Καλοκαίρι μέσα στο φθινόπωρο για τον ελληνικό τουρισμό που συνεχίζει ανοδικά στους νησιωτικούς προορισμούς για το δίμηνο Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου, με τον Οκτώβριο ειδικά να έχει το προβάδισμα και τους τουριστικούς φορείς να είναι ήδη με το βλέμμα στραμμένο στη σεζόν του 2025 και στις προκλήσεις της επόμενης χρονιάς.
Οι κρατήσεις για τους δύο πρώτους φθινοπωρινούς μήνες που έπονται της θετικής πορείας του καλοκαιριού ακολουθούν ικανοποιητικούς ρυθμούς στα ελληνικά νησιά, με δεδομένη και τη φετινή τάση του ταξιδιωτικού κοινού ανά την Ευρώπη για περισσότερες αποδράσεις, μικρότερης ή μεγαλύτερης διάρκειας, στα δύο άκρα της θερινής σεζόν. Βασικοί λόγοι, οι σαφώς χαμηλότερες τιμές -εν μέσω πιέσεων των εισοδημάτων των Ευρωπαίων- έναντι της υψηλής περιόδου του Ιουλίου – Αυγούστου, αλλά και οι σαφώς χαμηλότερες θερμοκρασίες ύστερα από ένα ζεστό και άνομβρο καλοκαίρι όπως το φετινό. Στο παιχνίδι, όμως, από το φθινόπωρο μπαίνουν πιο δυνατά πλέον και οι ηπειρωτικοί προορισμοί της χώρας, οι οποίοι προσέλκυσαν φέτος το καλοκαίρι περισσότερους Ελληνες επισκέπτες, επίσης λόγω… τιμής.
Οι εγχώριοι τουριστικοί φορείς δηλώνουν ότι το ταμείο για τη φετινή τουριστική σεζόν θα γίνει σε κάθε περίπτωση τον Οκτώβριο, ωστόσο ήδη οι προβλέψεις κάνουν λόγο για ένα καλό, χωρίς εξάρσεις, πρώτο δίμηνο του φθινοπώρου, που ενδεχομένως να κινηθεί και ελαφρώς υψηλότερα σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα που είχε σημειώσει επιδόσεις-ρεκόρ. Με βάση τα στοιχεία των αεροπορικών, ο φετινός Σεπτέμβριος εμφανίζεται πιο συγκρατημένος σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα (που ήταν και ο καλύτερος ιστορικά για τον ελληνικό τουρισμό), ενώ πολύ καλά κινείται ήδη ο Οκτώβριος με αυξημένες κρατήσεις και προοπτική και για το πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου σε κορυφαίους προορισμούς, όπως η Ρόδος και η Κρήτη.
Από την άλλη πλευρά, ο κλάδος θεωρεί ότι το… σερί των τουριστικών ρεκόρ κάθε άλλο παρά είναι σίγουρο ότι θα συνεχιστεί και το 2025, με τα νέα δεδομένα που αναδείχθηκαν ιδιαίτερα τη φετινή τουριστική σεζόν όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη την Ευρώπη. Σε αυτά περιλαμβάνονται η κλιματική κρίση αλλά και η «αντιτουριστική» καμπάνια που δημιουργεί αρνητική εικόνα για τον κλάδο, συνδέοντας άμεσα τη φθίνουσα ποιότητα της καθημερινότητας των ντόπιων με την αυξημένη παρουσία τουριστών στους προορισμούς – δεδομένα που ήρθαν να προστεθούν και στις υφιστάμενες πιέσεις των εισοδημάτων του ταξιδιωτικού κοινού την τελευταία διετία λόγω ακρίβειας και πληθωρισμού.
Είναι χαρακτηριστική σχετικά η δήλωση του πρώην προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων και διευθύνοντος συμβούλου των Electra Hotels Γιάννη Ρέτσου, ότι «αν δεν κινηθούμε στη σωστή κατεύθυνση, θα έρθουν σύντομα πάλι δύσκολα χρόνια για τον τουρισμό μας» και ότι «το 2025 δεν θα είναι μία εύκολη χρονιά» ζητώντας παράλληλα μια ενιαία, κεντρική στρατηγική. Στο ίδιο μοτίβο κι ένας άλλος θεσμικός του κλάδου, ο επίτιμος πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος Γιώργος Τσακίρης, ο οποίος αναρωτιέται μήπως «να ξαναπιάσουμε τον τουρισμό μας από την αρχή;».
Η φετινή πορεία
Για τη φετινή χρονιά, πλέον, οι θετικές επιδόσεις σε επίπεδο αφίξεων/εισπράξεων είναι λίγο πολύ αναμενόμενες, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος για το πρώτο εξάμηνο που περιλαμβάνει και τον πρώτο μήνα του καλοκαιριού, τον Ιούνιο, σε συνδυασμό με τη μετέπειτα γενικότερη πορεία των προορισμών, τις αυξημένες αεροπορικές και οδικές αφίξεις στην καρδιά της σεζόν, αλλά και τις ικανοποιητικές κρατήσεις του φθινοπώρου.
Με βάση τα επίσημα στοιχεία από τα αεροδρόμια και τους μεθοριακούς σταθμούς της χώρας που συγκεντρώνει το ΙΝSΕΤΕ, για την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2024 το σύνολο των διεθνών αεροπορικών και οδικών αφίξεων ανήλθε σε 20,7 εκατομμύρια (14,4 εκατομμύρια οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις και 6,3 εκατομμύρια οι οδικές), έχοντας σημειώσει συνολική αύξηση σχεδόν κατά 10% από τα 18,82 εκατομμύρια του επταμήνου του 2023.
Τώρα, εκτός από τους νησιωτικούς προορισμούς, καλύτερες ημέρες από το φθινόπωρο, καιρού επιτρέποντος πάντα, αναμένουν και ηπειρωτικοί προορισμοί της χώρας που δεν έχουν ανακτήσει τις περυσινές απώλειες, όπως η Μαγνησία, που επλήγη πέρυσι από τις πλημμύρες και ελπίζει τώρα σε ένα καλύτερο δίμηνο Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου, εξ ου και η οργή της τοπικής Ενωσης Ξενοδόχων για τη δυσφήμηση της περιοχής με το πρόσφατο θέμα των νεκρών ψαριών στον Παγασητικό, το οποίο έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις τις τελευταίες ημέρες.
Στην «πρωταθλήτρια» τουριστική περιφέρεια της χώρας, το Νότιο Αιγαίο, η αύξηση από την αρχή της σεζόν, τον Απρίλιο έως και τον Ιούλιο σε επίπεδο αφίξεων τοποθετείται στο +8% σε σχέση με πέρυσι, παρότι περιλαμβάνονται και οι δύο premium προορισμοί της χώρας, (περισσότερο) η Μύκονος και (λιγότερο) η Σαντορίνη, που έχουν πιεστεί τουριστικά το τελευταίο διάστημα. Στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου συνεχείς πρωτιές σε όλα τα επίπεδα σημειώνει η Ρόδος. Οι αφίξεις στο νησί κινήθηκαν στην υψηλή σεζόν Ιουλίου – Αυγούστου με διψήφια αύξηση ακόμη και πάνω από 12%, με τους τουριστικούς φορείς να κάνουν λόγο για τις καλύτερες ιστορικά επιδόσεις των τελευταίας δεκαετίας. Επιπλέον διαφαίνεται αυξημένη ζήτηση για το φθινόπωρο αλλά και προοπτική μικρής επιμήκυνσης μέσα στον Νοέμβριο με προσφερόμενα πακέτα από κορυφαίους tour operators, πέραν και του κλάδου της κρουαζιέρας, όπου μόνο για τον Σεπτέμβριο αναμένεται ο κατάπλους 54 κρουαζιερόπλοιων. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στην περίπτωση της Κρήτης, όπου ενδεικτικά το Ηράκλειο πάει φέτος για ρεκόρ στην κρουαζιέρα με περίπου 300 αναμενόμενες προσεγγίσεις και 500.000 επιβάτες από τις 270.000 και 382.000 αντίστοιχα του 2023.
Στο μέτωπο των ξενοδόχων, όπως επισημαίνει στο «business stories» ο κ. Νίκος Χαλκιαδάκης, πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Ηρακλείου, «η σεζόν θα πάει καλά το επόμενο δίμηνο μέχρι και τις πρώτες 10-15 ημέρες του Νοεμβρίου, με βάση τις κρατήσεις μέχρι στιγμής που είναι ελαφρώς ανοδικές σε σύγκριση με πέρυσι». Εως τα μέσα Οκτωβρίου τα ξενοδοχεία στην ευρύτερη περιοχή φαίνεται ότι πιάνουν πληρότητες κοντά στα 80%.
Η Κρήτη, μαζί με τη Ρόδο και την Κω είναι οι ελληνικοί προορισμοί που περιλαμβάνονται στους τοπ ευρωπαϊκούς για τον μεγαλύτερο ταξιδιωτικό οργανισμό της Ευρώπης φέτος το φθινόπωρο. Μόλις την περασμένη εβδομάδα η γερμανική TUI ανακοίνωσε ότι διαπιστώνει «πρωτοφανή» ζήτηση για φθινοπωρινές διακοπές, με αύξηση της ζήτησης για παραλιακούς προορισμούς στη Μεσόγειο και την Τουρκία ως μεγάλη κερδισμένη. Στο πελατολόγιο της TUI η Αττάλεια είναι αυτή την στιγμή ο κορυφαίος προορισμός της Μεσογείου για φθινοπωρινές διακοπές, με την τουρκική ριβιέρα ειδικά να ξεπερνά ακόμα και τη Μαγιόρκα. Μετά την Αττάλεια και τη Μαγιόρκα, η Κρήτη και η Κως ακολουθούν στην τρίτη και τέταρτη θέση της λίστας με τους δημοφιλέστερους προορισμούς για τους ταξιδιώτες, ενώ υψηλή ζήτηση παρουσιάζουν και προορισμοί στην Ερυθρά Θάλασσα όπως η Xουργκάντα και η Μάρσα Αλάμ στην Αίγυπτο. Στους προορισμούς πρώτης γραμμής για το φθινόπωρο είναι επίσης και η Ρόδος μαζί με τη Φουερτεβεντούρα στην Ισπανία, το Φάρο στην Πορτογαλία και τα Γκραν Κανάρια, επίσης στην Ισπανία.
Οι 5 προκλήσεις για το 2025
Η TUI σχολιάζει ότι «η τουρκική ριβιέρα είναι πολύ ελκυστική ακόμη και για οικογενειακές διακοπές φέτος το φθινόπωρο λόγω καλών θερμοκρασιών και πολύ καλή σχέση τιμής – απόδοσης», αποτυπώνοντας παράλληλα και δύο από τις βασικές παραμέτρους που καθόρισαν φέτος και θα καθορίσουν και το 2025, όπως φαίνεται, τις διακοπές των Ευρωπαίων.
Καιρικές συνθήκες και οικονομικό τουριστικό πακέτο είναι πράγματι δύο από τους πλέον καθοριστικούς παράγοντες για το ευρωπαϊκό ταξιδιωτικό κοινό, που αποτελεί τη βασική δεξαμενή εισερχόμενων τουριστών και για την Ελλάδα. Οι πιέσεις στα εισοδήματα των Ευρωπαίων φάνηκαν άλλωστε και στα επίσημα στοιχεία που καταγράφει η Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με τα οποία συνολικά οι εισπράξεις στο α’ εξάμηνο του 2024 αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά 12,2% στα 6,92 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 3,11 δισ. ευρώ ήταν τον Ιούνιο (+7,7%).
Η αύξηση οφείλεται στην άνοδο των αφίξεων κατά 15,5%, στους 11,62 εκατομμύρια ταξιδιώτες, το α’ εξάμηνο δεδομένου ότι η μέση δαπάνη ανά ταξίδι μειώθηκε περαιτέρω φέτος το πρώτο εξάμηνο στα 571 ευρώ από 589 ευρώ το α’ εξάμηνο του 2023 (και 608 ευρώ το α’ εξάμηνο του 2022). Ο Ιούνιος ειδικά παρουσιάζει μέση δαπάνη ανά ταξίδι στα 638 ευρώ, από 647 ευρώ τον Ιούνιο του 2023 και 672 ευρώ τον Ιούνιο του «ιδιαίτερου» 2022, όπου το κοινό ξόδευε περισσότερα μετά τη δύσκολη περίοδο του lockdown.
«Ο τουρισμός είναι πλέον πολύ σημαντικός για να αγνοείται και να αφήνεται στην τύχη του», σχολιάζει ο κ. Ρέτσος. «Είναι πολύ απαραίτητος για το οικονομικό μέλλον της χώρας και την ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών, για να μπορούν “επιχειρηματίες της αρπαχτής” να υποθηκεύουν το μέλλον του με τις πρακτικές τους. Κυβέρνηση και Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να στοιχηθούν πίσω από ενιαία στρατηγική που θα καθορίζει τους στόχους και θα εκπονεί και εφαρμόζει πολιτικές. Και ο ιδιωτικός τομέας, υπεύθυνα και με συνεχή αυτοκριτική, θα δημιουργεί, θα εξελίσσει το προϊόν και θα περιθωριοποιεί όλους εκείνους που επιχειρούν να το σαμποτάρουν». Ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΤΕ θεωρεί ότι κάτι τέτοιο μπορεί να φαίνεται μεν ουτοπικό, ωστόσο «αν δεν κινηθούμε στη σωστή κατεύθυνση, θα έρθουν σύντομα πάλι δύσκολα χρόνια για τον τουρισμό μας».
Και αυτό σε έναν κλάδο του οποίου η άμεση επίπτωση (περιλαμβανομένου του εισερχόμενου τουρισμού, της κρουαζιέρας, των εσόδων των αεροπορικών και ακτοπλοϊκών εταιρειών, του εγχώριου τουρισμού και των επενδύσεων στον κλάδο) στην ελληνική οικονομία το 2023 -σε τρέχουσες τιμές- ήταν 28,5 δισ. ευρώ με βάση τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος και τη σχετική επεξεργασία τους από το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝSΕΤΕ).
Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 13% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ αν συνυπολογιστεί και η έμμεση συνεισφορά του μέσω πολλαπλασιαστών αντιστοιχεί σε περίπου 30%. Για το πρώτο εξάμηνο του 2024, σύμφωνα με την ΤτΕ, τα αυξημένα έσοδα από τον τουρισμό και τις λοιπές εξαγωγές υπηρεσιών υπερκάλυψαν τη μείωση των εξαγωγών προϊόντων, συμβάλλοντας στην αναπτυξιακή τροχιά της ελληνικής οικονομίας. «Αυτό από μόνο του θα μπορούσε να είναι μια απλοϊκή απάντηση στην εξίσου απλοϊκή προσέγγιση κάποιων για αλλαγή του οικονομικού μοντέλου της χώρας και ανάδειξη άλλων τομέων της οικονομίας, όχι με τον τουρισμό, αλλά θυσιάζοντας τον τουρισμό», όπως αναφέρει ο κ. Ρέτσος. «Και τη στιγμή μάλιστα που έχει αποδειχθεί περίτρανα και όχι μόνο από τις μελέτες του ΙΟΒΕ και του ΚΕΠΕ, ο υψηλότατος πολλαπλασιαστής του τομέα για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας (σ.σ.: μεταξύ 2,2 και 2,65 άρα για κάθε 1 ευρώ από την τουριστική δραστηριότητα δημιουργείται έμμεση και προκαλούμενη πρόσθετη οικονομική δραστηριότητα 1,65 ευρώ και άρα, συνολικά, το ΑΕΠ αυξάνεταιι κατά 2,65)».
Σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο του ΣΕΤΕ, «το 2025, για πολλούς και διάφορους λόγους, δεν θα είναι εύκολη χρονιά και σε τίποτα δεν θα θυμίζει το 2022, 2023 και το πρώτο μισό του 2024». Οι λόγοι, πέραν των ήδη γνωστών με τις πιέσεις στα εισοδήματα των Ευρωπαίων, τη γεωπολιτική αστάθεια, την επιστροφή στην κανονικότητα μετά την COVID-19 για το σύνολο των αγορών, συμπεριλαμβανομένων και των πιο μακρινών, που κινήθηκαν πολύ το φετινό καλοκαίρι, έχουν να κάνουν και με άλλα δύο σημεία: την κακή διαχείριση προορισμών στη μετα-πανδημική περίοδο με ευθύνη και των εμπλεκόμενων φορέων του Δημοσίου, αλλά και το θέμα της διαφύλαξης του τουριστικού προϊόντος και της σχέσης ποιότητας/τιμής από πλευράς ιδιωτικού τομέα. «Εξακολουθητικά αναζητείται μία εθνική τουριστική στρατηγική», δηλώνει ο κ. Τσακίρης.
Ο επίτιμος πρόεδρος του ΞΕΕ τονίζει το θέμα των υποδομών και της τουριστικής λειτουργίας των προορισμών σε μια συγκυρία όπως η φετινή, όπου ο ελληνικός τουρισμός οδεύει μεν προς μία ακόμη χρονιά ρεκόρ με αύξηση επιδόσεων και εισπράξεων, ωστόσο πανευρωπαϊκά ο κλάδος φαίνεται ότι βρίσκεται μπροστά σε νέα δεδομένα. «Ενδεικτικά αναφέρω τρία τουριστικά νούμερα που κατέγραψαν οι Γάλλοι: λόγω της ζέστης που πανευρωπαϊκά ταλαιπωρεί τους τουρίστες, στη Νορμανδία που είναι γενικά δροσερός τόπος αυξήθηκαν φέτος κατά 17% οι Σουηδοί επισκέπτες και κατά 11% οι Νορβηγοί. Συγχρόνως αυξήθηκαν οι Γάλλοι τουρίστες στη Δανία κατά 27%. Υπενθύμιση ότι αυτές οι εθνικότητες είναι και καλοί, δικοί μας πελάτες»…
Πηγή: newmoney.gr