Το φαινόμενο της αποποίησης κληρονομιάς, που κάποτε φάνταζε ως “νομικό τερτίπι” για να αποφύγει ο κληρονόμος τα μεγάλα χρέη του κληροδότη, είναι πλέον μια μαζική και καθημερινή μάχη του πολίτη απέναντι στην υπερφορλόγηση της ακίνητης περιουσίας.
Ο ΕΝΦΙΑ, η αύξηση των φόρων ακίνητης περιουσίας και τα χρέη σε δημόσιο και τράπεζες, σε συνδυασμό με την ολοένα και περισσότερο επιβαρυμένη οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών, έχουν οδηγήσει σε αύξηση των αιτήσεων αποποίησης κληρονομιάς.
Και ενώ πριν μερικά χρόνια οι αιτήσεις αποποίησης κληρονομιάς ήταν ελάχιστες, πλέον οι κληρονόμοι «στριμώχνονται» στα κατά τόπους Ειρηνοδικεία της χώρας προκειμένου να καταθέσουν αίτηση με την οποία θα… ξεφορτώνονται κληρονομιές, που μόνο επιπρόσθετο πονοκέφαλο μπορούν να τους προκαλέσουν.
Ενδεικτικό της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί και σε τοπικό επίπεδο είναι το γεγονός ότι το έτος 2013 είχαν υποβληθεί 194 αιτήσεις, το έτος 2014 256, το 2015 411, το έτος 2016 385 και από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως και χθες σε 545!
Η αύξηση είναι τραγικά μεγάλη σε σχέση με την έναρξη ή το μέσον της κρίσης που μαστίζει τη χώρα καθώς σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης οι αποποιήσεις στο διάστημα 2013-16 αυξήθηκαν κατά 86%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία:
Το 2013 ανήλθαν σε 29.199, το 2014 σε 41.388, το 2015 σε 45.628 και το 2016 σε 54.422.
Τις οδυνηρές συνέπειες της φορολογικής αφαίμαξης που έχει επιβάλει η κυβέρνηση και με την δική τους ψήφο επισημαίνουν 66 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ζητώντας να δοθεί λύση στο «φαινόμενο» των αποποιήσεων κληρονομιάς.
«Το τελευταίο χρονικό διάστημα παρατηρείται αλματώδης αύξηση των ποσοστών αποποίησης κληρονομίας, φαινόμενο το οποίο λαμβάνει πλέον σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις», επισημαίνουν οι ερωτώντες βουλευτές, ομολογώντας ότι οι παραιτήσεις των κληρονόμων έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια λόγω των οδυνηρών δημοσιονομικών μέτρων που έχουν ψηφίσει και οι 66.
«Τα στατιστικά στοιχεία της πρόσφατης τριετίας, είναι δηλωτικά της κατάστασης αυτής, καθώς οι αποποιήσεις ιδίως για το έτος 2015 φαίνεται να ξεπέρασαν τις 45.000 ενώ το 2016 έφθασαν τις 54.422, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ελληνική οικονομία.
Οι λόγοι οφείλονται κυρίως, είτε στην αδυναμία των προσωρινών κληρονόμων να αποδεχθούν λόγω των συνεπαγόμενων για εκείνους οικονομικών επιβαρύνσεων (λ.χ. έξοδα συμβολαιογράφων, φόροι κληρονομίας κ.ά.) αλλά και στην ενδεχόμενη ανικανότητα μελλοντικής αξιοποίησης της κληρονομιαίας περιουσίας (ακίνητα, εκτάσεις γης), είτε στο γεγονός ότι οι θανόντες (κληρονομούμενοι) αφήνουν συσσωρευμένα χρέη, οφειλές και βάρη τα οποία και δεν επιθυμούν οι κληρονόμοι να επωμιστούν» συνεχίζουν.