Mε την υπ’ αρίθμ. 25/2020 απόφαση του Α1 Ακυρωτικού Τμήματος του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς απορρίφθηκε η αίτηση ενός λιμενικού, που διαμένει στα Δωδεκάνησα, για την ακύρωση απόφασης με την οποία του επιβλήθηκε η ποινή της απόταξης.
Το δικαστήριο έκρινε ειδικότερα ότι η Διοίκηση, επιβάλλοντας στον αιτούντα την ποινή της απόταξης, δεν υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας, ούτε παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της φύσης και της βαρύτητας των πειθαρχικών παραπτωμάτων που του αποδίδονται στον αιτούντα.
Το ιστορικό της υπόθεσης φέρεται να έχει ως εξής:
Μετά τη διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης και τη σύνταξη πορίσματος, με την πράξη του Αρχηγού Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής ο αιτών παραπέμφθηκε στο Πρωτοβάθμιο Ανακριτικό Συμβούλιο για Ανωτέρους (πλην Πλοιάρχων) και Κατωτέρους Αξιωματικούς Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ – ΕΛ. ΑΚΤ.), με το ερώτημα της απόταξης:
α) για πράξεις που θίγουν την τιμή, αξιοπρέπεια και υπόληψη στρατιωτικού καθώς και το κύρος του Σώματος και μαρτυρούν έλλειψη ακεραιότητας και διαφθορά χαρακτήρα,
β) για διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης εγκλημάτων σε βαθμό κακουργήματος καθώς και για διάπραξη των αναφερομένων στην παρ. 2(γ) του άρθρου 74 του Ν. 3079/2002 (Α΄311) εγκλημάτων και
γ) για βαριά παραπτώματα σχετικά με την υπηρεσία ή την πειθαρχία, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, εδάφια β, γ και δ του άρθρου 99 του ν. 3079/2002.
Ειδικότερα, διότι διατελών χρέη Κυβερνήτη ΠΛΣ της Λιμενικής Αρχής και ενώ γνώριζε ότι ταχύπλοο σκάφος δεν βυθίστηκε, καθότι ο ίδιος το ρυμούλκησε και το προσέδεσε στο χώρο του Λιμένα, εντούτοις καταχώρησε ψευδώς εγγραφή στο Ημερολόγιο Γέφυρας του ΠΛΣ, ότι το προαναφερθέν ταχύπλοο βυθίστηκε.
Στη συνέχεια, συνόδευσε με το ίδιο πλωτό ΠΛΣ το εν λόγω ταχύπλοο και συντόνισε ο ίδιος τη μεταφορά του με όχημα (18-10-2013) στο ΕΤΕΘ, στις 18-11-2013 και ώρα 12.50΄ και το μετέφερε σε ιδιωτικό χώρο.
Επίσης, ο ίδιος μερίμνησε για τη μεταφορά του ταχύπλοου σκάφους με φορτηγό όχημα, σε ημερομηνία μη δυνάμενη να προσδιοριστεί επακριβώς, πάντως μεταξύ του χρονικού διαστήματος από τις αρχές Σεπτεμβρίου 2013 έως την 13-11-2013, σε συνεργείο στην Κω χωρίς να αναφέρει αρμοδίως το γεγονός και χωρίς να τηρήσει την προβλεπόμενη διαδικασία (σχηματισμός φακέλου δικογραφίας, κατάσχεση σκάφους κλπ).
Ενώ γνώριζε ότι στο συνεργείο βρίσκεται το ταχύπλοο σκάφος, που ο ίδιος είχε μεσολαβήσει να μεταφερθεί εκεί και όχι άλλο, το οποίο δήθεν ανευρέθη στη θαλάσσια περιοχή Ψαλίδι της νήσου Κω και το οποίο ουδέποτε μεταφέρθηκε στο εν λόγω συνεργείο, εντούτοις στις 13-11-2013 διενήργησε με επικ/στή αυτοψία στο ταχύπλοο σκάφος και στη συνέχεια υπέγραψε έκθεση απλής αυτοψίας, με αναγραφόμενα μη ορθά στοιχεία.
Τα ταχύπλοα είχαν χρησιμοποιηθεί ως μέσα παράνομης μεταφοράς υπηκόων τρίτων χωρών.
Τον Αυγουστο του 2014 η «δημοκρατική» είχε δημοσιοποιήσει ότι βρισκόταν σε εξέλιξη έρευνα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων του Λιμενικού Σώματος μετά από καταγγελία ενός λιμενοφύλακα, που υπηρετεί στην Κω, σε βάρος πρώην λιμενάρχη, που διέμενε και στη Ρόδο.
Αφορμή για την έρευνα αποτέλεσε καταγγελία που έφερε τον αξιωματικό να είχε παρουσιάσει σκάφος, που μετέφερε μετανάστες στην Κω ότι είχε βυθιστεί και στην πορεία το σκάφος αυτό να βρέθηκε στην ιδιοκτησία ενός ιδιώτη!
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που είχαν διαρρεύσει τότε, σκάφη που εμφανίστηκαν ως κατεστραμμένα ή ως βυθισμένα, χρησιμοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια για την επαναπροώθηση λαθρομεταναστών στην Τουρκία.
Η τακτική όμως αυτή σταμάτησε πρόσφατα και βρέθηκαν περιπτώσεις σκαφών που έμειναν «αμανάτι» στα νησιά, στην ιδιοκτησία ιδιωτών.