Με τη σκέψη στα παγωμένα νερά του Αιγαίου και της Mare Nostrum, όπου ανθρώπινες ψυχές χάνονται καθημερινά στην προσπάθεια τους να μεταβούν στη ευρωπαϊκή ήπειρο για μια καλύτερη ζωή, θα μοιραστώ κάποιους προβληματισμούς αναφορικά με το επίμαχο θέμα της διαχείρισης της μεταναστευτικής πολιτικής της Ένωσης και των Κρατών Μελών της (ΚΜ).
Αν και η μεταναστευτική πολιτική αποτελεί έναν ιδιαίτερα νευραλγικό τομέα για την Ένωση, με το Νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου (2020) θεωρητικά να σηματοδοτεί μια νέα προσπάθεια σε μια ολιστική διαχείριση της μετανάστευσης , υπάρχουν πολλά ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης καθώς υπάρχουν διαφορετικές προτεραιότητες και απόψεις ως προς την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Οι ηγέτες της ΕΕ σε ειδική Σύνοδο Κορυφής που διεξάγεται στη Στοκχόλμη στις 9-10 Φεβρουαρίου, θα ασχοληθούν και με το θέμα σε μια προσπάθεια να «τετραγωνίσουν τον κύκλο» καθώς το ζήτημα της διαχείρισης της μετανάστευσης αποτελεί ένα καζάνι που βράζει και θέτει σε κίνδυνο την ίδια τη συνοχή της Ένωσης.
Καθαρές δεσμεύσεις στο μεταναστευτικό, είναι το αίτημα πολλών αρχηγών ΚΜ με χαρακτηριστική τη δήλωση του αυστριακού καγκελάριου, Karl Nehammer σε συνέντευξη που παραχώρησε στη γερμανική εφημερίδα Die Welt (8.02.2023) , ότι είναι έτοιμος να εμποδίσει την τελική δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης αυτή την εβδομάδα, εάν οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν καταλήξουν σε συγκεκριμένες συμφωνίες για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης.
Είναι γεγονός πως η προσφυγική κρίση του 2015-2016, αποκάλυψε σημαντικές αδυναμίες και την πολυπλοκότητα της διαχείρισης μιας δύσκολης κατάστασης, μα πάνω απ’ όλα, ανέδειξε μια θεμελιώδη αλήθεια που είναι συνυφασμένη με τη διακυβέρνηση της ΕΕ: το έλλειμα μιας ολοκληρωμένης μεταναστευτικής πολιτικής που θα βασίζεται στο αξιακό της πλαίσιο, την αλληλεγγύη και την συνοχή των κρατών μελών της.
Όμως, στον αντίποδα της προσφυγικής κρίσης του 2015-16, η αντιμετώπιση των μεγάλων προσφυγικών ροών από την Ουκρανία μετά την εισβολή της Ρωσίας (σχεδόν πριν ένα χρόνο), δείχνει μια άλλη Ευρώπη, μια αλληλέγγυα Ευρώπη, με γρήγορα αντανακλαστικά και αποτελεσματικές πολιτικές αντιμετώπισης αυτής της κρίσης. Δικαίως πολλοί άρχισαν να μιλούν για μια πολιτική “à la carte”, ανοίγοντας μια νέα διαμάχη στους κόλπους της Ένωσης, μεταξύ βορρά και νότου.
§ Ποια είναι η κατάσταση σήμερα;
Οι αξιωματούχοι της ΕΕ παραδέχονται ότι υπάρχουν εμπλοκές σε κάθε βήμα της μεταναστευτικής διαδικασίας. Ο περιορισμένος καταμερισμός των βαρών και οι υπερφορτωμένες εθνικές μεταναστευτικές αρχές που δεν μπορούν να αποτρέψουν τους μετανάστες από το να υποβάλλουν αιτήσεις ασύλου σε πολλά κράτη έχουν οδηγήσει σε ένα σύστημα που βρίσκεται σε σχεδόν μόνιμη κρίση.
Η αργή λήψη αποφάσεων συνοδεύεται από αργές διαδικασίες επιστροφής των αποτυχημένων αιτούντων άσυλο στη χώρα καταγωγής τους ή στο κράτος μέλος της ΕΕ στο οποίο έφτασαν αρχικά. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ), μεταξύ 2018 και 2021 πραγματοποιήθηκαν συνολικά 19.745 αναγκαστικές επιστροφές και 2.183 υποβοηθούμενες επιστροφές από περισσότερους από 136.000 μετανάστες που αποβιβάστηκαν, 14,5% και 1,6% του συνόλου, αντίστοιχα. Ωστόσο, αρκετές κυβερνήσεις προσπαθούν τώρα
να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στην επιβολή του επαναπατρισμού, όπως είναι η Ελλάδα, η Ιταλία, η Μάλτα και η Ισπανία , οι χώρες του λεγόμενου ευρωπαϊκού Νότου.
§ Νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο: δημιουργία «ενός κοινού ευρωπαϊκού πλαισίου»;
Όμως, ας βάλουμε το θέμα σε μια σειρά, ξεκινώντας από την ίδια την πρόταση της Επιτροπής, το Νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Αποτελεί μια νέα αρχή ή μια διαχείριση του ζητήματος με παλιά υλικά;
Το Νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο επιδιώκει τη δημιουργία «ενός κοινού ευρωπαϊκού πλαισίου» για την καλύτερη διακυβέρνηση της μετανάστευσης και της διαχείρισης ασύλου, συμπεριλαμβανομένου ενός νέου συστήματος αλληλεγγύης που να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις τόσο σε φυσιολογικές συνθήκες, όσο και σε καταστάσεις πίεσης και κρίσης. Αποσκοπεί στη βελτίωση των διαδικασιών ασύλου και επιστροφής στα σύνορα, με στόχο τη συνέπεια και την αποτελεσματικότητα και στη διασφάλιση ενός προτύπου συνθηκών υποδοχής στα κράτη μέλη. Τέλος, η ολοκληρωμένη διαχείριση των συνόρων παρουσιάζεται ως βασικό συστατικό μιας ολοκληρωμένης μεταναστευτικής πολιτικής και ως προϋπόθεση για αποτελεσματικές αντιδράσεις στον τομέα του ασύλου και επιστροφής. Όμως είναι γεγονός πως παρά την ευρωπαϊκή ρητορική, με βάση τα μέχρι σήμερα
Ένα σημαντικό σημείο στο Νέο Σύμφωνο είναι η αναγνώριση ότι κανένα κράτος μέλος δεν πρέπει να επωμίζεται δυσανάλογη ευθύνη και ότι όλα τα κράτη μέλη πρέπει να συμβάλλουν στην αλληλεγγύη σε σταθερή βάση, κάτι που αντιμετώπισαν οι χώρες του Νότου και ιδιαίτερα η Ελλάδα με τα πέντε νησιά του Αιγαίου ( Λέσβος, Σάμος, Χίος, Κως, Λέρος), να μετατρέπονται σε «χωματερές» ανθρώπινων ψυχών.
Μια σημαντική καινοτομία του Συμφώνου είναι η εξωτερίκευση της διαχείρισης της μετανάστευσης δίνοντας έμφαση στην ανάπτυξη διμερών/πολυμερών σχέσεων με τις χώρες προέλευσης των μεταναστών, προκειμένου αφενός να αναπτυχθούν tailor made αναπτυξιακές πολιτικές για να κρατηθεί ο πληθυσμός, και αφετέρου να υπάρξει συνεργασία στο επίπεδο επανεισδοχής των παράτυπων μεταναστών. Η “εξωτερίκευση” της διαχείρισης της μετανάστευσης μέσω συμφωνιών “ήπιου” δικαίου γίνεται όλο και περισσότερο το νέο μοντέλο που υιοθετεί η ΕΕ για τον εξορθολογισμό της πολιτικής των εξωτερικών της σχέσεων και του περιορισμού του αριθμού των παράνομων μεταναστών στην ΕΕ. Άλλωστε, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, η έλλειψη συνεργασίας με τα κράτη προέλευσης των μεταναστών είναι η κύρια αιτία των κακών αποτελεσμάτων στις επιστροφές σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Πως αντιδρά ο ευρωπαϊκός νότος: Ελλάδα- Ιταλία- Μάλτα και Ισπανία
Ως προς αυτές τις θέσεις της Επιτροπής, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κοινό έγγραφο των τεσσάρων (4) ΚΜ – της Ελλάδας, Ιταλίας, Μάλτας και Ισπανίας που κατέθεσαν στην Επιτροπή, όπου ζητούν σαφέστερους κανόνες αναφορικά με Νέο Σύμφωνο καθώς και στο ζήτημα της μετεγκατάστασης των μεταναστών, όπου θεωρούν πως πρέπει να παραμείνει όχι μόνο υποχρεωτική αλλά να αποτελέσει και το “κύριο εργαλείο αλληλεγγύης” του Συμφώνου.
Οι θέσεις των 4 ΚΜ δίνουν έμφαση στην εξωτερική διάσταση της διαχείρισης της Μετανάστευσης, η οποία θα πρέπει να παραμείνει βασικό στοιχείο του νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο και θα πρέπει να συμβαδίζει με όλες τις άλλες προτάσεις της Επιτροπής και θέτουν επιτακτικά το ζήτημα των επιστροφών, που παρουσιάζεται από την Επιτροπή ως πυλώνας του Συμφώνου και συνδέεται στενά με την εξωτερική διάσταση. Όπου συμφωνούν με τη χορηγία της επιστροφής ως ένα νέο κανάλι αλληλεγγύης, ωστόσο, τονίζουν πως για να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την ενίσχυση της πολιτικής επιστροφών και ένα αποτελεσματικό μέτρο για την ελάφρυνση του βάρους των κρατών μελών
πρώτης γραμμής, ο χρόνος και οι τρόποι θα πρέπει να γίνουν πιο αποτελεσματικοί και αποδεκτοί.
Αντί επιλόγου
Θα ήμασταν αιθεροβάμονες αν πιστεύαμε πως μέσα από το νέο πλαίσιο για τη μετανάστευση και το άσυλο θα επιλυθούν τα ζητήματα της μετανάστευσης που αναφύονται σαν τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας. Είναι σημαντικό η μετανάστευση να αποτελέσει μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική προκειμένου να υπάρξει μια ολιστική προσέγγιση του ζητήματος και μια συντεταγμένη αντιμετώπιση του. Σήμερα, η διαχείριση των αφίξεων στην ΕΕ εξακολουθεί να απέχει πολύ από την αποτελεσματική διαχείριση.
Επίσης, στη διαδικασία αξιολόγησης και επαναπροσδιορισμού της μεταναστευτικής πολιτικής και της πολιτικής ασύλου της ΕΕ, δεν αρκεί μόνο η διασφάλιση των συνόρων, και η διαδικασία επανεισδοχής, αλλά είναι εξίσου σημαντικό να δοθεί προσοχή στην “εξωτερίκευση” (externalisation) αυτής της πολιτικής και στη διαχείριση του προβλήματος της μετανάστευσης εκτός των συνόρων της ΕΕ και εντός των τρίτων χωρών από τις οποίες προέρχονται οι μεταναστευτικές ροές.
Ο αντίλογος συναρτάται με το βαθμό αξιοπιστίας των τρίτων χωρών ως προς την τήρηση των συμφωνιών, όταν έχουμε ως παράδειγμα τη στάση της Τουρκίας με την «εργαλειοποίηση» της άτυπης Συμφωνίας με την ΕΕ (2016) σε μια Κοινή Στρατηγική για τη μείωση των μεταναστευτικών ροών μέσω Τουρκίας προς την Ευρώπη μέσα από τον μηχανισμό «ένα προς ένα». Ακόμα δε περισσότερο πως μπορούμε να συζητάμε για επιτυχής συμφωνίες συνεργασίες με τις χώρες αυτές, όταν οι ένοπλες συγκρούσεις αναφύονται στα τα μανιτάρια, η προσπάθεια δημιουργίας δημοκρατικών κοινωνιών δυτικού τύπου, δυναμιτίζεται συστηματικά (Ιράκ, Λιβύη, Τυνησία, Αφγανιστάν, κα), και όταν η ισλαμιστική απειλή απλώνει τα πλοκάμια της στις χώρες αυτές. Χαρακτηριστική περίπτωση, η Αφρική, η οποία έχει γίνει αθόρυβα το επίκεντρο της ισλαμιστικής απειλής καθώς ο κόσμος παρακολουθεί το Αφγανιστάν, ομάδες όπως η Αλ Κάιντα βλέπουν το Σαχέλ για επέκταση του δικτύου τους . Μια σειρά ένοπλων ομάδων που έχουν χαλαρούς δεσμούς με την Αλ Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος, πραγματοποιούν ολοένα και συχνότερες και πιο θανατηφόρες επιθέσεις εναντίον στρατιωτικών και πολιτικών στόχων σε ένα τόξο από το Μάλι έως τη Μπουρκίνα Φάσο και τον Νίγηρα και το οποίο επεκτείνουν. Άλλες ισλαμιστικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της Μπόκο Χαράμ και του Ισλαμικού Κράτους στην Δυτική Αφρική, δραστηριοποιούνται στη Νιγηρία και το Τσαντ.
Όπως υποστηρίζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι απολύτως σαφές πως ο πυρήνας των εξελίξεων στη μεταναστευτική πολιτική και πολιτική ασύλου από την ΕΕ πρέπει να βασίζεται σε μια «ολιστική προσέγγιση της μετανάστευσης», όπου δεν αρκεί μόνο η φύλαξη των συνόρων, αλλά είναι πολύ σημαντικό να δοθεί μια βαρύτητα στην «εξωτερίκευση» (“externalization’’) αυτής της πολιτικής με τη διαχείριση του προβλήματος της μετανάστευσης εκτός των συνόρων της ΕΕ και εντός των τρίτων χωρών απ’ όπου προέρχονται τα μεταναστευτικά/προσφυγικά κύματα.
Μεγάλη η πρόκληση για την ΕΕ που οφείλει μέσα από τις πολιτικές της επιλογές να αναδείξει το αξιακό της σύστημα, τις αρχές της και το σεβασμό στις οικουμενικές αξίες και τη δική της ταυτότητα ως παγκόσμιος δρών (global actor) κανονιστικής ισχύος που δρα με αλληλεγγύη και αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ των λαών, στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην αυστηρή τήρηση του διεθνούς δικαίου.
Γράφει
Δρ Ελευθερία Φτακλάκη
Διεθνολόγος/Πολιτικός Επιστήμων
Διδάκτωρ Ευρωπαϊκών σπουδών και Διεθνών σχέσεων/ Post Doc Senior Researcher