Η Καζίνο Ρόδου ΑΕ κέρδισε μια μάχη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατάρρευση τα οικονομικά του Δήμου Ρόδου
Με απόφαση που έλαβε χθες η Οικονομική Επιτροπή του Δήμου Ρόδου ανατίθεται σε εξειδικευμένο επί διοικητικών συμβάσεων δικηγορικό γραφείο Αθηνών, ο δικαστικός χειρισμός άσκησης και εκδίκασης αναιρέσεων ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας και εκδίκασης έφεσης ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, επί υποθέσεων επιστροφής ΔΗΦΟΔΩ, σε εκκρεμούσες δικαστικά αξιώσεις επιστροφής πριν την θέσπιση της διάταξης περί μη αναζήτησης.
Ο Δήμος Ρόδου άσκησε ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς 8 όμοιες Εφέσεις κατά αντίστοιχων αποφάσεων του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου, με τις οποίες είχαν γίνει δεκτές προσφυγές της εταιρείας «ΚΑΖΙΝΟ ΡΟΔΟΥ Α.Ε.» αποδόσεως – επιστροφής καταβληθέντων ποσών ΔΗΦΟΔΩ, συνολικού ποσού κεφαλαίου 1.581.826,90 ευρώ, δεχόμενο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι δεν έχει παραγραφεί η αξίωση της εταιρείας ΚΑΖΙΝΟ Α.Ε. και ότι σύμφωνα με την υπ. αρ. 4504/2014 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου τα Επικράτειας, ο ΔΗΦΟΔΩ αντίκειται στο Σύνταγμα.
Η ιδιαιτερότητα των υποθέσεων αυτών, έγκειται στο ό,τι δηλαδή πριν ακόμη την κατάργηση του φόρου ως αντισυνταγματικού με τις υπ. αρ. 4504-05/2014 αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ και πριν επίσης ακόμη στη συνέχεια των ως άνω αποφάσεων, θεσπισθεί η διάταξη της παρ. 9 υποπ. Δ12 άρθρου 2 Ν. 4336/2015 με την οποία καταργήθηκε και δια νόμου ο ΔΗΦΟΔΩ και επιπλέον ορίσθηκε ότι καταβληθέντα ποσά δεν αναζητούνται, η εταιρεία ΚΑΖΙΝΟ Α.Ε είχε ζητήσει την επιστροφή καταβληθέντων ποσών δια της υποβολής αντίστοιχων ανακλητικών δηλώσεων ΔΗΦΟΔΩ, οι οποίες σιωπηρώς απορρίφθηκαν και στη συνέχεια, ασκήθηκαν οι παραπάνω δικαστικές προσφυγές ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου για τις επιστροφές καταβληθέντων ποσών.
Οι 8 Εφέσεις του Δήμου Ρόδου συνταχθείσες από τον πρ. ν. σύμβουλο του Δήμου Ρόδου κ. Θ. Φραράκη και με κατάθεση υπομνημάτων από τον κ. Θ. Παπαγεωργίου, εκδικάσθηκαν στην έδρα του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς στις 07-10-2021 ερήμην της εφεσίβλητης εταιρείας, μη δεχθέν το Δικαστήριο αίτημα αναβολής λόγω εκκρεμοδικίας παρόμοιου ζητήματος προς εκδίκαση στο ΣτΕ, παρασταθέντος δηλαδή στις επί των εφέσεων δίκες μόνο του Δήμου Ρόδου.
Μετά τις ως ανωτέρω εκδικάσεις των Εφέσεων, εκδόθηκαν οι υπ. αρ. Α122/2022, Α123/2022, Α267/2022, Α268/2021, Α445/2022, Α446/2022, Α127/2022, Α126/2022, Α267/2022, Α268/2022 αντίστοιχες αποφάσεις του Γ’ Τμήματος Μονομελούς Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, οι οποίες σύμφωνα με αναρτήσεις του Δικαστηρίου κατά το τελικό αποτέλεσμα, είναι όλες απορριπτικές των Εφέσεων του Δήμου Ρόδου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ταυτόσημη αιτιολογία των αποφάσεων του Γ’ Τμήματος του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς οι οποίες στις 07-04-2022 κοινοποιήθηκαν στον Δήμο Ρόδου, το Μονομελές Διοικητικό Εφετείο Πειραιά, απέρριψε τους εκτενώς προβληθέντες δια των υπομνημάτων ισχυρισμούς του Δήμου Ρόδου, μάλιστα δε το Δικαστήριο με τις παραπάνω αποφάσεις και σε μονομελή σύνθεση, μετέβαλε τη νομολογία που το ίδιο είχε διαμορφώσει με τριμελή σύνθεση, σύμφωνα με την υπ. αρ. A 2229/2018 απόφαση του Η’ Τμήματος του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ως άνω απόφαση απορρίφθηκε άλλη όμοια προσφυγή επιστροφής καταβληθέντος ΔΗΦΟΔΩ τρίτης ξενοδ. εταιρείας (με αντικείμενο 3.127.000 ευρώ), δεχθέν το Δικαστήριο ότι υπάρχει ταύτιση με το δημόσιο συμφέρον των δημοσιονομικών συνεπειών για τις οποίες θεσπίσθηκε η αναδρομική μη αναζήτηση καταβληθέντων ποσών ΔΗΦΟΔΩ σύμφωνα με τη παραπάνω διάταξη της παρ. 9 υποπ. Δ12 άρθρου 2 Ν. 4336/2015.
Κατά της παραπάνω απόφασης εκκρεμεί στο ΣτΕ η αναίρεση για την οποία ζητήθηκε αναβολή.
Σύμφωνα λοιπόν με το αντίθετο σκεπτικό των παραπάνω τεσσάρων απορριπτικών αποφάσεων του Μονομελούς Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, αφενός μεν η διάταξη της παρ. 9 υποπ. Δ12 άρθρου 2 Ν. 4336/2015, κατά την οποία καταβληθέντα ποσά δεν αναζητούνται, θεσπίσθηκε μετά τη δημοσίευση της πρωτόδικης – εκκαλουμένης απόφασης και αφετέρου ελλείπει το δημόσιο συμφέρον μη ταυτιζόμενο κατά την κρίση του με το ταμειακό συμφέρον, επικαλούμενο ως νομολογία τις ΟλΣτΕ 542/1999, ΣτΕ 1818/2018 και ΣτΕ 1438/2020.
Επίσης, δεν δέχθηκε την παραγραφή που προβλήθηκε με το υπόμνημα, απορρίπτοντας σιωπηρά και άλλα ζητήματα που τέθηκαν και επί του παραδεκτού των προσφυγών αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενα.
Για τον Δήμο Ρόδου αφενός μεν προκύπτει σύγκρουση με τα ως άνω αντίθετα που δέχθηκε το ίδιο Δικαστήριο σε αυξημένη από αυτό τριμελή σύνθεση, αφετέρου δε σύγκρουση και με το ΣτΕ καθόσον κατά τη παγιωμένη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, υπάρχει πλήρης ταύτιση των δημοσιονομικών συνεπειών με το δημόσιο συμφέρον.
Επί πλέον και ως προς την αναδρομικότητα της διάταξης μη αναζήτησης καταβληθέντων, οι απορριπτικές παραπάνω κοινοποιηθείσες τέσσερις αποφάσεις, συγκρούονται επίσης και με τη νομολογία του ΣτΕ που αναφέρεται μεν σε αδυναμία ορισμένων εκκρεμούντων στα Δικαστήρια αναδρομικών ουσιαστικών ρυθμίσεων, όχι όμως επί «υποθέσεων που εκδικάζονται ήδη σε δεύτερο βαθμό», όπως διελήφθη στις παραπάνω αποφάσεις, αλλά μόνον εφόσον ήδη έχουν εκδοθεί τελεσίδικες αποφάσεις δικαστηρίου ή υπάρχουν εκκρεμείς δίκες ενώπιον του αναιρετικού δικαστηρίου.
Λόγω της απόρριψης των θέσεων του Δήμου Ρόδου και λόγω καταφανέστατης ιδιαίτερης σημασίας αλλά και της πρόδηλης σπουδαιότητας των συγκεκριμένων υποθέσεων για τα συμφέροντα του Δήμου Ρόδου, η Οικονομική Επιτροπή ανέθεσε την υπόθεση στο γραφείο της Δικηγορικής Εταιρείας των Καθηγητών Διοικητικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης κ.κ. Κωνσταντίνου Ρέμελη και Αθανάσιου Τσιρωνά, με την επωνυμία «Ρέμελης-Τσιρωνάς και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία».