Την 13η Μαΐου 2024 θα εκδικαστεί ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Κω η πολύκροτη υπόθεση με κατηγορούμενο για την δολοφονία του 75χρονου πατέρα του Γιώργου Καριώτη, τον περασμένο Ιούνιο στη Μεσαιωνική Πόλη, τον Ευάγγελο Κουλιανό του Σπύρου, 40 ετών.
Οπως έγραψε η «δημοκρατική», σύμφωνα με το κατηγορητήριο ο 40χρονος αιφνιδίασε τον πατέρα του εκ των όπισθεν, φράζοντάς του την μύτη και το στόμα με μία πετσέτα, τον έριξε εν συνεχεία πρηνηδόν στο πάτωμα της οικίας του και αφού ανέβηκε πάνω του, πιέζοντας τον κορμό του στο έδαφος με το βάρος του σώματός του για να τον ακινητοποιήσει, χτύπησε με δύναμη επανειλημμένα το πρόσωπό του στο πάτωμα, επιφέροντάς του κακώσεις σε αυτό και κάμπτοντας έτι περαιτέρω την αντίστασή του, του έδεσε πισθάγκωνα τα χέρια και περιέσφιξε σχοινί γύρω από το λαιμό του τραβώντας και πιέζοντάς το από πίσω, έως ότου επέφερε διά στραγγαλισμού τον ασφυκτικό του θάνατο.
Ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου, κ. Δήμος Μουτάφης, δεν θα αιτηθεί αναβολή της δίκης και εμμένει στην αθωότητα του εντολέως του.
Δεν θα υποβάλει ενστάσεις και αιτήσεις για την ακύρωση πράξεων της προδικασίας και θα εκδικάσει την υπόθεση στην ουσία της.
Τόνισε και χθες ότι ο 40χρονος δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με την δολοφονία του πατέρα του.
Ο κατηγορούμενος διατείνεται ότι η έκθεση πραγματογνωμοσύνης, επιβεβαιώνει πλήρως τους ισχυρισμούς του ότι δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με την δολοφονία του πατέρα του.
Ειδικότερα ο κατηγορούμενος πρόκειται να προβάλει στην δίκη τους ακόλουθους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς:
1. Στον σάκο που έφερε μαζί του την ημέρα που βρήκε τον πατέρα του νεκρό στην οικία του, βρέθηκε στην εξωτερική επιφάνεια αυτού κηλίδα αίματος, ο γενετικός τύπος της οποίας συνάδει με αυτόν του πατέρα του.
Η ύπαρξη της ανωτέρω κηλίδας, οπως ισχυρίζεται, οφείλεται στην επαφή που είχε ο εν λόγω σάκος με εμποτισμένη με αίμα του πατέρα του πετσέτα, όταν εναπόθεσε αυτή πάνω στον καταψύκτη, κατά την άφιξή του στην οικία του και μέσα στο σοκ που υπέστη από την εικόνα που αντίκρισε.
Ως εκ τούτου, όπως είπε, η εύρεση του γενετικού υλικού του πατέρα του στον σάκο του, ήταν απολύτως δικαιολογημένη, λόγω της εναπόθεσης αυτού σε σημείο που αποδεδειγμένα έφερε το αίμα του.
Θα επισημάνει δε ότι εάν ήταν ο δολοφόνος του πατέρα του, είναι προφανές και αυτονόητο ότι θα είχε εξαφανίσει κάθε στοιχείο που θα έφερε σημεία και ενδείξεις του εγκλήματος. Και προφανώς ένας κόκκινος λεκές αίματος, πάνω σε έναν κίτρινο σάκο, είναι το πρώτο στοιχείο που θα φρόντιζε να εξαφανίσει ένας δολοφόνος. Αντιθέτως, την επόμενη ημέρα μετά τον θάνατο του πατέρα του επισκέφθηκε την οικία του, έχοντας τον εν λόγω σάκο μαζί του, πράγμα που φυσικά δεν θα έκανε εάν είχε οποιαδήποτε εμπλοκή με την υπόθεση.
2. Στα γάντια που ευρέθησαν μέσα στον σάκο του, βρέθηκε αποκλειστικά και μόνο δικό του γενετικό υλικό και όχι γενετικό υλικό του πατέρα του. Είναι όμως προφανές, όπως διατείνεται, ότι εάν είχε οποιαδήποτε σχέση με την αποδιδόμενη πράξη, το πρώτο στοιχείο το οποίο θα έφερε γενετικό υλικό του δολοφονηθέντος πατρός του, θα ήταν τα γάντια που θα έφερε.
Πλην όμως η εξέταση αυτή απέδειξε ότι ουδέν γενετικό υλικό βρέθηκε, γεγονός που κατατείνει, όπως υποστηρίζει, στο συμπέρασμα ότι αυτά δεν χρησιμοποιήθηκαν σε καμία απολύτως ενέργεια εναντίον του.
3. Στο πουκάμισο και στο κομμάτι αυτού που βρέθηκαν να φέρουν αίμα του πατέρα του, δεν βρέθηκε κανένα ίχνος δικού του γενετικού υλικού, γεγονός που αποδεικνύει όπως ισχυρίζεται ότι ποτέ δεν ήρθε σε επαφή με τα ανωτέρω στοιχεία του εγκλήματος.
Θα επισημάνει ακόμη πως μετά την ψυχική συντριβή που υπέστη από την βάναυση δολοφονία του πατέρα του, βρέθηκε προφυλακισμένος για ένα έγκλημα που δεν έκανε και το οποίο δεν είχε κανένα λόγο να κάνει.
Υποστήριξε ότι ουδείς έως και σήμερα, ούτε καν οι ίδιες οι διωκτικές αρχές, δεν του καταλόγισαν το οποιοδήποτε κίνητρο θα τον ωθούσε σε μία τόσο αποτρόπαιη πράξη.
Αντιθέτως, πληθώρα μαρτύρων κατονόμασε ρητά συγγενικό του πρόσωπο ως το άτομο που έτρεφε μίσος για τον πατέρα του, είχε έρθει σε ανοικτή σύγκρουση μαζί του, είχε κατηγορηθεί στις Aρχές για διακίνηση ναρκωτικών ουσιών από τον πατέρα του και είχε δηλώσει ενώπιον μάρτυρα ότι θέλει να τον σκοτώσει και να του κάνει κακό.
Υποστηρίζει ακόμη πως ενώ βρισκόταν υπό τον πόνο και την θλίψη της απώλειας του πατέρα του, ελάμβανε συγκεχυμένες πληροφορίες ότι γνωστοί σε εκείνον μάρτυρες κατέθεσαν ότι τον άκουσαν να συνομιλεί μαζί του.
Αναφέρεται ως στοιχείο ότι βρέθηκε δακτυλικό του αποτύπωμα στο πόδι ενός κρεβατιού ενώ κάτι τέτοιο δεν δικαιολογείται από τις επισκέψεις του στην οικία, είπε προσθέτοντας όμως ότι τα αποτυπώματά του ήταν δικαιολογημένο και αναμενόμενο να βρίσκονται παντού.
Όπως έκρινε η Εισαγγελέας και υιοθέτησε το δικαστικό συμβούλιο οι αιτιολογίες που προβάλλει για τις αντιφάσεις και αναλήθειες στις οποίες υπέπεσε, μεταξύ δε αυτών και κενά μνήμης λόγω παλιότερου τραυματισμού του σε τροχαίο ατύχημα, αντικρούονται από το γεγονός ότι ταυτόχρονα υποδεικνύει στις Aρχές λεπτομέρειες που υπέπεσαν στην αντίληψή του για να στρέψει τις υποψίες αλλού, οι οποίες όμως είναι ασαφείς και αόριστες και δεν βοηθούν στην εξιχνίαση του εγκλήματος.
Κρίθηκε παραπέρα ότι την παρουσία του κατηγορουμένου, ως τελευταίου ατόμου που επισκέφθηκε την οικία του θανόντος, επιβεβαιώνουν εκτός από μάρτυρα και κεραίες κινητής τηλεφωνίας και επιπλέον ενδείξεις.