Αποκαλυπτικός σε ό,τι αφορά στη σεισμική δραστηριότητα που παρουσιάζει η χώρα μας, αλλά και αποκαλυπτικός, αναφορικά με την κατάσταση του ηφαιστειακού κινδύνου, εμφανίζεται στη συνέντευξη που παραχώρησε προς τη “δ” ο Δρ Γεράσιμος Α. Παπαδόπουλος, σεισμολόγος.
Επίσης μιλάει και αναλύει την κατάσταση που παρουσιάστηκε στη Σαντορίνη και στην Αμοργό, επισημαίνοντας πως η αναστάτωση δημιουργήθηκε, κυρίως από τους επιστήμονες που επιδόθηκαν σε μία άνευ προηγουμένου κινδυνολογία ενώ, ξεκαθαρίζει ότι τα ηφαίστεια της Σαντορίνης και της Νισύρου βρίσκονται σε “ύπνωση”, προς το παρόν. Ακόμη και αν ξυπνήσουν, θα έχουν δώσει, όλες τις ενδείξεις για τη δραστηριότητά τους.
• Κύριε Παπαδόπουλε, θα ήθελα να ξεκινήσουμε από την περίπτωση της Σαντορίνης, η οποία ανησύχησε όχι μόνον τους κατοίκους, την γύρω περιοχή αλλά ακόμη κι εμάς στα Δωδεκάνησα. Πείτε μας την εκτίμησή σας.
Η αλήθεια είναι ότι, σε όλη τη χώρα έχουμε πρόβλημα με τους σεισμούς. Η διαφορά είναι ότι δεν είναι παντού η ίδια σεισμικότητα. Διαφέρει από περιοχή σε περιοχή, διαφέρει ως προς τη συχνότητα των σεισμών, ως προς τα μεγέθη και ως προς τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται. Η σεισμική δραστηριότητα, έτσι όπως εμφανίσθηκε τον τελευταίο μήνα που μας πέρασε στην περιοχή της Σαντορίνης και της Αμοργού, δεν είναι απολύτως συνηθισμένη –δηλαδή, το ασυνήθιστο θα έλεγα είναι ότι είχαμε πάρα πολλούς σεισμούς, μία πολύ γρήγορη αύξηση μέσα σε λίγες μέρες (στο πλήθος των σεισμών και στην άνοδο των μεγεθών). Αυτή η σταδιακή αύξηση δημιούργησε μία κατάσταση η οποία δεν είναι συνηθισμένη στη χώρα. Από την άλλη μεριά, αυτή η σεισμική δραστηριότητα, συνδυάστηκε με το ενδεχόμενο ενεργοποίησης του ηφαιστείου της Σαντορίνης. Αυτό όμως, ήταν εντελώς αβάσιμο και έγινε αντικείμενο συζήτησης από ορισμένους επιστήμονες, οι οποίοι δεν είναι και απολύτως ειδικοί στα θέματα αυτά. Αυτό, είναι κατά κύριο λόγο που δημιούργησε τη μεγάλη κοινωνική αναστάτωση η οποία οδήγησε και στη μαζική φυγή πολλών κατοίκων και επισκεπτών από το νησί. Ο τρόπος με τον οποίο έγινε η διαχείριση αυτού του θέματος από συναδέλφους μου, δεν ήταν καλός. Αυτή τη φορά, δεν είχαμε τα ΜΜΕ (που συνήθως τα κατηγορούμε ότι μεγαλοποίησαν το θέμα). Τα ΜΜΕ έδιναν βήμα στους επιστήμονες. Ακούσαμε πρωτοφανή πράγματα που δεν είχαν καμία επιστημονική βάση. Έτσι λοιπόν είχαμε και μία απρόκλητη κοινωνική αναστάτωση. Κατά την άποψή μου έγινε ένα μεγάλο λάθος σε ό,τι αφορά στην εκτίμηση του ηφαιστειακού, και όχι του σεισμικού κινδύνου.
• Όπως είπατε, κάποιες περιοχές έχουν συνηθίσει να ζουν με τους σεισμούς. Στα Δωδεκάνησα και στη Ρόδο, οι σεισμικές δονήσεις δεν μας ανησυχούν τόσο πολύ ούτε σημειώνονται ζημιές. Ωστόσο, η αναστάτωση για τον ηφαιστειακό κίνδυνο, μας ανησύχησε λόγω της Νισύρου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και στη χώρα μας, όπως και σε άλλες χώρες, υπάρχει και το θέμα του ηφαιστειακού κινδύνου. Όμως, ταυτόχρονα πρέπει να πούμε ότι, το επίπεδο του ηφαιστειακού κινδύνου είναι πάρα πολύ χαμηλό –σε σχέση με τον σεισμικό κίνδυνο. Διότι οι ηφαιστειακές εκρήξεις γίνονται σε πολύ αραιά χρονικά διαστήματα εάν συγκριθούν με τους σεισμούς που γίνονται σε πολύ συχνά χρονικά διαστήματα. Το θέμα του ηφαιστειακού κινδύνου είναι υπαρκτό, πρωτίστως στη Σαντορίνη και δευτερευόντως στη Νίσυρο καθώς και τα δύο ηφαίστεια είναι “ενεργά”. Οι εκρήξεις ήταν σε πολύ χαμηλό μέγεθος μέχρι και τον 19ο αιώνα. Στην τρέχουσα περίοδο, βρίσκονται σε “ύπνωση” (δηλαδή… κοιμούνται). Αυτό σημαίνει ότι κάποια στιγμή θα ξυπνήσουν και θα μας ξαναδώσουν εκρήξεις αλλά όχι ιδιαίτερα μεγάλες, καθώς το ηφαιστειακό δυναμικό δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο σε αυτά τα δύο. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να νοιαζόμαστε γι’ αυτά τα οποία και παρακολουθούμε. Στα ηφαίστεια, συνήθως, υπάρχουν προειδοποιητικά “σημάδια”: τοπικοί μικροσεισμοί πολύ αυξημένοι, αύξηση της θερμοκρασίας εδάφους, αύξηση στα ηφαιστειακά αέρια, τα οποία βγαίνουν από την περιοχή του κρατήρα (όπως για παράδειγμα, στον μεγάλο κρατήρα ‘Στέφανος’ της Νισύρου όπου έχουμε και θερμά, ρευστά υγρά με νερό που σχεδόν χοχλάζει συνεχώς και ατμίδες). Συνεπώς, τα σημάδια υπάρχουν αλλά τα παρακολουθούμε. Από αυτό όμως, μέχρι την ακατάσχετη κινδυνολογία που ζήσαμε πρόσφατα, υπάρχει μεγάλη απόσταση. Χρειάζεται σωστή ενημέρωση, κοινή πληροφόρηση με υπευθυνότητα προς το κοινωνικό σύνολο για να καταλαβαίνουν όλοι τι τους απειλεί και τι όχι.
Επίσης, υπάρχει και το ηφαίστειο των Μεθάνων, το οποίο όμως, έρχεται τρίτο σε επίπεδο κινδύνου από ηφαιστειακή άποψη μετά από τη Σαντορίνη και τη Νίσυρο.
• Η σεισμική δραστηριότητα πέρασε χωρίς βλάβες στα κτήρια όπως μάθαμε. Ωστόσο, υπάρχει έκδηλη ανησυχία στον κόσμο και στους νησιώτες για τέτοιο ενδεχόμενο. Τι απαντάτε;
Θα σας αναφέρω πως η σεισμική δραστηριότητα στην περιοχή της Σαντορίνης πέρασε χωρίς να σημειωθούν βλάβες στα κτήρια. Και βέβαια, δεν θα μπορούσε να σημειωθούν βλάβες από τα μεγέθη 5 – 5,3 ρίχτερ σε αποστάσεις 20, 30, 40 χιλιομέτρων, δεν μπορούν να βλάψουν τα κτήρια. Σε μία ανακοίνωσή της η Επιτροπή Σεισμικού Κινδύνου, ανέφερε ότι “συμπεριφέρθηκαν καλά τα κτήρια”. Αυτό δεν έπρεπε να αναφερθεί καθόλου, καθώς τα κτήρια “δοκιμάζονται” σε σεισμούς από 6 ρίχτερ και πάνω και σε αποστάσεις 10 – 20 χιλιομέτρων. Είναι μία εικόνα παραπλανητική.
• Οι δήμαρχοι των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων, σε πρόσφατη συνεδρίασή τους (ΠΕΔ Νοτίου Αιγαίου) συζήτησαν το θέμα σχετικά με τη δημιουργία σχεδίων για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων. Τι λέτε γι’ αυτό;
Κοιτάξτε, τα μέτρα αυτά που πρέπει να ληφθούν, προβλέπονται από τον νόμο, παγίως. Δηλαδή, σύμφωνα με τον νόμο, οι δήμοι και οι περιφέρειες όλης της χώρας, ανά πάσα στιγμή θα πρέπει να έχουν εκπονήσει σχέδια έκτακτης ανάγκης, ετοιμότητας και προετοιμασίας στο πλαίσιο του Σχεδίου Εγκέλαδος, να τα επικαιροποιούν υπό τις οδηγίες του Οργανισμού Αντισεισμικού Οργανισμού και Προστασίας και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας. Άρα, μπορεί να γίνονται συσκέψεις αλλά όχι για να ξεκινήσουν να φτιάχνουν σχέδια, για να τα επικαιροποιούν.
Επιπρόσθετα, επειδή υπάρχει η συζήτηση και ο φόβος για τσουνάμι, θα σας πω το εξής: δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι οι μεγάλοι υποθαλάσσιοι σεισμοί, μεγέθους πάνω από 6 – 6,5 ρίχτερ μπορεί κάτω από συγκεκριμένες γεωφυσικές συνθήκες, να προκαλέσουν τσουνάμι. Ναι, αλλά εφόσον υπάρξουν οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Χωρίς αυτό, δεν μπορούμε να λέμε αρνητικές διαπιστώσεις, έτσι αβασάνιστα. Όταν ενημερώνουμε τον πολίτη σωστά, με βάση την επιστημονική αλήθεια και υπευθυνότητα, τότε μειώνουμε την κοινωνική ανησυχία.