Οι κατοικίες που προσφέρονται για τουριστική χρήση μέσω της οικονομίας του διαμοιρασμού αποτελούν πλέον τη μεγαλύτερη εστία φοροδιαφυγής για τον τουριστικό τομέα της χώρας.
Το θέμα έχουν επισημάνει επανειλημμένως οι εκπρόσωποι των τουριστικών φορέων της χώρας, όπως ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων και το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο, ζητώντας από τους συναρμόδιους κυβερνητικούς φορείς φορολογική ισονομία και ίδιους κανόνες λειτουργίας μεταξύ των αδειοδοτημένων και των μη αδειοδοτημένων τουριστικών καταλυμάτων της χώρας. Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη που διενεργήθηκε για το θέμα από την Grant Thornton –για λογαριασμό του ΞΕΕ– το μέγεθος της οικονομίας του διαμοιρασμού στον τουριστικό κλάδο στη χώρα μας εκτιμάται μεταξύ 1,38 δισ. ευρώ και 1,46 δισ. ευρώ. Λόγω της μεγέθυνσης αυτής της δραστηριότητας οι απώλειες στα έσοδα διαμονής για τα ξενοδοχεία υπολογίζονται μεταξύ 523 εκατ. ευρώ και 554 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Αν υπήρχαν αυτά τα έσοδα στα ξενοδοχεία θα δημιουργούνταν πρόσθετες 15.000 θέσεις εργασίας ετησίως. Επιπλέον, η απουσία δυνατότητας φορολόγησης των εισοδημάτων των ιδιοκτητών που διαθέτουν τα ακίνητά τους σε πλατφόρμες οικονομίας διαμοιρασμού προκαλεί απώλεια στο ελληνικό Δημόσιο της τάξεως των 260 εκατ. ευρώ έως 276 εκατ. σε ετήσια βάση. Πρόκειται ουσιαστικά για το ύψος των εσόδων που θα είχε το κράτος εάν φορολογούσε τα έσοδα των ιδιοκτητών των ακινήτων της οικονομίας διαμοιρασμού, όπως αντίστοιχα πράττει στα εισοδήματα από ενοίκια. Παράλληλα, εγείρονται ζητήματα σχετικά με την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρονται από τα καταλύματα της οικονομίας διαμοιρασμού λόγω π.χ. έκθεσης σε συνθήκες διαμονής που δεν διασφαλίζουν την προσωπική ασφάλεια και τη δημόσια υγεία, ενώ δύναται να προκύψουν και θέματα δημόσιας ασφάλειας εφόσον δεν τηρούνται τα προσωπικά στοιχεία των επισκεπτών. Κατά τη μελέτη, η παροχή υποβαθμισμένων υπηρεσιών θα επιδράσει αρνητικά στην προβολή του τουριστικού προϊόντος, βλάπτοντας το σύνολο των επαγγελματιών του κλάδου.
Εντονη κριτική έχει ασκήσει και ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, ζητώντας από τους συναρμόδιους υπουργούς να νομοθετήσουν φορολογικό και λειτουργικό πλαίσιο για μια αγορά που έχει απελευθερωθεί χωρίς κανόνες το τελευταίο επτάμηνο. Από την πλευρά της η Ενωση Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού επισήμανε με βάση στοιχεία έως τον Απρίλιο ότι, ενώ οι αεροπορικές αφίξεις στην πρωτεύουσα εμφάνισαν αύξηση κατά 6,1% σε σύγκριση με πέρυσι, τα βασικά μεγέθη των ξενοδοχείων παρέμειναν περίπου στα ίδια περυσινά επίπεδα. Η Ενωση απέδωσε την εξέλιξη αυτή στην απώλεια επισκεπτών προς τα μη αδειοδοτημένα και μη φορολογούμενα «τουριστικά» καταλύματα. Και όλα αυτά ενώ η κυβέρνηση με τις τελευταίες αποφάσεις της πρόσθεσε νέα οικονομικά βάρη (τέλος διανυκτέρευσης, αύξηση ΦΠΑ κ.ά.) στα ξενοδοχεία αυξάνοντας τους μέχρι πρότινος 21 εν ισχύι διαφορετικούς έμμεσους και έμμεσους φόρους.
Καθημερινή