικόνα στις παραλίες της χώρας μας από το φετινό καλοκαίρι αλλάζει» υποστήριζε ο εισηγητής υπουργός Κωστής Χατζηδάκης, όταν ανέπτυσσε το πλαίσιο και τους άξονες της νομοθετικής πρωτοβουλίας, επιμένοντας πως πρόκειται για βελτιωτικές ρυθμίσεις που διασφαλίζουν «τα δικαιώματα πρόσβασης των πολιτών και την προστασία του περιβάλλοντος».
Μέχρι και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης επιστρατεύτηκε ως η τελευταία κυβερνητική απόπειρα πειστικών εξηγήσεων για το νομοθέτημα που προωθήθηκε άρον άρον. Εις μάτην, καθώς οι διαφωνίες, οι αντιρρήσεις και οι αντιδράσεις κάθε άλλο παρά πενιχρές ήταν.
Περιβαλλοντικές, μη κυβερνητικές, οργανώσεις είχαν επιχειρήσει κιόλας με άμεσες παρεμβάσεις τους στη δημόσια διαβούλευση να φωτίσουν τις πτυχές που άφηναν κενά και απροστάτευτα τα κομμάτια των ελεύθερων αιγιαλών.
Φερ’ ειπείν η ελληνική WWF σε άρθρο που δημοσιεύτηκε την περίοδο εκείνη στην ιστοσελίδα της έκανε λόγο για «νέο νομοσχέδιο αποξήλωσης της προστασίας» των ελληνικών παραλιών, διότι δεν δίνει έμφαση «στη θεσμική θωράκιση και την αποτελεσματική προστασία» τους. Αντιθέτως «καταργεί σημαντικές προστατευτικές διατάξεις που ισχύουν σήμερα για την παράκτια ζώνη».
«Ο νόμος δημιουργεί απαράδεκτες επιβαρυντικές συνθήκες»
Μια θεμελιώδη εξ αυτών, όπως αναλύει στο Βήμα ο Αντώνης Μπούγιας – υπεύθυνος εκστρατείας για τις θάλασσες για το ελληνικό γραφείο της Greenpeace, «η εξαίρεση που προβλέπει παραχωρήσεις χρήσης σε «μικρούς» αιγιαλούς χωρίς δημοπρασία από όμορα ξενοδοχειακά καταλύματα».
«Φανταστείτε τις χιλιάδες κολπίσκων ανά την Ελλάδα κατειλημμένους από τις ξαπλώστρες του «από πάνω» ξενοδοχείου ή δωματίων» υπογραμμίζει επιπροσθέτως κι ο καθείς μπορεί από ‘κει και πέρα να πλάσει με το μυαλό του την εικόνα καταλυμάτων που δημιουργούν ιδιωτικές -μη προσβάσιμες- παραλίες.
Γι’ αυτό και ο κ. Μπούγιας είναι κάθετος όταν λέει πως «ο νέος νόμος όχι μόνο περιπλέκει, αλλά δημιουργεί νέες απαράδεκτες επιβαρυντικές συνθήκες στις ακτογραμμές». Μολονότι την ίδια ώρα ορίζεται ως ανώτατο όριο κατάληψης μόνο το 30% του παράλιου χώρου.
Στην ίδια γραμμή, συμφωνώντας κι επαυξάνοντας, κινείται επίσης η Νάντια Ανδρεανίδου, αρμόδια Προγραμμάτων και Πολιτικής στο MEDASSET. Χαρακτηριστικά επισημαίνει από τη δική της πλευρά πως ο νέος νόμος «δεν εισάγει μια μεταρρύθμιση για την αποτελεσματική προστασία και τη διαχείριση».
Εξηγεί μάλιστα πως σε κάθε περίπτωση «το κράτος παραμένει έκθετο απέναντι στο περιβάλλον». Διότι «αντί να υπάρχει μια συστημική προσέγγιση όταν πρόκειται για εκμετάλλευση δημόσιου αγαθού, όπως είναι οι παραλίες και ιδίως στην περίπτωση της Ελλάδας που βάλλεται από την κλιματική κρίση, απουσιάζουν όλες αυτές οι προβλέψεις προσαρμογής». Κοινώς, το αποτέλεσμα απέχει της καλής πρόθεσης, εφόσον αυτή υπάρχει a priori.
Διαπιστώθηκε εξάλλου πως δεν λήφθηκαν υπ’ όψιν αναφορές για «φυσικούς ανθρωπογενείς κινδύνους τόσο στην παράκτια όσο και στην παρόχθια ζώνη».
«Μετέβαλαν τον ορισμό της παραλίας»
Μέσα από τη συζήτηση που είχαμε με τους εκπροσώπους των δύο περιβαλλοντικών φορέων κατέστη σαφές πως ένα ουσιώδες ζήτημα που αφήνεται παντελώς ακάλυπτο από τον νέο νόμο, σχεδόν στο έλεος της ασυδοσίας, είναι αυτό του ορίου δόμησης από τη γραμμή της κάθε ακτής.
«Η αφαίρεση του εδαφίου β στο αρ. 1 παρ. 2 του ν.2971/2001 που καθόριζε το πλάτος της παραλίας σε τουλάχιστον 30 μέτρα είναι από τις κυριότερες προβληματικές διατάξεις» καταθέτει το στέλεχος της Greenpeace, σημειώνοντας ότι «αντί η Ελλάδα να ακολουθήσει χώρες όπως η Ισπανία που έχουν πάθει και έχουν μάθει από την αυθαίρετη δόμηση πάνω στο κύμα, προχωρώντας σε ορισμούς αδόμητων ζωνών που φτάνουν μέχρι και τα 200 μέτρα, αποφάσισε να τραβήξει τον δικό της δρόμο μηδενίζοντας εντελώς αυτή την απόσταση».
«Μετέβαλαν τον ορισμό της παραλίας, το τι είναι παραλία» συμπληρώνει κι αμφιβάλλει για την τροποποίηση η συνομιλήτριά μας από το MEDASSET, με συνέπεια «να υπάρξει μια διαστρέβλωση κάποιων πραγμάτων, να προκληθούν προβλήματα. Με βασικότερο την προτεινόμενη ρύθμιση που καταργούσε το ελάχιστο όριο των 30 μέτρων, τη στιγμή που θεσμικά έχει θεσπιστεί πως δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100 μέτρων. Όπως επίσης καταργεί και τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του αιγιαλού».
Η «απάτητη παραλία»
Συν τοις άλλοις, κατά τον κ. Μπούγια «δεν έχουμε καμία πρόβλεψη για τη θέσπιση μέτρων προστασίας και διαχείρισης των περιοχών Natura αλλά αντίθετα έχουμε την εισαγωγή νέων όρων όπως αυτού της «απάτητης παραλίας», ο οποίος αφορά μόνο σε περιοχές Natura». Στο σύνολό τους αυτές μετρήθηκαν 198 και συνέθεσαν, εκ των υστέρων, μια λίστα που ανακοινώθηκε μέσα στον Απρίλιο.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όπως προσθέτει ο Αντώνης Μπούγιας, η παρούσα κυβέρνηση εξασφαλίζει «επιπλέον δικαιολογίες για να μην πράξει όσα οφείλει, όπως η έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων που αφορούν στην προστασία τους και η εκπόνηση σχεδίων διαχείρισης αυτών των περιοχών».
Ευνοϊκό πλαίσιο για ιδιωτική πρωτοβουλία
Βάσει των όσων αποσαφηνίζονται παραπάνω, είναι αναπόφευκτο ο νους όλων να γεννά συνειρμούς αυξημένης ιδιωτικής πρωτοβουλίας στον αιγιαλό. «Προφανέστατα και ευνοεί ακόμα περισσότερο την αχαλίνωτη τουριστική εκμετάλλευση των παραθαλάσσιων περιοχών χωρίς όρους» υποστηρίζει σχετικά ο Αντώνης Μπούγιας.
«Το ελάχιστο της δόμησης ήταν άμεσα συνδεδεμένο με την ιδιωτική πρωτοβουλία. Όταν επιτρέπεις σε μια χώρα που βασίζεται κυρίως στον τουρισμό και σε θαλάσσιες δραστηριότητες να υπάρξει δόμηση εκεί που κανονικά θα έπρεπε να απαγορεύεται, όπως επίσης να υπάρχουν δραστηριότητες που θα «ταράζουν» την ακτή, όλο αυτό μπορεί να γίνει προϊόν εκμετάλλευσης για τους περισσότερους μήνες τον χρόνο» αναφέρει από την πλευρά της η Νάντια Ανδρεανίδου.
«Κοντόφθαλμη και μη αποδοτική προσέγγιση»
Το γεγονός πως το νομοσχέδιο συντάχθηκε και κατατέθηκε στη Βουλή από το υπ. Οικονομικών θα μπορούσε να είναι ένα σημάδι της κατεύθυνσης που του δίνει η κυβέρνηση. «Δεν μπορώ να πω αν είναι προβληματικό ή όχι σε σχέση με τις αρμοδιότητες του κάθε υπουργείου παρότι είναι άλλη η εμπειρία, η επικέντρωση και η ατζέντα του Περιβάλλοντος», αποκρίνεται ο εκπρόσωπος τη Greenpeace.
Προτιμά ο ίδιος να σταθεί «στην κουλτούρα που επιδεικνύει αυτή η κίνηση», μιας και «πρόκειται περί κοντόφθαλμης και μη αποδοτικής προσέγγισης στο βωμό της άνευ όρων «ανάπτυξης», των αριθμών και των εισπράξεων, και όχι υπέρ του ίδιου του περιβάλλοντος ή προς μακροπρόθεσμο όφελος του μοναδικού τουριστικού προϊόντος που διαθέτει η χώρα μας».
Επιπρόσθετα, κατά τον κ. Μπούγια, «η κυβέρνηση έχει αποδείξει πολλές φορές ότι νομοθετεί σύμφωνα με τις επιταγές του «δόγματος του σοκ». Πολλές ταυτόχρονες ρυθμίσεις, ελάχιστη διαβούλευση σε ελάχιστο χρόνο».
«Αυτό τη βοηθά να αμβλύνει τις αντιδράσεις και να στερήσει χρόνο μελέτης, αναζήτησης και σύγκρισης βέλτιστων πρακτικών από οργανώσεις και φορείς που έχουν τη γνώση, αλλά και την αγωνία, για όσα συμβαίνουν στις θάλασσες και το περιβάλλον» σημειώνει διασαφηνίζοντας τη θέση του.
«Έπρεπε να είναι πληρέστερο»
Κατά την υπεύθυνη Προγραμμάτων και Πολιτικής του MEDASSET, «το περιβαλλοντικό σκέλος θα έπρεπε να είναι σχέδιο νόμου από το υπουργείο Περιβάλλοντος και να το έχει εισηγηθεί με έναν πολύ πιο έντονο τρόπο». Να έχει εξασφαλίσει δηλαδή κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση του πλαισίου.
«Δυστυχώς όμως», καταθέτει, «τα υπουργεία στην Ελλάδα δεν έχουν συνέργειες μεταξύ τους. Πολλές φορές μάλιστα προβαίνουν άκριτα και χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψιν άλλες προϋποθέσεις σε ενέργειες που κανονικά άπτονται διαφορετικών ενδιαφερόντων και ενδιαφερόμενων».
«Ακόμα πάντως κι αν ήρθε από το υπουργείο Οικονομικών αυτό το νομοσχέδιο, επειδή περιείχε σκέλη που αφορούσαν τη δημόσια περιουσία σε παραθαλάσσιες περιοχές και κάποια άλλα με τελείως δημοσιονομικό χαρακτήρα, οικονομικό και κοινωνικό, θα έπρεπε σίγουρα να είναι πληρέστερο και πιο ανταποκρινόμενο στις απαιτήσεις της σημερινής εποχής» συμπληρώνει διατυπώνοντας την άποψη πως οι διατάξεις δεν διαφυλάττουν τον σκοπό τους.
Λειψοί οι εποπτικοί μηχανισμοί
Μήπως όμως χάρη στις κυβερνητικές παρεμβάσεις απαλείφεται η ατιμωρησία; «Η θέσπιση νέων προστίμων ή και αυστηροποίηση παλαιότερων δεν σημαίνει τίποτα χωρίς την θέσπιση και ισχυροποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών» αποκρίνεται στην ερώτηση ο κ. Μπούγιας.
«Ενώ στο νομοσχέδιο δεν έχουμε προβλέψεις ενίσχυσης των μηχανισμών ελέγχου τήρησης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, έχουμε επιβολή προστίμων για τη μη τοποθέτηση ταμπέλας με τις πληροφορίες παραχώρησης. Νομίζω ότι αυτή η ασυμμετρία μιλά από μόνη της» συμπληρώνει χαρακτηριστικά, εκθέτοντας την έλλειψη περιβαλλοντικής συνείδησης του νομοθέτη.
«Όχι δεν αρκούν τα πρόστιμα», συναινεί η κ. Ανδρεανίδου, αφού «δεν υπάρχει ο κατάλληλος εποπτικός έλεγχος».
«Πολλές φορές δεν διακρίνουν καν ότι υπάρχει παράβαση» μεταφέρει εκφράζοντας την απογοήτευσή της για την έλλειψη τήρησης των κανόνων. Ούτως ή άλλως «ακόμη κι αν κάνουμε καταγγελίες, ακόμη και αν υποστούν οι παραβάτες τις κυρώσεις, δεν προχωρούν στην αποπληρωμή».
«Ούτε» από την άλλη «υπάρχει η συνεργασία μεταξύ των Αρχών για να κυρωθεί η παράβαση ούτε προχωρά η αποκατάσταση του φυσικού τοπίου που προβλέπεται να συμβεί. Είναι σύνηθες το φαινόμενο με το μπαλάκι των ευθυνών, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να έρχεται και η νομιμοποίηση ενός αυθαίρετου κτίσματος» όπως καταθέτει.
«Προστασία στα λόγια, έργα που ταράζουν το οικοσύστημα»
Αναπόδραστες ως εκ τούτου οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις στο όλο οικοσύστημα. «Μιλάμε για προστασία στα λόγια, ούτε καν στα χαρτιά» υποδεικνύει ο επικεφαλής εκστρατείας της ελληνικής Greenpeace για τις θάλασσες παρατηρώντας πως «μας λείπουν μελέτες και σχέδια διαχείρισης για τις περιοχές Natura, ενώ επιπλέον δεν έχουμε τα σχετικά προεδρικά διατάγματα που έπρεπε να περιέχουν τα παραπάνω, πλαισιωμένα παράλληλα από σαφή μέτρα προστασίας των περιοχών αυτών».
Εκ μέρους του MEDASSET, η αρμόδια Προγραμμάτων και Πολιτικής εστιάζει κυρίως στην προστασία της χελώνας Καρέτα – Καρέτα, δεδομένου ότι «στην Κυπαρισσία, στη Ζάκυνθο, αλλά και σε πολλές άλλες παραλίες εντός Ελλάδας, στην Κρήτη και στον Λακωνικό Κόλπο, θα πρέπει να υπάρχει πρόσφορο έδαφος για να βρουν τις ακτές ωοτοκίας του».
Κάτι που, αναπόφευκτα, εμποδίζεται εμφανώς τόσο εξαιτίας των beach bars που μισθώνουν τις παραλίες, τοποθετούν τραπεζοκαθίσματα και ομπρέλες ή φτιάχνουν ξύλινους διαδρόμους και προχωρούν σε διάνοιξη παράνομων δρόμων όσο και εξαιτίας της όχλησης ή της φωτορύπανσης. «Μέχρι και ιππασία πάνω στις παραλίες ωοτοκίας έχουμε παρατηρήσει», όπως μεταφέρει από την προσωπική εμπειρία της.
Αντίστοιχο πρόβλημα προκαλείται, κατά το στέλεχος της διεθνούς ΜΚΟ, από «έργα μεγάλης κλίμακας όπως για παράδειγμα η εξόρυξη υδρογονανθράκων που με τα πλωτά μέσα τους, που εκτείνονται από την ακτή προς τα μέσα, ταράζουν το θαλάσσιο οικοσύστημα – όχι μόνο τη χελώνα που δεν είναι το μοναδικό προστατευόμενο είδος. Φερ’ ειπείν καταστρέφονται επίσης οι αμμοθίνες».
Η Σύμβαση της Βαρκελώνης για την προστασία της Μεσογείου
Υπό κανονικές συνθήκες, το κανονιστικό πλαίσιο θα έπρεπε να ήταν απολύτως ρυθμισμένο κι εναρμονισμένο με τα διεθνή πρότυπα. Παρόλα αυτά, αν και η Ελλάδα έχει συνυπογράψει τη Σύμβαση για την Προστασία των Παράκτιων Περιοχών της Μεσογείου, η οποία καταλαμβάνει μάλιστα έναν ξεχωριστό χώρο στην ιστοσελίδα του υπ. Περιβάλλοντος, εξακολουθεί να μην υλοποιεί όσα προβλέπονται.
Ούτε, φυσικά, ο νέος νόμος ενεργοποιηθεί τις επιταγές που προβλέπονται για τα συμβαλλόμενα μέρη, κυρίως δε τον καθορισμό της αδόμητης ζώνης στις παραλίες.
«Για να την εφαρμόσει η κυβέρνηση θα πρέπει να καθορίσει σαφείς και οριοθετημένες θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές, να εφαρμόσει ολοκληρωμένη διαχείριση παράκτιων ζωνών, να εκπονήσει σχέδια έκτακτης ανάγκης, να ορίσει διαδικασίες για την αρχή της προφύλαξης και να φτιάξει πλαίσιο για τον προσδιορισμό των ευθυνών και των αποζημιώσεων σε περιπτώσεις παραβίασης των παραπάνω» μάς εξηγεί ο Αντώνης Μπούγιας από την Greenpeace.
Ταυτόχρονα «θα πρέπει να μεριμνήσει για τον καθαρισμό και την αποψίλωση εγκαταλειμμένων εγκαταστάσεων σε παράκτιες περιοχές», κάτι που για τον ίδιο «είναι πολύ σημαντικό». «Πρόκειται καθαρά περί ενός ζητήματος πολιτικής βούλησης» διευκρινίζει ο συνομιλητής μας.
«Η Ελλάδα έχει παραπεμφθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο γιατί δεν έχει κυρώσει αυτό το πρωτόκολλο, παρότι αποτελεί ήδη ενωσιακό δίκαιο. Και η μη κύρωσή του πρωτοκόλλου δεν είναι απλώς θέμα χρονικών καθυστερήσεων» υπενθυμίζει από την πλευρά της η Νάντια Ανδρεανίδου.
«Εμείς έχουμε ζητήσει επανειλημμένως την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των παράκτιων περιοχών και το σχόλιό μας για τον συγκεκριμένο νόμο αφορούσε τη διαχείριση αυτών των ζωνών», αναφέρει επιπλέον, με τον Αντ. Μπούγια να συμπληρώνει στο ίδιο σημείο ότι απέναντι σε όλα αυτά «κανενός το αυτί δεν ίδρωσε».
Θα επιστρέψει το Κίνημα της Πετσέτας αυτό το καλοκαίρι;
Αποχαιρετώντας σιγά σιγά την εορταστική περίοδο του Πάσχα και πλησιάζοντας πλέον με γοργούς ρυθμούς προς το καλοκαίρι, οι διατάξεις του νέου νόμου θα αποτυπωθούν σε αμμουδιές και βοτσαλώδεις ακτές της επικράτειας.
Έχοντας πάντα υπ’ όψιν τις συστηματικές αντιδράσεις της περυσινής περιόδου, που άρχισαν παρορμητικά και κατέληξαν ένα κοινωνικό φαινόμενο, ο εκπρόσωπος της Greenpeace εκτιμά ότι «όσα βιώσουν κάτοικοι και παραθεριστές από τις επιδράσεις αυτών των ρυθμίσεων σε πολλά παραθεριστικά σημεία της χώρας δεν θα τους αφήσουν ασυγκίνητους». Προβλέπει επί τις ουσίας ανάλογου ύφους ακτιβιστικές δράσεις.
Για το MEDASSET, «εμείς είμαστε οι ομάδες κρούσης. Επίσης οι εθελοντές μας είναι ένα κομμάτι όσων μάς βοηθούν, κυρίως σε εκπαιδευτικά προγράμματα. Ωστόσο, υπάρχουν πλέον και απλοί πολίτες που ευτυχώς έχουν αρχίσει να ενημερώνονται με αποτέλεσμα να υπάρχει όλο και περισσότερη ευαισθητοποίηση πάνω στο θέμα, αλλά και άμεση καταγγελία για αυθαιρεσίες, πρώτα εσωτερικά κι αν χρειαστεί σε διεθνές επίπεδο».
«Όσο μεγαλύτερη η εξωστρέφεια σε εθνικό επίπεδο, τόσο μεγαλύτερη η ανταπόκριση από τον κόσμο» όπως επισημαίνει καταλήγοντας η εκπρόσωπος του φορέα.