Ρεπορτάζ

Ακυρώθηκε έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου Ροδίτη διότι διεκπεραιώθηκε από συμβολαιογράφο των Αθηνών!

Με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου έγινε δεκτή ανακοπή ενός κατοίκου της Ρόδου και ακυρώθηκε έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας δικαστικού επιμελητή διότι η διαδικασία ακολουθήθηκε με ενέργειες συμβολαιογράφου των Αθηνών!
Ο Ροδίτης εστράφη με την ανακοπή του κατά της «INTRUM HELLAS Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.».
Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων ότι δεν υπήρξε καμία προσπάθεια ανάθεσης του πλειστηριασμού σε συμβολαιογράφο του τόπου της εκτέλεσης αλλά τουναντίον, ορίστηκε απευθείας συμβολαιογράφος του τόπου της έδρας της καθ’ης η ανακοπή.
Αποδειχθηκε ότι ο συντάξας αυτήν δικαστικός επιμελητής, ουδόλως βεβαιώνει ειδικώς, τον λόγο της αδυναμίας ορισμού συμβολαιογράφου στον τόπο της εκτέλεσης, ήτοι στον τόπο της εφετειακής περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο, παρά μόνον αρκείται στην γενική αναφορά περί ύπαρξης «αδυναμίας ορισμού συμβολαιογράφου στον τόπο της εκτέλεσης».
Σημειωτέον δε, ότι στην προκειμένη περίπτωση, δεν απαιτείται να εξετασθεί η συνδρομή του στοιχείου της βλάβης του ανακόπτοντος από την, κατά τα ανωτέρω ακυρότητα, καθώς η παράλειψη βεβαίωσης του δικαστικού επιμελητή, σχετικά με την τυχόν αδυναμία ορισμού συμβολαιογράφου του τόπου της εκτέλεσης, επιφέρει την κατά το άρθρο 995 παρ. 4 σε συνδυασμό με το άρθρο 159 αριθμ. 1 ΚΠολΔ, ακυρότητα διενέργειας του πλειστηριασμού, λόγω της ακυρότητας του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης.

Και μπορεί μεταξύ του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης και της ίδιας της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης να υφίστανται διαφοροποιήσεις, καθόσον η έκθεση κατάσχεσης αναφέρεται στις, μεταξύ των παραγόντων της εκτελεστικής διαδικασίας σχέσεις, ενώ το απόσπασμά της αποτελεί μέσο δημοσιότητας του επισπευδόμενου πλειστηριασμού κυρίως προς τους τρίτους που καλούνται να πλειοδοτήσουν, κοινοποιούμενο στον τρίτο κύριο ή νομέα του κατασχεθέντος και στους ενυπόθηκους δανειστές, είναι, ωστόσο, σαφές ότι το απόσπασμα, και συνακόλουθα η εν γένει διενέργεια του πλειστηριασμού, στηρίζονται στην επιβολή της κατάσχεσης με την κατασχετήρια έκθεση.
Καθώς λοιπόν, τόσο η έκθεση κατάσχεσης, που αποτελεί την πράξη με την οποία το πρώτον ορίζεται ο υπάλληλος του πλειστηριασμού, όσο και το απόσπασμά της, οφείλουν να περιλαμβάνουν την αυτή βεβαίωση του δικαστικού επιμελητή, σχετικά με την τυχόν αδυναμία ορισμού συμβολαιογράφου στην εφετειακή περιφέρεια του τόπου εκτέλεσης, η ακυρότητα του πλειστηριασμού, ο οποίος διενεργείται παρά την έλλειψη αυτής της βεβαίωσης ή την αναλήθεια του περιεχομένου της, κατ’ άρθρο 995 παρ. 4 ΚΠολΔ, αφορά όχι μόνο το απόσπασμα, αλλά και την ίδια την κατασχετήρια έκθεση, επί της οποίας στηρίζεται το απόσπασμα και η εν γένει διενέργεια του πλειστηριασμού (ΜΠρΛασιθ 296/2019, δημοσιευμένη στην ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»),
Ενόψει τούτων, ο πρώτος λόγος ανακοπής έγινε δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος και, δοθέντος ότι αυτός βάλλει κατά της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, ακυρώθηκε έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Δωδεκανήσου.
Την υπόθεση χειρίστηκε η δικηγόρος κ. Μαρία Σκορδίλη.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου