«Είναι μοιραία κατάληξη η αστοχία ενός περιφερειακού μουσείου της νεότερης τέχνης; Η περίπτωση της Ρόδου» είναι ο τίτλος της ομιλίας που θα πραγματοποιήσει ο κ. Γιάννης Ηρακλείδης την Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου και ώρα 19:00 στο βιβλιοπωλείο « Το Δέντρο» στη Ρόδο.
Στην περίληψη της ομιλίας αναφέρονται τα εξής:
Οι επίμονα άδειοι τοίχοι στο εκθετήριο της Νέας Πτέρυγας του Νεστοριδείου, με τα χίλια και πλέον έργα της συλλογής να στοιβάζονται σε παρακείμενη αποθήκη, αποδίδουν με τον καλύτερο τρόπο την κρίση στην οποία στροβιλίζεται το Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης Ρόδου.
Συνοπτικά, η κρίση αυτή εκδηλώνεται κυρίως ως δυσχέρεια για την κατάστρωση ενός αξιόπιστου εκθεσιακού προγράμματος και αδυναμία διαχείρισης της μόνιμης συλλογής του Μουσείου.
Πρόκειται επίσης για μια αστοχία, ως προς τους προγραμματικούς σκοπούς και την δημιουργική παράδοση που καθιέρωσαν η Δημοτική Πινακοθήκη παλιότερα και το Μουσείο σχετικά πρόσφατα, περίπου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’10.
Το σημείο αυτό θα επεξηγηθεί στην ομιλία με μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν, με τα ιδιαίτερα γνωρίσματά του και τις σημαντικές επιτυχίες, καθώς και τα υπαρκτά προβλήματα, που πάντως δεν εμπόδισαν την ανάδειξη του Μουσείου σε μια μεγάλη επιτυχία πολιτιστικής παρέμβασης και δραστηριότητας της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Ο ομιλητής θα επιμείνει ιδιαίτερα στην εξήγηση της ατυχούς κατάληξης. Αφού αποκλείσει ενδεχόμενες προσωπικές ανεπάρκειες των ανθρώπων που διοικούν το Μουσείο ως αιτία αυτών των αδυναμιών –μια τέτοια εξήγηση θα ήταν επιφανειακή και θα αδικούσε τους ανθρώπους αυτούς που προσπαθούν για το καλύτερο– θα αποδώσει το φαινόμενο μάλλον σε αλλαγές που έχουν συμβεί στην ίδια τη δομή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αλλά και στις προσδοκίες του κοινού στο οποίο απευθύνονται οι δραστηριότητες του Μουσείου.
Θα υποστηρίξει όμως ότι μέσα από αυτή την αποτυχία διαφαίνεται μια ενδιαφέρουσα πολιτιστική άνθιση σε παραπλήσιους τομείς που έχουν υιοθετηθεί από τη διοίκηση του Μουσείου την τελευταία πενταετία (μουσικές συναυλίες, ομιλίες, παρουσιάσεις βιβλίων, γιόγκα, γευσιγνωστικές αναζητήσεις, εκθέσεις φωτογραφίας κλπ.). Διαφαίνεται δηλαδή μια αλλαγή προσανατολισμού, με στόχους λιγότερο φιλόδοξους από αυτούς που κληροδότησε η παράδοση του Μουσείου, που φαίνεται να ταιριάζουν όμως περισσότερο στα ενδιαφέροντα των δημοτών.
Η ομιλία θα σταματήσει σε αυτό το σημείο, αφήνοντας μετέωρο το ερώτημα του τίτλου, που δε μπορεί άλλωστε να απαντηθεί παρά μόνο από τις επιθυμίες, τις αναζητήσεις και τις προσδοκίες του κοινού στο οποίο απευθύνεται το Μουσείο.
Σκοπός εξάλλου της ομιλίας αυτής είναι να αποσαφηνίσει τις δύο εναλλακτικές, όπως σύντομα περιγράφονται στην προηγούμενη παράγραφο, ώστε τουλάχιστον να διευκολύνει την περαιτέρω συζήτηση που ασφαλώς πρέπει να γίνει απ’ όλους όσους μπορεί να ενδιαφέρονται.