Ποινή ισόβιας κάθειρξης επέβαλε το βράδυ της Δευτέρας στην 29χρονη Αικατερίνη Βιδάλη το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Κω, κρίνοντάς την ένοχη για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και για ληστεία της 69χρονης γιαγιά της Ουρανίας Γερολύμου του Ευαγγέλου.
Για την πρώτη πράξη, της επέβαλε συγκεκριμένα ισόβια και για την δεύτερη ποινή κάθειρξης 10 ετών, ενώ δεν της αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά. H απόφαση του Δικαστηρίου ήταν ομόφωνη.
Το δικαστήριο έκρινε αθώο για τις ίδιες πράξεις τον 26χρονο ετεροθαλή αδελφό της Κυριάκο Μαρκόπουλο, τον οποίο έκρινε ωστόσο ένοχο οπλοκατοχής και του επέβαλε ποινή φυλάκισης 6 μηνών και χρηματική ποινή 600 ευρώ, με τριετή αναστολή.
Αθώοι κρίθηκαν στην ίδια υπόθεση ένας 22χρονος και ένας 24χρονος, που ήταν κατηγορούμενοι για αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος.
Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν αντίθετη της προτάσεως του Εισαγγελέα της έδρας ο οποίος είχε εισηγηθεί την απαλλαγή της 29χρονης, διότι τα στοιχεία σε βάρος της δεν ήταν επαρκή και την ενοχή για την δολοφονία και τη ληστεία του 26χρονου αδελφού της!
Ο κ. Εισαγγελέας πρότεινε εξάλλου να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη της αποδοχής και διάθεσης προϊόντων εγκλήματος μόνο ο 22χρονος κατηγορούμενος και να απαλλαγεί ο 24χρονος στα χέρια του οποίου κατέληξε η τηλεόραση της δολοφονηθείσας.
Στην δίκη κατέθεσαν ο γιός της Ουρανίας Γερολύμου, ένας αστυνομικός της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου και ο ιατροδικαστής Ρόδου ενώ ως μάρτυρες υπεράσπισης κατέθεσαν η μητέρα των κατηγορουμένων, ο πρώην σύντροφος της Βιδάλη και οι μητέρες των δύο ημεδαπών, που κατηγορήθηκαν για αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος.
Τα δύο αδέλφια, απολογούμενα χθες ενώπιον του δικαστηρίου, επέρριψαν εκ νέου, την ευθύνη για το έγκλημα ο ένας στον άλλον.
Η εγγονή της 69χρονης, που φέρεται να αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα και να έχει λάβει φαρμακευτική αγωγή στο παρελθόν, τελούσε, όπως είπε υπό την επίβλεψη και την φροντίδα του θύματος. Φέρεται να ήταν συγκεκριμένα εκείνη, που συνέδραμε με την μικρή της σύνταξη στα έξοδα της διαβίωσής της.
Υποστήριξε ότι πήγε να ανοίξει την πόρτα της οικίας της γιαγιάς της περί ώραν 08.30 της 3ης Νοεμβρίου 2014, είδε ότι ήταν κλειστή και στην πορεία διαπίστωσε ότι τα παράθυρα της κουζίνας και του μπάνιου ήταν ανοικτά. Διαπίστωσε, παραπέρα, όπως είπε, ότι η ντουλάπα της κατοικίας ήταν ανοικτή και ότι κάποιος είχε ψάξει το σπίτι, ενώ έλειπε και η τηλεόραση.
Βρήκε την γιαγιά της στο υπνοδωμάτιο ξαπλωμένη ανάσκελα και ακίνητη. Ήταν σκεπασμένη με μια κουβέρτα και στο πρόσωπό της υπήρχε ένα μαξιλάρι. Τότε, όπως είπε, ειδοποίησε την αστυνομία.
Την προηγούμενη μέρα και ώρα 21.00, όπως είπε, την είχε επισκεφθεί ο αδελφός της με τη σύντροφό του, έναν φίλο τους και κάθισαν στην οικία της και έπαιξαν μπιρίμπα. Ο αδελφός της αναχώρησε και επέστρεψε περί ώραν 02.00 τα ξημερώματα με τη σύντροφό του.
Είπε, ότι ο αδελφός της δεν επισκεπτόταν την γιαγιά της και υποστήριξε ότι δεν είχαν καλές σχέσεις, διότι τον είχε υποψιαστεί μαζί με τον θείο του, ότι ήταν ο δράστης προηγούμενης κλοπής ενός φορητού υπολογιστή και μιας τηλεόρασης.
Επεσήμανε ότι η κατηγορία σε βάρος της έχει στηριχτεί αποκλειστικά στην κατάθεση του αδερφού της, του οποίου μοναδική σκοπιμότητα είναι να μετακυλήσει σε εκείνη την ευθύνη για τον τραγικό θάνατο της γιαγιάς τους. Είπε μάλιστα ότι ο αδελφός της, κατά τη στιγμή της προσαγωγής του, είχε ομολογήσει την πράξη και σύμφωνα με την ένορκη κατάθεση αστυνομικού είχε παραδεχθεί την ενοχή του, λέγοντας «εγώ το έκανα».
Ο αδελφός της από την άλλη επέμεινε στους ισχυρισμούς του, ότι δηλαδή, ήταν η αδελφή του που σκότωσε την 69χρονη γιαγιά τους, περιορίζοντας τον δικό του ρόλο στην πώληση της τηλεόρασης, από το διαμέρισμα της γιαγιάς του, σε φίλο του.
Υποστήριξε ότι πήγε στην οικία της αδελφής του περί ώραν 21.00 της επίμαχης ημέρας, για να δανειστεί το μηχανάκι της.
Ισχυρίζεται ότι συμπεριφερόταν περίεργα και ότι του έλεγε ότι δεν είχε λεφτά, ότι δεν την συνέδραμε η γιαγιά τους και ότι του υπέδειξε ένα σημείο σε παρακείμενο χωράφι στο οποίο είχε κρύψει κάτω από μια λαμαρίνα την τηλεόραση.
Υποστήριξε ακόμη ότι του εκμυστηρεύτηκε ότι είχε ανοίξει το παράθυρο με σίδερο και ότι όταν μπήκε στο σπίτι, η γιαγιά τους ξύπνησε και πήγε να ανοίξει το φώς. Τότε, όπως υποστηρίζει, η αδελφή του, του διηγήθηκε ότι την έσπρωξε και έπεσε και χτύπησε στο κάγκελο του κρεβατιού μένοντας λιπόθυμη.
Μάλιστα του ζήτησε, όπως είπε, να μπεί στο σπίτι και να πάρει το τηλεκοντρόλ της τηλεόρασης, πράγμα, που όπως ισχυρίζεται, αρνήθηκε να κάνει. Τότε κανόνισε να πάει στην οικία ο φίλος του για να φορτώσει την τηλεόραση και εν συνεχεία την πώλησε έναντι 150 ευρώ.
Αφού περιέγραψε τις υπόλοιπες κινήσεις του τα ξημερώματα της ίδιας μέρας, ισχυρίστηκε ότι πληροφορήθηκε για το θάνατο της γιαγιάς του από τους αστυνομικούς, το ίδιο πρωί.
Επέμεινε εξάλλου, ότι αποφάσισε να αναλάβει την ευθύνη αρχικώς, μη αντιλαμβανόμενος το βάρος των κατηγοριών και τελικώς άλλαξε την κατάθεσή του διότι σε κατ’ αντιπαράσταση εξέταση με την αδελφή του, τον έφτυσε και διότι θα τον εγκατέλειπε η σύντροφός του.
Σημειώνεται μάλιστα ότι ο 26χρονος, πιθανολόγησε στην απολογία του ότι η αδελφή του είχε συνεργό στο έγκλημα, ισχυριζόμενος ότι το έκανε προφανώς με άτομο με το οποίο συνδεόταν συναισθηματικά!
Θυμίζουμε ότι σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα οι αποτρόπαιες πράξεις εις βάρος της 69χρονης τελέστηκαν από πρόσωπα τα οποία είχαν ακώλυτη πρόσβαση στην οικία της, τέτοια δε πρόσβαση μεταξύ άλλων είχε η κατηγορουμένη η οποία ως εγγονή, που επισκεπτόταν καθημερινά τη γιαγιά της, είχε στην κατοχή της αντικλείδι και με αυτό τον τρόπο επέτρεψε την είσοδο και στον έτερο κατηγορούμενο.
Για την παρουσία των δύο κατηγορουμένων στον τόπο του εγκλήματος εκείνη τη νύχτα, είχε κριθεί από το δικαστικό συμβούλιο ότι δεν υφίστανται αμφιβολίες, καθώς εντοπίστηκε αποτσίγαρο μάρκας Prince με το βιολογικό υλικό της πρώτης κατηγορουμένης σε τασάκι επιμελώς κρυμμένο, ενώ εντοπίστηκε και βιολογικό υλικό του δεύτερου κατηγορουμένου σε μαξιλαροθήκη της Γερολύμου.
Eίχε κριθεί παραπέρα ότι υφίσταται μια βασική αντίφαση στις καταθέσεις της πρώτης κατηγορουμένης και συγκεκριμένα στον ισχυρισμό της ότι είχε πολύ καιρό να καθαρίσει το σπίτι της γιαγιάς της, το οποίο, όντως βρέθηκε ακατάστατο και βρώμικο με εξαίρεση την περιοχή περιμετρικά του πτώματος, η οποία βρέθηκε επισταμένως καθαρή. Μάλιστα στο πλαίσιο των ερευνών εντοπίστηκε βιολογικό υλικό της πρώτης κατηγορουμένης στη λαβή του κουβά σφουγγαρίσματος καθώς και στο κοντάρι της σφουγγαρίστρας, ενώ στο πλαστικό τμήμα της κεφαλής της σφουγγαρίστρας βρέθηκε βιολογικό υλικό της θανούσας.
Σημειώνεται ότι με την απαγγελία της απόφασης υπήρξαν αντιδράσεις στο ακροατήριο από την μητέρα της κατηγορούμενης.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων παρέστησαν οι δικηγόροι κ.κ. Δημήτρης Δρόσος, Κωνσταντίνος Χόνδρος και Ακης Δημητριάδης.