O αντιναύαρχος Ενρίκε Γκουβέια ε Μέλο μιλάει στην «Κ» για το θαύμα της συναίνεσης στην Πορτογαλία
«Είμαι ευτυχής που κατάφερα να προστατεύσω τους συμπατριώτες μου». Ο αντιναύαρχος Ενρίκε Γκουβέια ε Μέλο, ο ιθύνων νους πίσω από το εμβολιαστικό θαύμα στην πατρίδα του, την Πορτογαλία, μιλάει στην «Κ» για το πώς έπεισε τους Πορτογάλους να εμβολιαστούν σε ποσοστό άνω του 85% και κατάφερε να επαναφέρει στη χώρα του την πολυπόθητη κανονικότητα.
Στα 60 του, έχοντας περάσει από τα πιο νευραλγικά πόστα στο Ναυτικό, επιστράτευσε τις ηγετικές του ικανότητες, το ταλέντο του στην επικοινωνία αλλά και τις οργανωτικές του δεξιότητες για να σχεδιάσει τη δύσκολη μάχη ενάντια σε έναν ύπουλο εχθρό.
«Είχα εμπλοκή ήδη από τον Νοέμβριο τον 2020 στον σχεδιασμό της εκστρατείας εμβολιασμού, ανέλαβα όμως επικεφαλής στις 5 Φεβρουαρίου 2021, έπειτα από την παραίτηση του προκατόχου μου» (ο Φρανσίσκο Ράμος παραιτήθηκε έπειτα από την αποκάλυψη παρατυπιών στη σειρά προτεραιότητας στους εμβολιασμούς).
«Αρχικά εξασφάλισα ότι θα ήταν επιχειρησιακά εφικτό να εμβολιάζουμε με τον ίδιο ρυθμό σε όλη τη χώρα».
Ημερησίως πραγματοποιούνταν από 100.000 έως 150.000 εμβολιασμοί σε κέντρα που δημιουργήθηκαν εκτός νοσοκομείων, αξιοποιώντας δημόσιους χώρους, όπως π.χ. στάδια. «Τα κέντρα ήταν παντού τα ίδια, με κοινές προδιαγραφές, θύμιζαν εργοστάσια εμβολιασμού». Την οργάνωση και το lay out ήλεγχαν «με στρατιωτικό τρόπο στρατιωτικοί», λέει ο αντιναύαρχος.
«Οι μισοί εργαζόμενοι προέρχονταν από το εθνικό σύστημα υγείας, οι υπόλοιποι από την τοπική αυτοδιοίκηση», επισημαίνει, «τους έκανα να συνεργαστούν σε μια επιχείρηση, την ενορχήστρωση της οποίας είχε ο στρατός».
Η επίβλεψη του στρατού σε ένα πρόγραμμα που υλοποιείτο από πολίτες ήταν από μόνο του ένα στοίχημα. «Κλήθηκα να συγκεράσω δύο διαφορετικές κουλτούρες, δεν ήταν εύκολο», παραδέχεται ο ίδιος, ο οποίος μέρα με τη μέρα κέρδιζε τις εντυπώσεις. «Η άλλη πλευρά διαπίστωνε ότι ήμουν χρήσιμος και αποτελεσματικός, οπότε αποδέχθηκαν εμένα και όλη την ομάδα μου».
Στη διαδικασία έκανε «συμμάχους» γιατρούς, νοσηλευτές, φαρμακοποιούς, δημάρχους, ακόμα και συλλόγους ασθενών. «Εγιναν όλοι κοινωνοί της εθνικής προσπάθειας, οπότε δεν θα μπορούσαν να αντιταχθούν σε αυτή», σημειώνει.
«Μείωσα έτσι τις αντιδράσεις και αύξησα τα “αντισώματα” του συστήματος». Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο αντιναύαρχος επισκεπτόταν διά ζώσης τα εμβολιαστικά κέντρα και συνομιλούσε επί μακρόν με τους νοσηλευτές. «Ηθελα να με θεωρούν ως κάποιον που στέκεται πλάι τους, όχι κάποιον τεχνοκράτη, απομακρυσμένο στο γραφείο του, που σχεδιάζει χωρίς να γνωρίζει την πραγματικότητα στο πεδίο». Ετσι επικρατούσε ένα καλό κλίμα στην ομάδα των επαγγελματιών της πρώτης γραμμής.
Εστειλε εύγλωττα το μήνυμα στους πολίτες ότι επρόκειτο για πόλεμο με τον κορωνοϊό, στον οποίο η κοινωνία πρέπει να αγωνιστεί ενωμένη, «όχι ο καθένας ξεχωριστά».
Οι Πορτογάλοι είδαν πολλές φορές αυτούς τους οκτώ μήνες τον αντιναύαρχο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης – πάντοτε με τη στρατιωτική περιβολή της μάχης. «Η μάχη μαίνεται, θα βγάλω τη στολή όταν θα την έχουμε κερδίσει», απαντούσε στο εύλογο ερώτημα ο 60χρονος στρατιωτικός. «Εως τότε δεν πρόκειται να την αποχωριστώ». Ετσι, έστειλε εύγλωττα το μήνυμα στους πολίτες ότι επρόκειτο για πόλεμο με τον κορωνοϊό, στον οποίο η κοινωνία πρέπει να αγωνιστεί ενωμένη, «όχι ο καθένας ξεχωριστά».
«Οποιεσδήποτε τρελές ιδέες κατά του εμβολίου, λοιπόν, κατέτασσαν αυτομάτως εκείνους που τις πρέσβευαν στο αντίθετο στρατόπεδο, γίνονταν σύμμαχοι του ιού», υπογραμμίζει. «Βέβαια, οι συμπολίτες μου έχουν εν γένει θετική στάση έναντι του εμβολιασμού, οπότε το αντιεμβολιαστικό μπλοκ ήταν μικρό αριθμητικά».
Ωστόσο, ο κόσμος είχε στην αρχή αναστολές. «Μιλούσα πολύ συχνά στα ΜΜΕ, εξηγούσα μέρα με τη μέρα πού βρισκόμαστε, πόσο απέχουμε από τον στόχο μας, όπως παλαιότερα έκανα με το στράτευμα», περιγράφει, «και όπως οι στρατιώτες ήθελαν να συνεισφέρουν στη νίκη, έτσι και οι πολίτες σταδιακά οικειοποιήθηκαν τον σκοπό και έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους».
Ο ίδιος εκφραζόταν πάντοτε με τρόπο απλό, ευθύ και ειλικρινή. Οταν κάποιος του έλεγε ότι ο εμβολιασμός είναι επικίνδυνος, εκείνος αποκρινόταν «δεν μπορείς, όμως, να τον αποφύγεις». Στον έκπληκτο συνομιλητή του διευκρίνιζε: «Είτε θα εμβολιαστείς μέσω της νόσησης, καθώς είμαστε σε πανδημία και είναι ζήτημα χρόνου, είτε από ένα εμβόλιο. Τι νομίζεις ότι είναι πιο επικίνδυνο; Από τον ιό, που είναι απόλυτα επικίνδυνος και δεν μπορείς να υπολογίσεις τις επιπτώσεις; Ή από το εμβόλιο, που είναι ασφαλές και ελεγμένο; Τι θα επιλέξεις; Δεν μπορείς να περιμένεις, γιατί δίνεις στον ιό χώρο να εδραιωθεί».
Στην εκστρατεία πειθούς ενέταξε φυσικά και στατιστικά δεδομένα, ειδικά για να κατευνάσει την ανησυχία σχετικά με το εμβόλιο της AstraΖeneca, το οποίο χορηγήθηκε σε ανθρώπους άνω των 60. «Αν είσαι πάνω από τα 60, το εμβόλιο μπορεί να σκοτώσει –στο χειρότερο σενάριο– μόνο έναν στο μισό εκατομμύριο, ενώ ο ιός έναν στους 500. Εσύ σε ποια ομάδα θέλεις να ανήκεις;»
Αρχικά εμβολιάστηκαν γιατροί, νοσηλευτές, στρατιωτικοί, πυροσβέστες και αστυνομικοί. «Δεν ήταν υποχρεωτικός ο εμβολιασμός τους, άλλωστε οι ίδιοι έσπευσαν να εμβολιαστούν δεδομένου ότι είχαν πληγεί οι συγκεκριμένοι επαγγελματίες από τον κορωνοϊό». Στόχος του ίδιου ήταν να δείξει στο ευρύ κοινό ότι το κράτος σύσσωμο αποδέχεται τον εμβολιασμό και πιστεύει στη συμβολή του στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Εν συνεχεία εμβολιάστηκαν οι πολίτες βάσει ηλικίας.
«Δεν προσφέραμε προνόμια ή ανταλλάγματα σε κανέναν, ούτε στους ηλικιωμένους ούτε στους νέους», διευκρινίζει ο αντιναύαρχος. «Τους παρείχαμε μόνο την αίσθηση του ανήκειν σε μια ομάδα που αγωνίζεται, απευθυνόμουν στον καθένα σαν να ήταν ένας στρατιώτης τον οποίο καλούσα να πολεμήσει μαζί μας, τον προέτρεπα να κάνει το καθήκον του, να μην είναι δειλός».
Η Πορτογαλία θεωρείται πλέον η περισσότερο «εμβολιασμένη» χώρα διεθνώς (σ.σ. βάσει του Our World in Data, η χώρα έχει εμβολιάσει το 87% του πληθυσμού της).
Είναι, μάλιστα, ενδεικτικό ότι ακόμα και στην ηλικιακή ομάδα 12 έως 18 ετών το ποσοστό κυμαίνεται άνω του 90%, με αποτέλεσμα τα γυμνάσια και τα λύκεια να λειτουργούν απρόσκοπτα. Τη δεδομένη στιγμή δεν έχουν εμβολιαστεί μόνο τα παιδιά (ακόμα δεν έχει δοθεί άδεια από τον ΕΜΑ) και ένα 2% του πληθυσμού της χώρας.
Σε αυτό, σύμφωνα με πολλούς, συνέβαλε και η ίδια η προσωπικότητα του Ενρίκε Γκουβέια ε Μέλο. «Βοήθησε το γεγονός ότι δεν είμαι πολιτικός», απαντάει με τη χαρακτηριστική του ειλικρίνεια, «ούτε έπαιζα πολιτικά παιχνίδια».
Οταν έγινε, ωστόσο, γνωστός, φούντωσε η φημολογία ότι είχε πολιτικές βλέψεις. «Τότε το διέψευσα απευθείας λέγοντας ότι είμαι στρατιωτικός και μόλις ολοκληρώσω την αποστολή μου θα εξαφανιστώ, συνεχίζοντας την καριέρα μου ως στρατιωτικός».
Και έτσι ακριβώς έπραξε, μετά την πρώτη εβδομάδα του Οκτωβρίου, όταν το ποσοστό έφτασε το 85% αποχώρησε. «Συνεχίζουν τώρα με την τρίτη δόση του εμβολίου στους ηλικιωμένους και τους ανοσοκατασταλμένους, ακολουθώντας το μοντέλο που στήσαμε», εξηγεί στην «Κ» μέσω Ζoom o 60χρονος στρατιωτικός, χαμογελώντας με συστολή και φορώντας πλέον την επίσημη περιβολή του με τα σιρίτια.
Στο βάθος διακρίνονται δύο πίνακες που απεικονίζουν τη φουρτουνιασμένη θάλασσα, υπενθυμίζοντας εμμέσως τους κινδύνους από τους οποίους με επιδεξιότητα απομάκρυνε τους συμπατριώτες του.
«Ολο αυτό το διάστημα εργαζόμουν τουλάχιστον δεκατέσσερις ώρες την ημέρα, όλη την εβδομάδα, εξασφάλιζα μόνο λίγο ελεύθερο χρόνο για μένα και τη γυναίκα μου το απόγευμα του Σαββάτου, οπότε και τρώγαμε μαζί».
Στην οκτάμηνη «θητεία» του πήρε άδεια τεσσάρων ημερών, ενώ μετά το πέρας της επιτυχούς εκστρατείας ζήτησε άλλες τρεις. «Είναι παράξενο, αλλά δεν ένιωθα κούραση, ίσως επειδή είχα τη βαθιά πεποίθηση ότι υπηρετούσα έναν σκοπό υψίστης σημασίας».
«Είναι πάρα πολύ κουτό να μην εμβολιάζεις τις άλλες χώρες, γιατί ο κορωνοϊός θα βρει το μονοπάτι και θα μας επιτεθεί από αλλού».
Οταν στην αρχή του καλοκαιριού, με το αιφνίδιο «ξέσπασμα» της μετάλλαξης «Δέλτα», τα κρούσματα στην Πορτογαλία εκτοξεύθηκαν πάλι και οι τουρίστες άρχισαν να εγκαταλείπουν μαζικά την όμορφη χώρα της Ιβηρικής, εκείνος όχι μόνο δεν απογοητεύτηκε, αλλά χρησιμοποίησε τα νέα δεδομένα για να ενισχύσει την επιχειρηματολογία του. «Τόνισα στις δημόσιες συζητήσεις ότι λόγω της νέας μετάλλαξης δεν θα αρκούσε ούτε καν ένα 70% για να φτάσουμε στην ανοσία, θέλαμε 85%».
Ο ίδιος θεωρεί ότι ο φόβος από τις μεγάλες απώλειες στο πρώτο και το δεύτερο κύμα συνετέλεσαν στη συμμετοχή των κατοίκων στον εμβολιασμό, αλλά ταυτόχρονα έπαιξε ρόλο και η συνεργατική κουλτούρα των Πορτογάλων. «Είμαστε μια χώρα με μακρά Ιστορία και έντονη κοινωνική συνείδηση, έχουμε μάθει ότι για να επιβιώσουμε πρέπει να στηρίξει ο ένας τον άλλον, κάθε φορά που δεχόμαστε μια εξωτερική επίθεση ενωνόμαστε στο εσωτερικό», υπενθυμίζει.
Πηγή kathimerini.gr
Ιωάννα Φωτιάδη