-
Το δικαστήριο είχε αμφιβολίες
ως προς την
βασιμότητα
των καταγγελιών
Αθώος, λόγω αμφιβολιών, κρίθηκε χθες, από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Κω, με απόφαση που ελήφθη ομοφώνως και με απαλλακτική εισήγηση του Εισαγγελέα της έδρας, ένας κάτοικος της Ρόδου, που κατηγορήθηκε για αποπλάνηση ανηλίκου, νεότερου των 12 ετών κατ’ εξακολούθηση.
Ο κατηγορούμενος καταγγέλθηκε συγκεκριμένα από την εν διαστάσει σύζυγό του ότι ασελγούσε στην ανήλικη κόρη τους, ηλικίας 6 ετών.
Είχε αφεθεί ελεύθερος την 26η Απριλίου 2012 με τον περιοριστικό όρο να μην πλησιάζει την κόρη του, χωρίς την παρουσία των γονέων του και αρνείται κατηγορηματικά τα καταγγελλόμενα από την πρώην σύζυγό του, αποδίδοντας ευθύνες στην γιαγιά της.
Χθες στη δίκη η πρώην σύζυγός του δεν δήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής πλην όμως επανέλαβε τις καταγγελίες σε βάρος του.
Με την πρώην σύζυγό του, κάτοικο Παστίδας, βρίσκονταν σε διάσταση από τον Ιούλιο του 2011. Είχε κατατεθεί αγωγή διαζυγίου και αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ρύθμισης επιμέλειας του ανήλικου τέκνου τους.
Από τον γάμο τους έχουν αποκτήσει ένα παιδί ηλικίας 6 ετών σήμερα, το οποίο τελεί υπό την επιμέλεια της μητέρας του.
Δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της κ. Κ. Σαρρή η μητέρα του παιδιού υπέβαλε ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου κ. Κ. Μπούτσικου αίτημα για την υποβολή του παιδιού σε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, υποστηρίζοντας ότι είχε παρατηρήσει ύποπτα περιστατικά στη συμπεριφορά του εν διαστάσει συζύγου της, κατά την επικοινωνία του με το παιδί.
Ισχυρίστηκε μάλιστα ότι το ανήλικο παιδί παρουσίαζε σε κάθε επικοινωνία με τον πατέρα του έντονα ψυχοσωματικά σημάδια άγχους.
Η μητέρα ζήτησε με την αίτησή της από τον κ. Εισαγγελέα να ασχοληθεί με το θέμα συγκεκριμένη ειδικευμένη παιδοψυχίατρος της Ρόδου, η οποία έχει ειδικότητα στα παιδιά.
Το αίτημά της έγινε δεκτό από τον κ. Εισαγγελέα και μετά το πέρας της εξέτασης η παιδοψυχίατρος εκτίμησε ότι το παιδί είχε πέσει θύμα ασελγών πράξεων από τον πατέρα του!
Ο ίδιος αρνήθηκε κατηγορηματικά τις καταγγελίες και ζήτησε να διενεργηθεί και νέα παιδοψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη από ανεξάρτητο πραγματογνώμονα.
Υποστήριξε, ότι η γιαγιά της εν διαστάσει συζύγου του δεν ενέκρινε τον γάμο τους και έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να τον διαλύσει.
Όταν ο μισθός του μειώθηκε από τα 1.500 ευρώ στα 800 και είχε δυσκολίες να καλύψει τις ανάγκες του σπιτιού του, η σχέση με τη σύζυγό του διαταράχθηκε και στην πορεία ήλθαν οι καταγγελίες ότι δήθεν ασελγούσε στο παιδί του.
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου, που εξέτασε τη δικογραφία, έκρινε ότι προκύπτουν επαρκή στοιχεία για την παραπομπή του σε δίκη.
Πιο συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος από τον Ιούλιο του 2011 μετοίκησε από την κοινή συζυγική τους οικία μετά από αποπομπή του από την εν διαστάσει σύζυγό του και διαμένει πλέον στην οικία των γονέων του, ενώ η ανήλικη κόρη τους διαμένει με τη μητέρα της.
Η μητέρα της ανήλικης στην από 18 Φεβρουαρίου 2012 έκθεση ένορκης κατάθεσης της ως μάρτυρα, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η ίδια είχε δει στο παρελθόν, και συγκεκριμένα κάποια στιγμή μέσα στο θέρος του 2010, τον κατηγορούμενο, εντός της συζυγικής τους οικίας, να ασελγεί στο παιδί. Στην έντονη αντίδρασή της, όπως υποστήριξε, ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι δεν κατάλαβε καλά και ότι απλά έπαιζε με την κόρη του. Υποστήριξε ακόμη ότι και στο παρελθόν, κατά τη διάρκεια των ετών 2009 και 2010, ο κατηγορούμενος εξακολουθούσε να φιλάει την ανήλικη κόρη του στο στόμα, παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας της.
Μία εβδομάδα μετά το συμβάν, η μητέρα της, σε επίσκεψή της στην οικία της κόρης της, είδε τον κατηγορούμενο να κάθεται μισοξαπλωμένος σε μία ξαπλώστρα και να ασελγεί στο παιδί. Ισχυρίστηκε μάλιστα ότι όπως διαπίστωσε, το πέος του ήταν σε στύση, καθώς ξεχώριζε από το σορτς, που εκείνος φορούσε.
Η πεθερά, φέρεται να απομάκρυνε αμέσως την ανήλικη από τον κατηγορούμενο και να ενημέρωσε την κόρη της για το τι είχε αντιληφθεί. Έκτοτε, η μητέρα της ανήλικης, επικοινώνησε με κοινωνική λειτουργό, προκειμένου να υποβληθεί η ανήλικη σε παιδοψυχιατρική εξέταση, ωστόσο εκείνη την συμβούλευσε να περιμένουν ένα έτος ακόμη, καθώς η ηλικία του παιδιού ήταν τέτοια τη δεδομένη χρονική στιγμή, που δεν θα μπορούσε να αχθεί παιδοψυχίατρος σε ασφαλή συμπεράσματα.
Για το χρονικό διάστημα του έτους που ακολούθησε, η μητέρα φρόντιζε να μη μένει ποτέ μόνη της η ανήλικη με τον πατέρα της, μέχρι και την 28 Ιουλίου 2011, οπότε και απέπεμψε τον κατηγορούμενο από τη συζυγική τους οικία. Στη συνέχεια, διενεργήθηκαν τρεις παιδοψυχιατρικές πραγματογνωμοσύνες, και ειδικότερα, την ανήλικη εξέτασαν κατά καιρούς τρεις ειδικοί επιστήμονες (παιδοψυχίατροι και ψυχολόγοι).
Η πρώτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ανήλικη υπέστη από τον πατέρα της ψυχολογική, σωματική και σεξουαλική κακοποίηση, με συνέπεια να εμφανίζει έντονα καταθλιπτικά συμπτώματα με σωματικές εκδηλώσεις (εμετούς).
Στη διαπίστωση συναισθήματος φόβου για τον πατέρα της και αποστροφή της ανήλικης για αυτόν ήχθη και η διορισθείσα από τον Ανακριτή Πλημμελειοδικών Ρόδου πραγματογνώμονας – ψυχολόγος. Η συγκεκριμένη ψυχολόγος έκρινε μεταξύ άλλων ότι η ανήλικη εμφανίστηκε στις συναντήσεις τους τρομερά μπερδεμένη. Επαναλάμβανε φράσεις, που υποδηλώνουν σεξουαλική κακοποίηση, παρόλα αυτά οι αντιδράσεις της ήταν αλλοπρόσαλλες, χωρίς συναίσθημα, βουβές περιγραφές στο παιχνίδι με τα κουκλάκια και το κουκλόσπιτο, που έπαιζε με την ψυχολόγο στο πλαίσιο των συναντήσεών τους. Κατέληξε ότι βρίσκεται σε τρομερή σύγχυση, είναι πολύ μπερδεμένη και συναισθηματικά κουρασμένη, και επομένως δεν μπορεί να αχθεί σε ασφαλή συμπεράσματα για το αν η ανήλικη έπεσε θύμα κακοποίησης ή όχι από τον κατηγορούμενο πατέρα της.
Τα ίδια συναισθήματα και τις ίδιες επαναλαμβανόμενες φράσεις από μέρους της ανήλικης φέρεται να διαπίστωσε και ψυχολόγος που διορίστηκε από τον κατηγορούμενο ως τεχνικός σύμβουλος, η οποία ωστόσο τις αποδίδει σε προϊόν εμμονής της μητέρας και της γιαγιάς της ανήλικης έναντι του πατέρα της, επισημαίνοντας ότι η ανήλικη χειραγωγείται από τη μητέρα και τη γιαγιά της σε μια μεθοδευμένη προσπάθεια να την αποξενώσουν από τον πατέρα της.
Χθες ενώπιον του δικαστηρίου προέκυψαν όμως αμφιβολίες, με τον κατηγορούμενο και τους συνηγόρους του κ.κ. Μ. Κουτσούκο και Κ. Χαλκιά να υποστηρίζουν ότι οι καταγγελίες έγιναν προκειμένου να απομακρυνθεί το παιδί από τον πατέρα του.