Του Τέρη Χατζηιωάννου, δημοσιογράφος – πρώην αντιδήμαρχος Ρόδου
• «Γιατί απλά κάποιοι άνθρωποι είναι τόσο ξεχωριστοί, που αξίζει να ζεις, μόνο και μόνο για να τους συναντήσεις, κάποτε…», Τάσος Λειβαδίτης
Ενας τέτοιος ξεχωριστός άνθρωπος ήταν ο Φώτης Χατζηδιάκος.
Ένας χαρισματικός άνθρωπος που είχα την ευλογία να τον συναντήσω στο διάβα της ζωής.
Μια προσωπικότητα που καθόρισε καταλυτικά τις αποφάσεις μου.
Όπως βεβαίως κι άλλων πολλών.
Τον Φώτη τον γνώρισα καλύτερα όταν άρχισε η ενασχόλησή του με τα κοινά το 1999.
Από την πρώτη στιγμή βρήκαμε πεδίο συνεννόησης και με τα χρόνια γίναμε φίλοι.
Πέρασε από όλα τα μετερίζια της πολιτικής.
Νομαρχιακός σύμβουλος, πρόεδρος, αντινομάρχης, αντιπεριφερειάρχης.
Σε μια συζήτηση που κάναμε ανήμερα της γιορτής του το 2008, με ρώτησε αν σε ενδεχόμενο διεκδίκησης ως επικεφαλής παράταξης θα στήριζα -ουσιαστικά με την συμμετοχή μου- την επιλογή του.
-Αν κάποτε το αποφασίσεις, εδώ θάμαι.
Το 2013 με κάλεσε στο γραφείο του και μου θύμισε την κουβέντα μας.
-Έφτασε η στιγμή φίλε, μου είπε.
Ήμουν ο πρώτος που υπέγραψε ως υποψήφιος σύμβουλος στην παράταξη «Δύναμη Πολιτών».
Επί τρεις μήνες στο δικηγορικό του γραφείο (μέχρι πολύ αργά, μην πω ξημερώματα) μελετούσαμε την κατάσταση του δήμου, ονόματα υποψηφίων συμβούλων, πρόγραμμα και τη δομή της ομιλίας που θα εκφωνούσε στην επίσημη παρουσίαση της υποψηφιότητάς του.
Ο Φώτης ήταν ρεαλιστής.
Η πρώτη του ομιλία στο ΕΒΕΔ, δεν είχε πολιτικές εξάρσεις ήταν ορθά δομημένη.
Άλλωστε πίστευε στην προβολή επιχειρημάτων και την αποφυγή της ρητορείας.
Ήξερε πως στην εποχή μας ο λόγος που πείθει είναι αποτελεσματικότερος από τον λόγο που συγκινεί.
«Ο πολίτης θα κερδηθεί από τις ιδέες, από την μόνιμη κατάφαση του πνεύματος κι όχι με τη στιγμιαία προσχώρηση της καρδιάς» έγραψε ο καθηγητής Γ. Κουμάντος.
Έτσι κι έγινε.
Οι κάλπες της 25ης Μαΐου 2014, ανέδειξαν δήμαρχο Ρόδου τον Φώτη Χατζηδιάκο.
Παιδί περήφανων ανθρώπων του μόχθου από τα Απόλλωνα της Ρόδου.
Πρώτο πολίτη, ένα παιδί της διασποράς καθώς οι γονείς του ξενιτεύτηκαν στην Γερμανία αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον.
Από μικρό παιδί αριστούχος μαθητής, αξεπέραστος φοιτητής, λαμπρός νομικός με εξαιρετικά χαρίσματα.
Ένας ευφυής, ειλικρινής, δυναμικός, έντιμος, οραματιστής, ακάματος άνθρωπος που πορεύτηκε με ήθος, πάθος, αρχές, αξίες και ιδανικά.
Άνθρωπος του μέτρου και της ευθύνης.
Ένας αυτοδημιούργητος δικηγόρος που βασίστηκε στις δικές του πλάτες του, έχοντας στήριγμα την οικογένειά του.
Και τους φίλους του.
Γιατί ο Φώτης είχε μόνο φίλους.
Ήταν από κείνη την πάστα των αυθεντικών ανθρώπων, με καθαρή ματιά και ψυχή. Αληθινός, απλός, καλοσυνάτος, δοτικός, γενναιόδωρος, αρχοντικός.
Τον χαρακτήρα του αποτύπωσε με μεγάλη πιστότητα (πέρυσι) όταν έφυγε από τη ζωή, η κόρη του αδελφού του Μαριέτα Χατζηδιάκου.
-Για τον θείο μου κάθε ημέρα και κάθε λεπτό ήταν γιορτή, ένα δώρο.
Ξεκίνησε με πείσμα, με δίψα για να μάθει, να εξελιχθεί.
Στο ξεκίνημά του δεν έβλεπε δυσκολίες, μόνο ευκαιρίες.
Την χαρά να μαθαίνεις, να αντιμετωπίζεις τις προκλήσεις, να γνωρίζεις ανθρώπους, να ακούς, να μιλάς, να αλλάζεις, να εξελίσσεσαι.
Δεν υπήρχε λεπτό για αγκομαχητό.
Όλα είναι δώρα.
Κάθε μέρα, κάθε λεπτό, μια ευκαιρία, ένα δώρο.
Το δώρο που σου δίνεται, το μεγαλώνεις και το μοιράζεις.
Μεγαλώνεις και συνεχίζεις όχι μόνο για εσένα, αλλά και για τους άλλους.
Εργάζεσαι για να φέρεις μια αλλαγή που είναι μεγαλύτερη από εσένα».
Αυτό πίστευε ο Φώτης Χατζηδιάκος.
Και όπως έλεγε και ο αγαπημένος του Νίκος Καζαντζάκης: «Μια αστραπή η ζωή μας… μα προλαβαίνουμε».
Δεν ξέρω, αλλά βαθιά μέσα μου πιστεύω ότι ο Φώτης κάτι ένιωθε.
Έτρεχε να προλάβει. Να αφήσει το στίγμα του.
Και άφησε ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα μια πολύτιμη παρακαταθήκη.
Έγραψε ένα μεγάλο κεφάλαιο στη συνείδηση, τις καρδιές των πολιτών, στην ιστορία της Ρόδου.
Πάλευε από νωρίς το πρωί με τα κύματα απολαμβάνοντας την αγαπημένη του θάλασσα έως πολύ αργά το βράδυ με τον απίστευτο όγκο δουλειάς στο γραφείο του.
Και κυριολεκτικά παρέσυρε τους πάντες και τα πάντα.
Ήταν απαιτητικός πρώτα απ΄όλα με τον εαυτό του, αλλά και τους συνεργάτες του.
-Πρέπει να νιώθετε περήφανοι που υπηρετείτε αυτό τον τόπο, έλεγε και μας παρακινούσε να διαβάσουμε την ιστορία του.
Και βεβαίως τόσο στις παρατάξεις, όσο και στις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου θύμιζε σε όλους τις αρχές του Αγάθωνα.
«Τον άρχοντα τριών δει μέμνησθαι: Πρώτον ότι ανθρώπων άρχει. Δεύτερον ότι κατά νόμους άρχει. Τρίτον ότι ουκ αεί άρχει…».
Και το τήρησε ως δήμαρχος.
Είχε «χάρισμα» ο Φώτης.
Μετέδιδε τον ενθουσιασμό του, σε έκανε κοινωνό του οράματός του, έδινε ώθηση στις προσδοκίες μας.
«Δεν υπάρχουν ιδέες, υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες, κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει» έλεγε ο Καζαντζάκης και η φράση του λαμπρού Κρητικού, ήταν από τα αγαπημένα γνωμικά του Φώτη.
-Θέλω να ξεχωρίσετε τα μικρά από τα μεγάλα, είναι αυτονόητη η υποχρέωσή μας να έχουμε μια καθαρή πόλη, ένα καθαρό νησί, αλλά καθήκον μας είναι να ονειρευτούμε για τη Ρόδο, υποστήριζε ο Φώτης και τα μάτια του έλαμπαν.
Με αυτό το πάθος μετέφερε τη ιστορική κληρονομιά του νησιού, όπου βρισκόταν για να εκπροσωπήσει την αγαπημένη του Ρόδο.
Ένας ευπατρίδης της πολιτικής που καμάρωνε για τον τόπο του και προσπαθούσε μέσα από ένα πλέγμα προσωπικών σχέσεων να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για να προβάλει την πατρίδα του.
Παρίσι, Γκραν Μοντανά, Κίνα, Σιένα, Βιέννη, Ιεροσόλυμα κ.α. με τους σημαντικούς ανθρώπους.
Απόλλωνα, Μεσαναγρό, Έμπωνα, Αρχάγγελο κ.α. με τους απλούς.
Έργα, μεγάλα γεγονότα, Διεθνή συνέδρια, πολιτιστικές, αθλητικές εκδηλώσεις σε μια εποχή που η χώρα βρισκόταν με το ένα πόδι εκτός Ευρώπης όταν η στρόφιγγα είχε κλείσει και η κυβέρνηση έβαζε χέρι στα αποθεματικά των δήμων.
Μετρήσιμες πράξεις που καθόρισαν την προσφορά του Φώτη Χατζηδιάκου στα κοινά.
«Ένας άνθρωπος είναι το σύνολο των πράξεων του. Τι έχει κάνει, τι μπορεί να κάνει. Τίποτε άλλο», φράση του Ινδού στοχαστή και ακτιβιστή, Μαχάτμα Γκάντι.
Η διαδρομή του Φώτη στην πολιτική ήταν συναρπαστική.
Δεν ήταν οι παρεμβάσεις σε επίπεδο έργων που έκαναν την διαφορά (ότι βρίσκεται σε εξέλιξη αφορά σε συντριπτικό ποσοστό έργα της θητείας Χατζηδιάκου) αλλά η αγάπη του για τον άνθρωπο.
Είχε ανοιχτή την πόρτα του γραφείου του σε κάθε αδύναμο, κατατρεγμένο, σε κάθε φτωχό και ταλαιπωρημένο.
Γνώριζε τι σημαίνει φτωχολογιά ο Φώτης.
Οι αξίες που είχε πάρει από το σπίτι του, οι παραστάσεις της ζωής του, η μόρφωση του συνέβαλαν στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του.
Καλοσυνάτος, ευγενής, χαμογελαστός,
Οι Απόδημοι Ρόδιοι είχαν γράψει μια φράση που αντικατοπτρίζει απόλυτα τον χαρακτήρα και την υπόσταση του δημάρχου.
«Ο Φώτης Χατζηδιάκος δεν ήθελε να «γίνει», διψούσε να «κάνει». Πυξίδα στην πολιτική του πορεία είχε το «χρέος» του Καζαντζάκη».
Πόσο δίκιο είχαν, κι ας ελλοχεύει ο κίνδυνος, καθώς έχει περάσει ένας μόνο χρόνος από τον θάνατο του να εκληφθεί ως «αγιογραφία» του εκλιπόντος.
Δεν είναι καθόλου εύκολο, δεν μπορεί όποιος έχει ζήσει, δουλέψει, εμπνευσθεί, παρασυρθεί από την ορμή του Φώτη να είναι αντικειμενικός.
Είναι διάχυτος ο συναισθηματισμός.
Αποφασιστικός, αποτελεσματικός και συναινετικός, αναζητούσε το ιδανικό, όμως ήταν πραγματιστής.
-Είναι καλυτέρα να πάρουμε απόφαση σήμερα, από το να βάλουμε το πρόβλημα στο συρτάρι.
Και δεν φοβόταν τις συγκρούσεις. Κι ας του στοίχισαν.
Είχε όμως ένα μεγάλο προνόμιο ο Φώτης.
Ήταν βαθιά δημοκράτης.
Σεβόταν τις αμφιβολίες της καθεμίας ή καθενός εξ υμών.
Παρατάξεις, αντιρρήσεις, έντονος διάλογος.
Και όταν τσακωνόσουν μαζί του άνοιγε εκείνη την μεγάλη θερμή αγκαλιά του.
-Έλα βρε να σε φιλήσω…
Και έλιωνε η καρδιά σου.
Η πολιτική ήταν αγώνας για προσφορά και διαρκής αναζήτηση του καλύτερου για τον Φώτη.
Άνθρωπος της εργασίας και της αυτοπειθαρχίας, κυριολεκτικά ανεξάντλητος.
-Έλα, κοιμάσαι;
-Μα δήμαρχε είναι δυο τα ξημερώματα!
-Έλα στο γραφείο δεν πρόλαβα σήμερα να σε πάρω έτρεχα στα έργα.
Στο δημαρχείο αναμμένα τα φώτα του γραφείου του μέχρι σχεδόν τα χαράματα.
-Κάθισε
Kι άνοιγε εκείνο το περίφημο μπλοκάκι!
Κρατούσε σημειώσεις και μας καλούσε να του πούμε για την εξέλιξη των έργων ή των θεμάτων που μας είχε «χρεώσει».
Και νάταν μόνο αυτό.
Αιφνιδιαστικούς ελέγχους στις υπηρεσίες μας.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά με αφορμή την σύνταξη της Προγραμματικής Σύμβασης της Μεσαιωνικής Πόλης να αποχωρώ από το γραφείο του ξημερώματα.
Γύρω στις 8 το πρωί βλέπω κλήση από την Διεύθυνση Μεσαιωνικής Πόλης.
-Αντιδήμαρχε είναι εδώ ο δήμαρχος και σας περιμένει!
Όταν ξεκίνησε η περιπέτεια της υγείας του τον επισκεπτόμουν στο νοσοκομείο και απέφευγα να τον δω στα μάτια.
Όπως κι αυτός.
Με την αξιοπρέπεια που πορεύτηκε στη ζωή του, ακόμη με περισσότερη έδινε τη μάχη με την επάρατο.
«Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά» λέει ο αγαπημένος του συγγραφέας.
Και αυτά που πόθησε, τα είχε ο Φώτης.
Μια γυναίκα φάρο στην ζωή, την Αγάπη του.
Τον γιο του Στέργο που λάτρευε και ήταν περήφανος για την εξέλιξή του.
Μια μάνα -την κυρά Μαρία -και ακόμη μια μάνα, την θεία του Κική.
Τον βράχο αδελφό του Γιώργο, τις ξαδέλφες, τα ανίψια του, όλη την οικογένεια.
Όλους τους χωρούσε η μεγάλη αγκαλιά του.
Ήταν καλός άνθρωπος, ευλογημένος, γενναιόδωρος.
Στην εξόδιο ακολουθία στον Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού στεκόμουν δίπλα του.
Δεν τον αποχαιρέτησα, δεν ασπάστηκα τη φωτογραφία του.
Διάβασα πριν από λίγους μήνες ένα άρθρο αφιερωμένο στη μνήμη του.
Ομολογώ με συγκίνησε ο τίτλος που είναι μια στροφή από στίχο τραγουδιού του Σ. Ξαρχάκου.
«Του ήλιου σβήστηκε το φως, εχάθη το φεγγάρι…»
Οι άνθρωποι φεύγουν μονάχα όταν τους ξεχνάμε, λέει ο θυμόσοφος λαός.
Κι ο Φώτης είναι πάντα βαθιά στην καρδιά μου.
Τον κουβαλάω στις σκέψεις μου.
«Ο θάνατος είναι το χρυσό κλειδί που ανοίγει το παλάτι της αιωνιότητας» έλεγε ο Άγγλος ποιητής John Milton.
Και ο αδελφός, ο φίλος, ο συνεργάτης, ο δήμαρχός μου στο ΑΙΩΝΙΟ ΦΩΣ…