Mερικά σκίτσα πολιτικού περιεχομένου, από αυτά στα οποία δεν μας είχε συνηθίσει ο σκιτσογράφος που αγαπήσαμε από τη δεκαετία του ’80, από την πρώτη του εμφάνιση με τον Κόκκορα στο περιοδικό «Βαβέλ», ήταν εκείνα που πυροδότησαν τις αντιδράσεις. «Εχω εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, είναι άνθρωποι που πατάνε γερά στον αέρα», έλεγε ο πρωταγωνιστής ενός σκίτσου που δημοσιεύτηκε λίγες ημέρες πριν από το δημοψήφισμα και ξαφνικά η λατρεία προς τον Αρκά -ο οποίος επί 35 χρόνια παρέμενε αγαπητός σε όλους- μετατράπηκε από μερίδα του κοινού της σελίδας του στο facebook (περισσότερα από 400.000 άτομα τον ακολουθούν) σε οργή.
Με εκατοντάδες σχόλια και αναρτήσεις τον κατηγορούσαν ότι δεν στηρίζει την ελληνική κυβέρνηση και ότι χρηματίζεται από σκοτεινά κέντρα για να τη βλάψει, εκτόξευαν απίστευτες ύβρεις εναντίον του, ακόμη και απειλές, τον καλούσαν να σταματήσει να σχολιάζει την πολιτική επικαιρότητα γιατί, κατά τη γνώμη τους, σχεδόν… δεν του πέφτει λόγος (κυρίως αφού διαφωνούσε με τους κατήγορους). Μέχρι και θεωρίες συνωμοσίας ακούστηκαν για να εξηγηθεί γιατί ο Αρκάς είχε χαθεί τόσα χρόνια και δεν σατίριζε τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. ενώ επιλέγει να κάνει κάτι τέτοιο τώρα.
Τέτοια έκταση πήραν οι αντιδράσεις, που οδήγησαν το σκιτσογράφο να αναστείλει τη λειτουργία της σελίδας του για κάποιες ώρες, αφού, όπως ανακοίνωσαν οι διαχειριστές της, παρότι δεν συμφωνούσαν με την απόφαση αναστολής, «καταλαβαίνουν έναν άνθρωπο που σε όλη του τη ζωή απέφυγε τη δημοσιότητα και τώρα διασύρεται από ανεγκέφαλους, επειδή, χωρίς κανένα κέρδος, έδωσε την άδεια να δημοσιεύονται σκίτσα του στο facebook».
Η ειδησεογραφία «τρώει» το ταλέντο
Τι συνέβη όμως στα αλήθεια; Στην πραγματικότητα ο Αρκάς δεν είχε χαθεί ποτέ. Ηταν παρών με τα σκίτσα του όλα αυτά τα χρόνια. Είτε μέσα από τις δημοσιεύσεις του σε περιοδικά και εφημερίδες είτε με τα δικά του βιβλία είτε όταν κάποια από αυτά γίνονταν θεατρικά ή σειρές με μαριονέτες, όπως ο Ισοβίτης. Από το ξεκίνημά του είχε επιλέξει τους χαμηλούς τόνους και αρνείται ακόμα και σήμερα να αποκαλύψει το όνομά του, να δώσει συνεντεύξεις ή να μιλήσει δημοσίως. Κατά διαστήματα του έχουν αποδοθεί δύο ονόματα: Αντώνης Ευδαίμων και Γεράσιμος Σπανοδημήτρης. Πιστεύεται ότι πρόκειται για ψευδώνυμα. Ο ίδιος δεν θέλει να μιλάει. Μιλούν οι ήρωές του γι’ αυτόν. Με ειρωνεία, συχνά με κυνισμό, με τρυφερότητα και αυτοσαρκασμό, δημιουργώντας στους αναγνώστες δεκάδες ταυτίσεις.
Ως σκιτσογράφος προτιμά να χτίζει χαρακτήρες σε βάθος χρόνου και τους αφήνει να τον οδηγούν. Δεν αναφέρεται ευθέως στην επικαιρότητα. Πιστεύει ότι η καθημερινή ενασχόληση με την ειδησεογραφία χαραμίζει το ταλέντο σπουδαίων χιουμοριστών, οι οποίοι αναγκάζονται να ασχολούνται με πολιτικούς κατώτερους των περιστάσεων. Ο ίδιος «ξεκλειδώνει» την ανθρώπινη φύση με το χιούμορ του. «Η άγνοια των μηχανισμών ενός ποιητικού είδους όπως εκείνο που λαμπρύνει ο Αρκάς δεν σου αφαιρεί, ελπίζω, το δικαίωμα πρώτα να τον θαυμάζεις και, κατ’ ανάγκην πια, να τον εκτιμάς. Αυτό το απλό και μαζί σπουδαίο δεν έχει τη μοναδικότητα να συμβαίνει μόνο σ’ εμένα. Το νέμονται και αναρίθμητοι άλλοι. Και τούτο επειδή ο Αρκάς μάς βοηθάει να ανοίγουμε και να κλείνουμε το πικρό τετράδιο της μέρας με την άλλη όψη του δραματικού: το υπέροχα κωμικό», έχει γράψει η ποιήτρια και ακαδημαϊκός Κική Δημουλά γι’ αυτόν.
Γιατί λοιπόν επέλεξε να παρέμβει τούτο το καλοκαίρι; Είχε όντως διαλέξει «ύποπτο» timing για να εκφράσει τα πολιτικά του σχόλια; Ως συνήθως, η αλήθεια είναι αρκετά μακριά από τις αυθαίρετες απόψεις που κοινοποιούνται ανώνυμα στα κοινωνικά δίκτυα. Στην πραγματικότητα, τα «Θηριά Ενήμερα», η συλλογή από την οποία προέρχονται τα επίμαχα σκίτσα, δεν είναι καινούργια. Τα περισσότερα τα είχε φτιάξει για το «Εψιλον» της «Ελευθεροτυπίας» από το 1992! Η απόφαση να συγκεντρωθούν και να εκδοθούν σε βιβλιαράκι φέτος ήταν ειλημμένη από τον Ιανουάριο και, φυσικά, ρόλο έπαιξε η έντονη πολιτική κατάσταση αλλά και η ξαφνική επικαιρότητα που φάνηκε να διακρίνει αυτά τα σκίτσα τόσα χρόνια μετά τη «γέννησή» τους. Πού να φανταστεί, ένας άνθρωπος κλειστός και διόλου αναμεμειγμένος με τα κοινωνικά δίκτυα, ότι αυτά έχουν, ειδικά τώρα, σε αυτή την κατάσταση πολιτικής έντασης και κλίματος διχασμού, μετατραπεί σε αρένα αλληλοσπαραγμού από την οποία ούτε εκείνος δεν θα γλίτωνε; Δεν ήξερε ότι εκεί παραμονεύουν πάντα τιμητές όλων των ειδών να «βάλουν στη θέση τους» όσους αποκλίνουν από τη δική τους άποψη. Η κατάσταση όπως εξελίχθηκε τον σόκαρε. Τον εξόργισε ότι έπειτα από 35 χρόνια δουλειάς, στη διάρκεια των οποίων δεν είχε εκτεθεί καθόλου, διασυρόταν από αγνώστους. Οταν η αναστολή της σελίδας έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης και από την άλλη πλευρά -φασίστες, αναρχικούς κ.ά.- επανήλθε. Και κερδίζει ακολούθους κάθε μέρα. Προς υπεράσπισή του έσπευσαν πολλοί. Μεταξύ αυτών και ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης. «Ο Αρκάς είναι κορυφαίος. Οσοι τον κατηγόρησαν για “χρηματισμό” κάνουν λάθος. Η σάτιρα κρίνει τα πάντα. Δεν χρειάζεται κατήγορους ή προστάτες», έγραψε στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter.
Ο Κόκκορας και η Αλλαγή
Οποιος ισχυρίζεται πάντως ότι ο Αρκάς δεν ήταν ποτέ έως σήμερα πολιτικός, προφανώς δεν έχει αντιληφθεί τα πολλαπλά επίπεδα της δουλειάς του συνολικά. Στον «Κόκκορα» (1981) διψούσε για αλλαγή – σε μια περίοδο που η αλλαγή ήταν σύνθημα. Στον «Ισοβίτη» (1988), ο Μοντεχρήστος, το περίφημο ποντίκι, είχε για ιδεολογία τον στυγνό ατομικισμό – η βαθιά κυνικότητα ήταν χαρακτηριστικό εκείνης της εποχής. Αλλά και στα «Επικίνδυνα Νερά» (2012) με την απαισιοδοξία του κάνει κουρέλια την πεποίθηση ότι, αν πολλά ψάρια ενωθούν, μπορούν να νικήσουν τον καρχαρία.
Πολλοί μετά την ευρεία αποδοχή που είχε, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, τον κατηγορούν για τυποποίηση -συνέπεια της μαζικής παραγωγής σκίτσων, αφού έπρεπε να παραδίδει δουλειά κάθε εβδομάδα- και για πιο εύκολα αστεία ή επιφανειακά λογοπαίγνια. Ομως η οξύνοια των παρατηρήσεών του ουδέποτε υποχώρησε.
Η πλήρης απόκρυψη της ταυτότητάς του και η απουσία του από τον δημόσιο λόγο έχουν δώσει στον Αρκά μια μυθική διάσταση, αλλά και το δικαίωμα σε καθέναν να ερμηνεύει τις προθέσεις του στην εκάστοτε δουλειά του όπως εκείνος αντιλαμβάνεται. Παρόμοιες «διχασμένες» αντιδράσεις υπήρξαν και όταν κοινοποίησε το τέλος των «Χαμηλών Πτήσεων», όπου το μικρό σπουργίτι έχει πια μεγαλώσει και περνάει τα ίδια και χειρότερα από τον δικό του γιο, καταλαβαίνοντας τελικά τον πατέρα του. Πολλοί ήταν αυτοί που τον κατηγόρησαν για ένα κλισέ φινάλε, ενώ ακόμη περισσότεροι εκείνοι που έδωσαν σε αυτό μελοδραματικές προεκτάσεις. Καθένας έχει, άλλωστε, το δικαίωμα στη δική του ερμηνεία. Οπως πιθανότατα θα έλεγε ο ίδιος ο Αρκάς, «εγώ απλώς αστεία κάνω»…
Περιοδικό “Κ”