Ο πληθωρισμός, το ενεργειακό και το μισθολογικό κόστος δημιούργησαν νέα δεδομένα για την κερδοφορία σε χρονιά με αυξημένες αφίξεις. Τα περιθώρια κέρδους και οι εταιρείες που βρίσκονται σε προνομιακή θέση.
Μπορεί ο στόχος για υπέρβαση των φετινών τουριστικών εσόδων σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα του 2019 να επιτυγχάνεται, με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, Γιάννη Ρέτσο, να εκτιμά ότι οι ταξιδιωτικές εισπράξεις θα διαμορφωθούν πέριξ των 19 δισ. ευρώ, ωστόσο, ο τελικός απολογισμός για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και ο υπολογισμός των κερδών παραπέμπουν σε μια δύσκολη εξίσωση με πολλές παραμέτρους.
Η αύξηση του λειτουργικού κόστους κατά 30%-40% φαίνεται ότι θα «ροκανίσει» σημαντικά την κερδοφορία των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, κάποιες εκ των οποίων θα γράψουν ζημιές, τη στιγμή που το ασταθές περιβάλλον που διαμορφώνεται σε οικονομικό και γεωπολιτικό επίπεδο εκτιμάται ότι θα κρίνει εν μέρει, εκτός από το «ταμείο» των ξενοδόχων για φέτος, και την πορεία του 2023, ενός έτους μεγάλων προκλήσεων για τον ελληνικό τουρισμό.
Remaining Time-0:00
Fullscreen
Mute
Εκτός από τον υψηλό πληθωρισμό, που έχει συμπαρασύρει τις τιμές βασικών ειδών διατροφής και όχι μόνο, και την ενεργειακή κρίση, οι ξενοδόχοι αποδίδουν την εκτίναξη του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεών τους και στην αύξηση των μισθών.
«Εκτός από το ενεργειακό κόστος που έχει σχεδόν διπλασιαστεί και είναι αυξημένο σε ένα ποσοστό περίπου 80%, και τις ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες που χρειάζεται μία επιχείρηση, έχει αυξηθεί σημαντικά σε ποσοστό 10%-20% και το μισθολογικό κόστος», τονίζουν στο euro2day.gr παράγοντες της αγοράς. «Φέτος διαπιστώσαμε σημαντική έλλειψη εργαζομένων στον κλάδο και δη εξειδικευμένου προσωπικού. Ενα σημαντικό ποσοστό των θέσεων απασχόλησης δεν καλύφθηκε τελικά, με τα ξενοδοχεία να περιορίζουν τις προσφερόμενες υπηρεσίες προκειμένου να αντεπεξέλθουν. Προκειμένου, λοιπόν, να βρούμε προσωπικό, προχωρήσαμε σε αύξηση των μισθών σε όλες σχεδόν τις ειδικότητες», προσθέτουν.
Στην έλλειψη εργαζομένων και στην αύξηση του μισθολογικού κόστους αναφέρθηκε, μάλιστα, τις προηγούμενες ημέρες από το βήμα του συνεδρίου «Η Ελλάδα μετά VI: Εθνική στρατηγική και διεθνής περιδίνηση» του «Κύκλου Ιδεών» ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, λέγοντας πως το μισθολογικό είναι ένα ζήτημα το οποίο ρυθμίζεται από την αγορά. «Ο μισθός για εμένα είναι το τελευταίο, διότι ήδη από την αγορά ρυθμίζεται και ήδη οι αποδοχές έχουν αυξηθεί πάρα πολύ τα τελευταία δύο χρόνια. Το κυρίαρχο ζήτημα είναι να αμβλύνεις την εποχικότητα, έτσι ώστε ένας άνθρωπος να αισθάνεται ότι έχει περίοδο απασχόλησης στον τουρισμό μεγαλύτερη από τους 4-6 μήνες», τόνισε χαρακτηριστικά.
Οι επιχειρήσεις οι οποίες βρίσκονται σε προορισμούς που κατέγραψαν υψηλές πληρότητες κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου -η οποία ρίχνει σταδιακά αυλαία μέχρι τις αρχές του επόμενου μήνα- είναι, όπως εξηγούν στο Εuro2day.gr παράγοντες της αγοράς, σε προνομιακή θέση έναντι εκείνων που επηρεάστηκαν περισσότερο από τους αστάθμητους παράγοντες της σεζόν, με κυρίαρχους τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τους περιορισμούς εξαιτίας της πανδημίας.
«Θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι η φετινή σεζόν είναι δύο ταχυτήτων. Υπάρχουν προορισμοί που σημείωσαν υψηλές πληρότητες και άλλοι που έμειναν πιο πίσω. Η πλειονότητα των επιχειρήσεων θα γράψει στο τέλος της σεζόν κέρδη, ωστόσο αυτή η κερδοφορία θα είναι περιορισμένη. Η ποσότητα, δηλαδή η αυξημένη πληρότητα, είναι αυτή που θα καταστήσει τις επιχειρήσεις βιώσιμες στο τέλος. Εάν το 2022 ήταν μία κανονική χρονιά, τότε οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις θα κατέγραφαν σημαντικά κέρδη, θα ήταν η καλύτερη χρονιά όλων των εποχών για τα ξενοδοχεία», επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς.
Εστιάζουν την ίδια στιγμή στη δεινή θέση που βρίσκονται κατά κύριο λόγο οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον ορεινό όγκο της χώρας, σε μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Θεσσαλονίκη και σε περιοχές που δεν κατάφεραν να αναπληρώσουν το «κενό» που άφησε η απουσία κάποιων αγορών είτε λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, είτε λόγω των ταξιδιωτικών περιορισμών που βρίσκονται ακόμα σε ισχύ συνεπεία της υγειονομικής κρίσης.
Βέβαια, ακόμη και σε προορισμούς, όπως η Σαντορίνη και η Κρήτη, που φαίνεται ότι θα σπάσουν τα ρεκόρ του 2019 τόσο σε επίπεδο εσόδων, όσο και σε επίπεδο αφίξεων, η κερδοφορία των επιχειρήσεων, όπως επισημαίνουν οι ξενοδόχοι, δεν θα φτάσει τα επίπεδα του 2019 λόγω των αυξημένων υποχρεώσεων. «Φέτος, ο αυξημένος σε σχέση με το 2019 τζίρος δεν συνεπάγεται αντίστοιχα κέρδη», τονίζουν οι ξενοδόχοι.
Σε καλύτερη… μοίρα ως προς το τελικό ταμείο βρίσκονται, πάντως, και οι επιχειρηματίες οι οποίοι δεν είχαν συνάψει συμφωνίες με tour operators, καθώς είχαν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν την τιμολογιακή τους πολιτική ανάλογα με τη ζήτηση, εξασφαλίζοντας έτσι μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους σε σχέση με τους ξενοδόχους που είχαν «κλειστά» συμβόλαια με τιμές του 2019 και καμία δυνατότητα αναπροσαρμογής των προσφερόμενων τιμών.
Πηγή euro2day.gr