Η οικονομική κατάσταση της ΔΕΗ, βασικού πυλώνα της αγοράς, είναι η μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας για πιθανό «ατύχημα».
Η αγωνία που εκφράζεται εν γένει από τον επιχειρηματικό κόσμο αντανακλά τα αποτελέσματα της μη έγκαιρης αναγκαίας αναδιάρθρωσης της ΔΕΗ και της αγοράς ηλεκτρισμού, που θεωρητικά ξεκίνησε από το 2001. Η πρόσφατη ενεργειακή κρίση ανέδειξε όλα τα προβλήματα και τις στρεβλώσεις της αγοράς, φέρνοντάς τη στα όρια των αντοχών της. Μπορεί οι καταναλωτές να μην αντελήφθησαν ότι βρέθηκαν πολύ κοντά στο μπλακ άουτ, το οποίο απεφεύχθη «και με τη βοήθεια της τύχης» όπως δημοσίως παραδέχτηκε ο πρόεδρος της ΡΑΕ κ. Νίκος Μπουλαξής, θα κληθούν όμως να σηκώσουν το οικονομικό κόστος της αποτροπής του. Ηδη οι καταναλωτές φυσικού αερίου πληρώνουν μεσοσταθμικές αυξήσεις κατά 13% στα τιμολόγιά τους, καθώς η ΔΕΠΑ έχει μεταβιβάσει στην κατανάλωση το αυξημένο κόστος των έκτακτων φορτίων LNG που με αγωνία αναμένονταν να φτάσουν στην ώρα τους στο λιμάνι της Ρεβυθούσας. Αργά ή γρήγορα και οι καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος θα κληθούν να πληρώσουν το πρόσθετο κόστος ύψους 70 εκατ. ευρώ της ενεργειακής κρίσης, που επιβάρυνε τη ΔΕΗ.
Αβεβαιότητα
Κοινή είναι η εκτίμηση των εμπλεκομένων στην αγορά ηλεκτρισμού ότι η διασφάλιση της ομαλής τροφοδοσίας της χώρας σε ηλεκτρισμό σε περιόδους αιχμής έχει καταστεί, πλέον, αβέβαιη και στην καλύτερη περίπτωση ιδιαίτερα κοστοβόρα. Το τραγικό είναι ότι ακόμη και υπό αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση διαπραγματεύεται με τους θεσμούς μεταρρυθμίσεις στη βάση του μικρότερου πολιτικού κόστους, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τη διάσωση της ΔΕΗ και την ομαλή λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού, παρά την πλήρη επίγνωση της κατάστασης και τα «καμπανάκια» για το ατύχημα.
Η ίδια η ΡΑΕ, που έχει την ευθύνη της λειτουργίας της ενεργειακής αγοράς, συμμερίζεται τις ανησυχίες περί αδυναμίας του συστήματος να ανταποκριθεί στις αιχμές του θέρους και κυρίως της επόμενης χειμερινής περιόδου. «Δεν ανησυχώ ιδιαίτερα για το καλοκαίρι, παρότι τα πράγματα είναι δύσκολα. Οι ανάγκες σε ηλεκτρισμό πιστεύω ότι θα καλυφθούν με εισαγωγές αφού στις γύρω χώρες δεν παρατηρείται μεγάλη αύξηση της ζήτησης. Εκείνο που με ανησυχεί περισσότερο είναι οι χειμερινές αιχμές και δουλεύουμε από τώρα σενάρια και σχέδια για να αποφύγουμε προβλήματα τροφοδοσίας», δηλώνει στην «Κ» ο πρόεδρος της ΡΑΕ κ. Νίκος Μπουλαξής.
Αυτό που έχει αλλάξει σε σχέση με πέρυσι και υποχρεώνει τις αρμόδιες Αρχές να πάρουν προληπτικά μέτρα για τη διασφάλιση της ομαλής τροφοδοσίας της χώρας σε ηλεκτρισμό είναι η μεσολάβηση της πρόσφατης ενεργειακής κρίσης. Εκτός από το υψηλό κόστος ενέργειας άφησε πίσω της εξαντλημένες τις ούτως η άλλως αναξιόπιστες λόγω παλαιότητας λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ, που «εκλήθησαν» να δουλέψουν στα όριά τους και πολλές ώρες προκειμένου να μην καταρρεύσει το σύστημα. Παράλληλα, περιόρισε δραματικά τα υδάτινα αποθέματα, αφήνοντας το σύστημα χωρίς τις απαραίτητες εφεδρείες για την κάλυψη των αιχμών. Οι υδροηλεκτρικές μονάδες της ΔΕΗ επιστρατεύτηκαν για τη στήριξη του συστήματος το δίμηνο Δεκεμβρίου – Ιανουαρίου και λειτούργησαν σε τέτοιο βαθμό, που, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν παράγοντες της ΔΕΗ, κάποιες από αυτές «στέρεψαν και άρχισαν να τραβάνε χαλίκια».
Η οικονομική κατάσταση της ΔΕΗ, ως ο βασικός πυλώνας της αγοράς, είναι η μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας αφού πιθανό «ατύχημα» θα σημάνει και τη χρεοκοπία της χώρας. «Οι χώρες χρεοκοπούν από τις τράπεζες και την ενέργεια», είναι μία από τις χαρακτηριστικές φράσεις του επικεφαλής της επιχείρησης Μανόλη Παναγιωτάκη. Η τραγική κατάσταση της ΔΕΗ αποτυπώνεται στα αποτελέσματα του 2016, που δημοσιοποίησε την περασμένη Παρασκευή. Τα καθαρά κέρδη που εμφανίζει η εταιρεία ύψους 67,5 εκατ. ευρώ οφείλονται κυρίως στη μείωση των προβλέψεων για επισφάλειες κατά 53,2% (415,1 εκατ. από 886,3 εκατ. πέρυσι). Οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές στο τέλος του 2016 ανήλθαν σε 759 εκατ. έναντι 575 εκατ. το 2015. Με άδεια σχεδόν ταμεία η ΔΕΗ πρέπει να πληρώσει, μέσα στο 2017, μόνο για την εξυπηρέτηση των δανείων της 850 εκατ. και 650 εκατ. για συμβολαιοποιημένες επενδύσεις.
Καθημερινή