Καθώς ολοκληρώνεται το 2024 καθίσταται ολοένα και πιο σαφές ότι οι συνήθειες των ξένων επισκεπτών της Ελλάδας σταδιακά μεταβάλλονται. Περισσότεροι επιλέγουν πλέον τον Μάιο, τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο για να επισκεφθούν τη χώρα μας, με τη μέση κατά κεφαλήν δαπάνη τους να διαμορφώνεται σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι εκείνων που εξακολουθούν να έρχονται τον Ιούλιο και κυρίως τον Αύγουστο. Ο μεγάλος αριθμός τουριστών κατά τους παραδοσιακούς μήνες αιχμής, οι υψηλές τιμές αυτής της περιόδου και κυρίως οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, με τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες και τους συχνούς καύσωνες, αποτελούν τις βασικές παραμέτρους που διαμορφώνουν νέες συνήθειες. Ετσι, φέτος στην Ελλάδα τον Ιούλιο και τον Αύγουστο αν και ήρθαν περισσότεροι επισκέπτες από τους αντίστοιχους μήνες πέρυσι έμειναν λιγότερες μέρες και ξόδεψαν λιγότερα χρήματα.
Αντιθέτως τον Μάιο, τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο οι αφίξεις και τα έσοδα ενισχύθηκαν σημαντικά. Μάλιστα η αύξηση των εσόδων τον Σεπτέμβριο υπερκάλυψε τις απώλειες του Ιουλίου και του Αυγούστου. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η γαλλική ξενοδοχειακή πολυεθνική αλυσίδα Accor νωρίτερα φέτος, πολλοί ταξιδιώτες δήλωσαν ότι αποφεύγουν την περίοδο αιχμής, δηλαδή τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, κυρίως λόγω δύο παραγόντων: του κόστους και της ανησυχίας για την υπερβολική ζέστη. Ενας στους τρεις ερωτηθέντες σε όλη την Ευρώπη, και συγκεκριμένα το 32%, δηλώνει ότι επιλέγει σκόπιμα να κάνει διακοπές εκτός της περιόδου αιχμής για να μειώσει το κόστος, ενώ ένας στους πέντε, το 19%, το κάνει για να αποφύγει τον καύσωνα. Αυτό σημαίνει ότι σημαντικός αριθμός ταξιδιωτών αντί να ταξιδέψουν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο για διακοπές «ήλιος και θάλασσα», οι οποίες κατά μέσον όρο έχουν διάρκεια περίπου επτά μέρες, επέλεξαν να κάνουν τέτοιου είδους διακοπές τον Μάιο, τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο. Πράγματι, τα στοιχεία των αφίξεων και των εισπράξεων στην Ελλάδα για φέτος τον Ιούνιο και τον Μάιο ήταν έντονα ανοδικά σε σχέση με πέρυσι. Ειδικότερα, φέτος τον Σεπτέμβριο οι ταξιδιωτικές εισπράξεις, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, ανήλθαν σε 3,58 δισ. και ήταν αυξημένες κατά 261 εκατ. (+7,9%) έναντι των εσόδων του Σεπτεμβρίου 2023. H αύξηση αυτή κάλυψε τη μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων Ιουλίου – Αυγούστου, που ήταν λιγότερες κατά 256 εκατ. από πέρυσι.
Για ολόκληρο το φετινό εννεάμηνο οι ταξιδιωτικές εισπράξεις ανήλθαν σε 18,76 δισ. και είναι αυξημένες κατά 737 εκατ. (+4,1%) έναντι των εσόδων του αντίστοιχου περυσινού διαστήματος.
Πώς όμως θα κλείσει το έτος; Θα είναι η φετινή χρονιά νέο έτος-ρεκόρ για τον τουρισμό; Με βάση τα διαθέσιμα μέχρι στιγμής στοιχεία, η απάντηση είναι ναι. Τα έσοδα του τέταρτου τριμήνου πέρυσι (Οκτ. – Δεκ. 2023) ήταν 2,3 δισ. Αρα, αν και φέτος διατηρηθούν στα ίδια επίπεδα –τα οποία με βάση τις πρώτες ενδείξεις θα είναι υψηλότερα– το σύνολο των εσόδων για το 2024 θα ανέλθει σε τουλάχιστον 21,2 δισ. και πιθανότατα να αγγίξει τα 21,44 δισ. από 20,46 δισ. το 2023.
Αντίστοιχα, οι συνολικές αφίξεις φέτος τείνουν προς τα 39 εκατ. και ίσως τα ξεπεράσουν, έναντι 32,745 εκατ. ταξιδιωτών πέρυσι.
Πηγή: moneyreview.gr