Βουτά, Κυπαρίσσι, Μονοκαρυά. Χωριά της βόρειας Εύβοιας που έφθασαν ένα χείλος από την απόλυτη καταστροφή, αλλά με τη συνδρομή των νέων σε ηλικία κατοίκων και των λιγοστών -όπως είπαν οι ίδιοι- πυροσβεστών, δεν κάηκαν τα σπίτια τους. Οι κόποι μιας ζωής.
Οι 20άρηδες και 25άρηδες έσωσαν ευάλωτους συνανθρώπους τους και προστάτευσαν μόνοι τους τις περιουσίες τους, με σύνεργα την αλληλεγγύη και την αυτοθυσία, καθώς πολλοί ρίχτηκαν στη μάχη με βερμούδες και παντόφλες.
Με φωνή που σπάει από τη στενοχώρια ο πρόεδρος της κοινότητας Βουτά, Αντώνης Βάκος, μίλησε στο kathimerini.gr για την τραγωδία στη βόρεια Εύβοια και την υπεράνθρωπη προσπάθεια των κατοίκων των χωριών να σώσουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους.
Σύμφωνα με τον ίδιο, στο χωριό Κυπαρίσσι υπήρξαν καταστροφές σε οικίες, ενώ στον Βουτά ευτυχώς πρόλαβαν την πύρινη λαίλαπα πριν φτάσει στα σπίτια. «Παλέψαμε» ανέφερε φορτισμένος, «αλλιώς θα ήμασταν τώρα καμένοι».
«Όλες τις ημέρες προσπαθούσαμε να προετοιμαστούμε, να φτιάξουμε αναχώματα. Μικροί, μεγάλοι από όσους έμειναν πίσω βοήθησαν. Περίπου 50-70 άνθρωποι. Από την πυροσβεστική είχαμε 2 πληρώματα εδώ».
«Έσβηναν τις φωτιές με βερμούδες και παντόφλες»
Ο Θανάσης Κουτροδήμος – κάτοικος του Βουτά – μιλώντας επίσης στο kathimerini.gr, αναφέρθηκε στη βοήθεια που έδωσαν οι μόνιμοι κάτοικοι, ηλικίας 20-25-30 ετών που παρέμειναν στο σημείο, έσωσαν ότι μπορούσαν και γλίτωσαν τα σπίτια τους.
Με την αγάνακτηση να ξεχειλίζει ο κ. Κουτροδήμος μίλησε για κρατική αναλγησία, καθώς -όπως είπε- τα σπίτια και οι περιουσίες τους σώθηκαν από παιδιά που έσβηναν τις φλόγες με βερμούδες και παντόφλες. «Αυτά τα παιδιά ποιος θα τα ανταμείψει;», αναρωτήθηκε.
Παράλληλα, έκανε λόγο για πλήρη απουσία των εναέριων μέσων και σημείωσε πως έπρεπε -έστω και για εμψύχωση- να περνά ένα ελικόπτερο, ένα αεροπλάνο πάνω από τα χωριά που καίγονταν.
«Δεν υπήρχε κανένας σχεδιασμός, έδιωχναν το κόσμο και καίγονταν τα σπίτια του σε άλλα χωριά, όπως στις Ροβιές και στη Λίμνη», ανέφερε.
«Οι άνθρωποι που αναγκάστηκαν να φύγουν είναι κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας με κινητικά προβλήματα που μάλιστα, δεν ήθελαν να φύγουν φοβούμενοι για την περιουσία τους. Εγώ είχα μια ανάπηρη γυναίκα, πως θα τη μεταφέρω; Δεν υπήρχε σχεδιασμός, απλά οι αστυνομικοί -που βέβαια έκαναν τη δουλειά τους- φώναζαν εκκενώστε άμεσα».
«Προσευχόμασταν να τα καταφέρουμε, δεν ξέραμε τι πρέπει να κάνουμε. Ήρθε βοήθεια και από τις γειτονικές περιοχές, με μηχανάκια συντονίζαμε όλες τις επιχειρήσεις», σημείωσε και τόνισε πως οι πολίτες στον Βουτά συνεχίζουν να προστατεύουν τις περιουσίες με περιπολίες και βάρδιες.
«Τελειώσαμε, κάηκαν τα χωράφια που είχαμε για να ζήσουμε»
Από την πλευρά του, ο Γιώργος Βάσσιας – κάτοικος της Μονοκαρυάς- εξέφρασε στο kathimerini.gr τις ευχαριστίες του προς τους νεαρούς κατοίκους που έσωσαν την κατάσταση. Ωστόσο, τόνισε πως δεν υπήρχε από πουθενά αλλού βοήθεια.
Χαρακτήρισε αποπνικτική την ατμόσφαιρα που επικρατεί τώρα στην περιοχή και τόνισε πως δεν μπορούν να ανασάνουν.
Τέλος, σημείωσε πως δεν κάηκαν σπίτια στη Μονοκαρυά, αλλά πολλά χωράφια, από τα οποία ζούσε ο κόσμος, ενώ ανέφερε ότι πλέον το μέτωπο αναζωπυρώθηκε στη Γαλατσώνα και κυκλώνει από την άλλη πλευρά το χωριό του. «Ζητάμε βοήθεια γιατί μέχρι σήμερα δεν την έχουμε δει από πουθενά».
Πηγή kathimerini.gr
Γιώργος Φωκιανός