Συνεντεύξεις

Βασίλης Κορκίδης: «Ισχυρές οι προσδοκίες και οι ευκαιρίες της αγοράς για το 2022»

«Ισχυρότερες το 2022 οι προσδοκίες των ευκαιριών από τις μεταλλάξεις των προκλήσεων».
Αυτό αναφέρει μεταξύ άλλων σε συνέντευξή του στην «δ» ο πρόεδρος του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, Βασίλης Κορκίδης. Επίσης μιλάει για το μέλλον των ΜμΕ καθώς και για την αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου κατά την περίοδο της πανδημίας.

• Κύριε Κορκίδη, έχουμε ισχυρότερες προσδοκίες για το 2022;
Είναι σύνηθες σε κάθε ξεκίνημα μιας νέας χρονιάς να κυριαρχούν οι ευχές και οι προσδοκίες. Φέτος όμως υπάρχει μία διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν, αφού οι προσδοκίες και οι ευκαιρίες για το 2022 είναι ισχυρότερες από τις προκλήσεις και όσα συνέβησαν με τις μεταλλάξεις της πανδημίας το 2020 και το 2021. Στα τέλη του 2021 στον επιχειρηματικό κόσμο έγινε κατανοητό, πως με τόσους πολλούς αστάθμητους παράγοντες που αντιμετωπίζουμε από την παρούσα υγειονομική και δημοσιονομική κατάσταση, απαιτείται συνεχής εγρήγορση αλλά και ευελιξία για άμεση προσαρμογή στα οικονομικά δεδομένα που διαμορφώνει σε παγκόσμια κλίμακα η πανδημία. Για το νέο έτος, λοιπόν, η ευχή είναι να μην υπάρξει νέος κύκλος αγωνίας για το υπό διαμόρφωση οικονομικό σκηνικό.
Γεγονός είναι ότι η πίεση που παρέχει η παρούσα συγκυρία, δημιουργεί εδραία άποψη ότι οι μεταρρυθμίσεις, οι ελαφρύνσεις και οι ρυθμίσεις θα πρέπει να συνεχιστούν και όλο το 2022. Οφείλουμε να ατενίσουμε το νέο έτος από την αυγή του κιόλας με αισιοδοξία. Όχι με την «αφηρημένη έννοια» αλλά απορρέουσα από τα στοιχεία του νέου προϋπολογισμού που προβλέπει ανάπτυξη, συρρίκνωση της ανεργίας και εκτόξευση των επενδύσεων και των εξαγωγών. Στα στοιχεία που συνηγορούν σε αυτή την αισιοδοξία το γεγονός ότι ΕΕ, στις προβλέψεις της, αναθεώρησε την ανάπτυξη του 2021 για την Ελλάδα προς τα πάνω, στο 7,1%, από το 6,9% που εκτιμά το ΥΠΟΙΚ και στο 5,2%, για το 2022. Η ανάκαμψη της οικονομίας σε σχήμα V αποδίδεται στην ενισχυμένη εγχώρια ζήτηση και σε μια καλύτερη από την αναμενόμενη τουριστική περίοδο. Η νέα εκτίμηση για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας είναι η 3η υψηλότερη στην ΕΕ, ωστόσο, δεν πρέπει να παραβλέπουμε πως το έλλειμμα 9,9% και το χρέος 203% είναι, επίσης, τα υψηλότερα στην ΕΕ.
Αλλά ας έρθουμε στο πεδίο των προσδοκιών. Από τα μέχρις ώρας γνωστά από τον προϋπολογισμό είναι ότι δεν περιλαμβάνει πρόσθετες παρεμβάσεις για οποιονδήποτε κλάδο της οικονομίας, με βάση και τον υπάρχοντα δημοσιονομικό χώρο. Ωστόσο εκτιμώ ότι η άσκηση, «επιθετικής» αν θέλετε, πολιτικής για την προσέλκυση επενδύσεων, την αύξηση των εξαγωγών, αλλά και την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης αποτελούν στοιχεία που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη δημοσιονομικού χώρου στην κυβέρνηση, ώστε να καταστεί δυνατή η συνέχιση της στήριξης στο επιχειρείν, το οποίο καλείται να επιβιώσει της «δίδυμης κρίσης», ενεργειακής και υγειονομικής, που αποστερούν την ικμάδα του σε δύσκολη χρονική συγκυρία, με την αποκλιμάκωση των πιέσεων να διαφαίνεται, κατά πάσα πιθανότητα, ότι θα συμβεί μετά το πρώτο τετράμηνο του νέου έτους. Είναι προφανές ότι οι προτεραιότητες της κυβέρνησης, διαμορφώνονται με βάση την ένταση και την έκταση της ενεργειακής και υγειονομικής κρίσης, καθώς και τον περιορισμό των δυσμενών πληθωριστικών οικονομικών συνεπειών, γεγονός που απαιτεί, όπως προανέφερα, συνεχή εγρήγορση, ώστε, αφενός, να διατηρηθεί η αναγκαία ευελιξία στην αγορά και, αφετέρου, να μην εκτροχιαστεί σε καμία περίπτωση και για κανένα λόγο ο προϋπολογισμός.

Ας ελπίσουμε πως η μετάλλαξη «Όμικρον» θα εξελιχθεί ήπια και θα βαδίσουμε με το θετικό-ανοδικό σενάριο «upside scenario», παρά τις διαφοροποιήσεις της από τις άλλες μεταλλάξεις, τα εμβόλια θα λειτουργήσουν με ηπιότερες επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων, με αποτέλεσμα οι κίνδυνοι σε σχέση με τις άλλες μεταλλάξεις να είναι μικρότεροι οδηγώντας σε ενίσχυση της οικονομίας. Σε αυτό το σενάριο της «ομαλοποίησης», η ανάπτυξη θα κινηθεί σε υψηλότερα επίπεδα, ενώ η εξισορρόπηση της ζήτησης και η ανάκαμψη στην προσφορά προϊόντων και στην προσφορά εργασίας θα οδηγήσουν σε χαμηλότερο επίπεδο τον πληθωρισμό. Άρα θα έχουμε όλα εκείνα τα στοιχεία για να ατενίσουμε το 2022 με αισιοδοξία. Σαφώς υπάρχει πάντα και ο αστάθμητος παράγοντας. Τον οποίο και απευχόμαστε. Προσδοκία της αγοράς είναι το νέο έτος να είναι ένα έτος απαλλαγμένο από τα δεινά του 2020 αλλά και του 2021, να είναι ένα έτος κερδοφορίας ικανού να «κλείσει τις πληγές που άνοιξε η πανδημία» με την κυβέρνηση να προχωρά σε «στοχευμένες» παρεμβάσεις στήριξης και το τραπεζικό σύστημα να χρηματοδοτήσει περισσότερο τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα η οποία αναζητά ρευστότητα.
Οι επιχειρηματικές συμφωνίες δείχνουν την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία και κατέστησαν εμφανές ότι στα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία υπάρχει αξία. Οι ροές από το Ταμείο Ανάκαμψης και το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, φτάνουν συνολικά έως το 2026 τα 101 δισ. ευρώ και παρέχουν πρωτοφανή συνδυαστική στήριξη για να καλυφθεί το επενδυτικό κενό που άφησε η 10ετής κρίση. Εν κατακλείδι, η Ελλάδα δεν είναι τυχαία ο πιο δημοφιλής προορισμός επενδύσεων, αφού έχει αναδείξει στο διεθνές, και όχι μόνο, επενδυτικό κοινό ένα ευρύ πεδίο για επενδύσεις σε τομείς της οικονομίας. Με δεδομένο ότι η παρούσα κυβέρνηση, παρά τις επιπρόσθετες προκλήσεις για την οικονομία από την σοβούσα κρίση της πανδημίας, χειρίστηκε επιτυχώς και συνεχίζει με συνέπεια το μεταρρυθμιστικό της έργο με στόχο τη συνεχή βελτίωση εκείνων των παραμέτρων που θα καταστήσουν έτι περαιτέρω θελκτική τη χώρα μας για επενδύσεις. Προσωπικά, πιστεύω πως οι επενδύσεις από εγχώρια επιχειρηματικά σχήματα, αποτελεί το μεγαλύτερο κίνητρο, δίνει τα περισσότερα οφέλη και κάνει την καλύτερη διαφήμιση για τη χώρα μας, αφού αποδεικνύει την εμπιστοσύνη μας στη προοπτική της ελληνικής οικονομίας.
• Το ηλεκτρονικό εμπόριο, κατέγραψε ‘άλμα ανάπτυξης’ μέσα στην πανδημία;
Ιδιαίτερα προσοδοφόρα αποδείχθηκε η περσινή χρονιά για όσες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στο χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου, το οποίο διευρύνει ολοένα και περισσότερο το αποτύπωμά του. Σύμφωνα με έρευνα του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Εμπορίου Επιχειρείν (ELTRUN), η συνολική αξία του ηλεκτρονικού εμπορίου εκτιμάται ότι έφτασε τα 14 δισ. ευρώ το 2021 και αφορά στην πώληση προϊόντων και υπηρεσιών. Ο ηλεκτρονικός τζίρος εκτινάχθηκε σε επίπεδα ρεκόρ το 2021, από τα 9 δις το 2019 και τα 11,5 δις ευρώ του 2020 επιβεβαιώνοντας ότι οι online αγορές από τα e-shops αποτελούν μια νέα κανονικότητα στο εμπόριο.
Είναι ενδεικτικό ότι έξι στους δέκα καταναλωτές που συμμετείχαν στην έρευνα (δείγμα 859 χρηστών) αγοράζουν διαδικτυακά με το 1/3 να πραγματοποιεί περισσότερο από το 20% των συνολικών αγορών ηλεκτρονικά. Η επέκταση του ηλεκτρονικού εμπορίου συνεχίζεται παρά το γεγονός πως τα φυσικά καταστήματα λειτουργούν κανονικά, μετά την άρση των lockdown αν και με αυξημένα μέτρα προστασίας. Πλέον στην Ελλάδα έξι στους δέκα χρήστες του διαδικτύου θεωρούνται πλέον online αγοραστές αν και ακόμα υπάρχουν σημαντικά περιθώρια, καθώς σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης το 80% των καταναλωτών ψωνίζουν διαδικτυακά. Από τους Ελληνες διαδικτυακούς αγοραστές ο ένας στους τρεις (31%) πραγματοποιεί από τον υπολογιστή του πάνω από το 20% των συνολικών του αγορών, ενώ σύμφωνα με την έρευνα σε ό,τι αφορά στα ποσοστά αγορών μέσω διαδικτύου ανά κατηγορία τον Δεκέμβριο 2021 τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφονται στις κατηγορίες εισιτήρια – ξενοδοχεία με 45% και ηλεκτρικά – ηλεκτρονικά είδη με 34% και ακολουθούν τα είδη ρουχισμού με 20%, τα παιχνίδια – είδη δώρων – κοσμήματα με 17%, τα είδη προσωπικής περιποίησης με 13%, τα έπιπλα με 13%. Σήμερα εκτιμάται πως 15.000 εμπορικές εταιρίες έχουν ολοκληρωμένα ψηφιακά κανάλια πωλήσεων.
• Η «αποσωλήνωση» των ΜμΕ ενέχει κινδύνους;
Οι προκλήσεις για τις ΜμΕ επιχειρήσεις αν και λιγότερες θα συνεχιστούν και το νέο έτος. Και τούτο γιατί θα κληθούν να κινηθούν σε ένα ευμετάβλητο περιβάλλον που δημιούργησε η πανδημία και οι μεταλλάξεις. Είναι προφανές ότι ο οικονομικός ορίζοντας αναδιαμορφώνεται, όχι εξ αιτίας μέτρων και αποφάσεων που σχετίζονται με αυτό καθ’ αυτό τον οικονομικό προσδιορισμό, αλλά με το «άνοιξε-κλείσε» των αγορών, που για το προσεχές έτος όλοι απευχόμαστε να μην ξανασυμβεί ό,τι συνέβη το 2020 και το 2021. Ωστόσο η μεγαλύτερη πρόκληση για το προσεχές έτος θα είναι, αφενός η «αποσωλήνωση» από τα οικονομικά μέτρα στήριξης και αφετέρου η αλλαγή της «κρατούσης» νοοτροπίας. Το «ξεπάγωμα» των χρεών της πανδημίας, η επανεκκίνηση αποπληρωμής δόσεων και η επιστροφή της Επιστρεπτέας από τα μέσα του 2022 ενέχουν σοβαρούς κινδύνους βιωσιμότητας. Οι ΜμΕ επιχειρήσεις και, ιδίως, οι πολύ μικρές και μικρές, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην οικονομία, στην απασχόληση, αλλά και στην εν γένει αναπτυξιακή πορεία κάθε Κράτους – Μέλους. Οι προοπτικές και οι προκλήσεις των ΜμΕ για το μέλλον διαφοροποιούνται, ανάλογα με τον κλάδο και τον βαθμό στον οποίο συνέβαλαν τα κρατικά μέτρα παροχής ρευστότητας στη στήριξη των επιχειρήσεων.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου