- Δεν διέπραξαν κανένα αδίκημα
σε ό,τι αφορά τα δημόσια κτήματα
Να μην γίνει κατηγορία σε βάρος δύο δημόσιων λειτουργών για απιστία περί την υπηρεσία, με ζημία του Δημοσίου, που υπερβαίνει τα 150.000 ευρώ, για ηθική αυτουργία στην πράξη αυτή, για ψευδή βεβαίωση με ζημία άνω των 120.000 ευρώ και για ηθική αυτουργία στην πράξη αυτή, με τις επιβαρυντικές διατάξεις του Ν. 1608/50 περί καταχραστών δημοσίου χρήματος, αποφάσισε χθες το Συμβούλιο Εφετών Δωδεκανήσου.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», οι διώξεις σε βάρος των δημοσίων λειτουργών, που υπηρετούσαν στην Κτηματική Υπηρεσία Δωδεκανήσου, ασκήθηκαν με βάση τα διαλαμβανόμενα σε πόρισμα επιθεωρητών της Οικονομικής Επιθεώρησης Κρήτης για την καθυστέρηση καταβολής του αντιτίμου της αξίας δημοσίων ακινήτων που εκποιήθηκαν με τις διατάξεις του νόμου 719/1977.
Όπως αναφέρεται στην απαλλακτική πρόταση της Αντεισαγγελέως Εφετών Δωδεκανήσου, που υιοθέτησε το Συμβούλιο Εφετών Δωδεκανήσου, ο Νομάρχης και η Επιτροπή Εκποιήσεων Δημοσίων Ακινήτων, σε αντίθεση με προηγούμενους νόμους, είχαν τη δυνατότητα να προσδιορίζουν κατά την κρίση τους ανεξέλεγκτα την αγοραία αξία των εκποιουμένων ακινήτων χωρίς να προκύπτει θέμα ποινικής ή πειθαρχικής ευθύνης των μελών της, στην περίπτωση που το τίμημα ήταν χαμηλότερο είτε υψηλότερo από αυτό που είχε προσδιορίσει ο αρμόδιος προϊστάμενος Δ.Ο.Υ.
Γιατί το πνεύμα του νομοθέτη, όπως προέκυπτε και από τα πρακτικά της Βουλής, δεν είχε εισπρακτικό χαρακτήρα, αλλά κοινωνικό, έχοντας σκοπό να άρει την μακροχρόνια αδικία των Ιταλών κατακτητών, που απαλλοτρίωσαν την πατρώα γη των Δωδεκανησίων, η οποία περιήλθε στην συνέχεια τυπικά και μόνο στο Δημόσιο, καθόσον οι Δωδεκανήσιοι ουδέποτε απεκόπησαν από τα κτήματά τους.
Πέραν αυτών, ο νομοθέτης του πιο πάνω άρθρου, βάζοντας στην επιτροπή ετερόκλητα άτομα όπως πχ Προέδρους Γεωργικών Συν/σμών, Κοινοτάρχες (λαϊκό στοιχείο) που δεν είχαν ιδιαίτερες γνώσεις πάνω στο αντικείμενο της εκτίμησης των ακινήτων, δεν ήθελε φυσικά να τους εμπλέξει σε περιπέτειες, ποινικές ή πειθαρχικές.
Τόνισε παραπέρα ότι το Δημόσιο μετά την έκδοση της αποφάσεως εξαγοράς αποξενώνεται πλήρως από το ακίνητο και δεν ασκεί πλέον επ’ αυτού καμία διαχειριστική πράξη ούτε λαμβάνει κανένα μέτρο προστασίας επ’ αυτού, το δε ακίνητο θεωρείται ότι εξαγοράστηκε, ανεξαιρέτως του γεγονότος αν η απόφαση εξαγοράς κοινοποιήθηκε ή όχι στο δικαιούχο.
Επισημαίνει παραπέρα ότι από καμία διάταξη νόμου (Ν. 719/77 ΚΑΙ 1473/1984) δεν προκύπτει ο χρονικός περιορισμός καταβολής τιμήματος και Φ.Μ.Α. λόγω παρόδου χρόνου από την έκδοση μέχρι την παραλαβή της απόφασης, ούτε ανακύπτει υποχρέωση επανεκτίμησης της αξίας του ακινήτου, αφού η κάθε αίτηση εξαγοράς κρίνεται από την αρμόδια Επιτροπή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή με την απόφαση, την οποία εκδίδει και η όλη διαδικασία τελειώνει με την έκδοση της απόφασης του Νομάρχη, η οποία προσδιορίζει και το τίμημα της εξαγοράς.
Η Αντεισαγγελέας έκρινε ότι για αμφότερους τους κατηγορούμενους δεν προκύπτουν καθόλου ενδείξεις ενοχής ικανές να στηρίξουν δημόσια στο ακροατήριο κατηγορία σε βάρος τους για τις ως άνω αποδιδόμενες σ’ αυτούς πράξεις.
Τους κατηγορούμενους εκπροσώπησαν οι δικηγόροι κ.κ. Κ. Σαρρής και Τ. Διάκος.