Συνέντευξη
στη Μαίρη Φώτη
Το «Παλλάδιον», το παντοπωλείο-σημείο αναφοράς της Νέας Αγοράς, έπειτα από 73 χρόνια συνεχούς λειτουργίας αλλάζει γειτονιά, σφραγίζοντας μια ολόκληρη εποχή.
Με τον ιδιοκτήτη κ. Νίκο Παπασταματίου συναντηθήκαμε στο άδειο πια «Παλλάδιον», όπου έχει απομείνει η ελληνική σημαία, η εικόνα του Αγιου Νικόλα και ο γάτος του. «Η ελληνική σημαία, και η εικόνα θα φύγουν τελευταία από δω μέσα. Τον γάτο θα τον πάρω στο σπίτι μου», λέει χαρακτηριστικά, κοιτάζοντας το άδειο πια μαγαζί από το οποίο πέρασαν γενιές και γενιές Ροδίων.
Σε όλη τη διάρκεια της συνέντευξης η συγκίνηση ήταν διάχυτη, για όσα αφήνει πίσω, για όσα μοιράστηκε μαζί μας από τις παλιές καλές εποχές της Νέας Αγοράς αλλά και για όλα όσα έρχονται.
Η αφήγηση του κ. Ν. Παπασταματίου είναι καθηλωτική, ζωντανεύει μνήμες για τους παλαιότερους και εικόνες για τους νεότερους. Η συζήτηση και όλα όσα μας εξιστορεί έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την εικόνα που είχαμε μπροστά μας στη διάρκεια της συνέντευξης… Μια άδεια Νέα Αγορά, σκοτεινή, ερειπωμένη, με ένα φως μόνο να αχνοφαίνεται στο βάθος ενός καταστήματος που «πότε ανοίγει πότε όχι» λέει ο κ Ν. Παπασταματίου, που δείχνει να μην μπορεί να πιστέψει πώς η Νέα Αγορά πέρασε από την ακμή στην παρακμή και πώς το τελευταίο σημείο που ήκμασε το ροδίτικο εμπόριο, κινδυνεύει να περάσει σε ξένα χέρια…
• Κύριε Παπασταματίου, βρισκόμαστε στο «Παλλάδιον» το οποίο σήμερα είναι άδειο. Μετά από πόσα χρόνια κλείνει τον κύκλο του στην Νέα Αγορά για να μεταφερθεί αλλού;
Μετά από 73 χρόνια νομίζω ότι έκλεισε ο κύκλος της παρουσίας του «Παλλάδιον» στην Νέα Αγορά, όπως τουλάχιστον αυτή είναι σήμερα. Ανοίγει ένας νέος κύκλος σε άλλη περιοχή. Δυστυχώς η Νέα Αγορά, με τα λίγα καταστήματα που είναι ανοιχτά σήμερα δεν προσφέρεται ούτε για να περπατήσει κανείς ούτε για να ψωνίσει.
• Εσείς τι εικόνες έχετε από την Νέα Αγορά όπως ήταν τότε που χτυπούσε εδώ η καρδιά του εμπορίου;
Το «Παλλάδιον» άρχισε να λειτουργεί το 1945, εγώ είμαι γεννηθείς το 1957 και εκτιμώ ότι έχω εικόνες από το 1963 περίπου και μετά. Θυμάμαι τις γιορτές, τα Χριστούγεννα, τα καλοκαίρια ως μαθητής του δημοτικού, του γυμνασίου, ως φοιτητής και στρατιώτης η ζωή μου να περιστρέφεται πάντα γύρω από την Νέα Αγορά. Είναι η Νέα Αγορά με τα δεκάδες κρεοπωλεία, μανάβικα και κάποια πολύ συγκεκριμένα καταστήματα Νεωτερισμών, όπως λέγονταν τότε, που εμπορεύονταν κυρίως εισαγόμενα είδη τα οποία λόγω του ειδικού δασμολογίου της Δωδεκανήσου, προσφέρονταν για να πουληθούν τόσο στους ντόπιους όσο και στους λίγους τότε Ελληνες τουρίστες-καταναλωτές. Μιλάμε λοιπόν για μια αγορά που έσφυζε από ζωή, με την γειτνίαση δε με την κεντρική λαχαναγορά πίσω από τον σταθμό ταξί, 06:00 με 06:30 το πρωί η αγορά ήταν γεμάτη… Με τους κρεοπώλες να κρεμούν τα κρέατά τους, τους μανάβηδες να γυαλίζουν τα φρούτα τους, τα παντοπωλεία να καθαρίζουν τις βιτρίνες τους, τους ιχθυοπώλες να ετοιμάζουν τα ψάρια τους για λιανικό και χονδρικό εμπόριο στο ωραιότατο αυτό αρχιτεκτονικό κτήριο της ψαραγοράς, του Φλορεστάνο Ντι Φάουστο που χρονολογείται από το 1929 … Τα καταστήματα νεωτερισμών άνοιγαν κατά τις 07:30 με 08:00 για να υποδεχθούν τους πρώτους, βιαστικούς, πελάτες και με αυτό τον τρόπο να εξυπηρετήσουν το σύνολο των αναγκών της πόλης. Αυτές είναι οι εικόνες που έχω εγώ, που είναι ζωντανές ακόμα, γιατί ήταν έντονες. Θυμάμαι πρόσωπα, θυμάμαι πράγματα, θυμάμαι την αγορά, θυμάμαι ακόμα και τους πελάτες… Τα Χριστούγεννα το στόλισμα της αγοράς με μυρτιές και δάφνες που έφερναν από τ’ Ασγούρου και τα Κοσκινού… Οι καλοί πελάτες έρχονταν κάθε Σάββατο να ψωνίσουν, τότε δεν υπήρχαν σούπερ μάρκετ και υπεραγορές, εδώ χτυπούσε η καρδιά της αγοράς των τροφίμων.
• Μέχρι πότε κρατήθηκε η Νέα Αγορά έτσι;
Νομίζω ότι η αλλοίωση του χρώματος της Ν. Αγοράς άρχισε στα τέλη της δεκαετίας του 1970 κι εδώ για να πούμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, η αλλοίωση του χρώματος της Αγοράς οφείλεται διαδοχικά και διαχρονικά στις διαδοχικές δημοτικές αρχές οι οποίες για μικροπολιτικούς λόγους- και το λέω ευθαρσώς- άρχισαν να επιτρέπουν την αλλαγή των χρήσεων, να κάνουν τα στραβά μάτια στις μεταβιβάσεις και να επιτρέπουν τις υπερβάσεις του κανονισμού λειτουργίας της. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι τις μέρες μας.
• Βλέποντας πάντως κανείς σήμερα το κτήριο είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει ότι μέχρι πριν από 20-30 χρόνια χτυπούσε εδώ η καρδιά της αγοράς.
Αυτό είναι μια τεράστια αλήθεια και χρειάζεται πολύ φαντασία, ίσως πολλές αφηγήσεις, ίσως πολύ αναμόχλευμα μνήμης για να μπορέσει κανείς να γυρίσει στις εποχές αυτές. Να μην ξεχάσουμε ότι η Αγορά ήταν ο τελευταίος πυρήνας στον οποίον δραστηριοποιούνταν οι ντόπιοι επιχειρηματίες και έμποροι, που τουλάχιστον μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1980 κρατούσαν ψηλά τη ροδίτικη σημαία. Σε ό,τι αφορά το μέλλον της Νέας Αγοράς, θα πρέπει να ανοίξει μια πολύ μεγάλη συζήτηση για το τι θέλουμε, από την οποία εγώ εξαιρώ τον εαυτό μου διότι ο κύκλος μου στη Νέα Αγορά έχει κλείσει. Αν θέλουμε μια Νέα Αγορά με μικρογεύματα, με γρήγορα καφέ, με καταστήματα τα οποία πωλούν φο και αξεσουάρ σίγουρα μπορούμε να την έχουμε και η δημοτική αρχή να έχει πολλά έσοδα, αλλά δεν θα έχει ποτέ μια «Νέα Αγορά».
• Εσείς είστε από τους τελευταίους που συνέχισαν την οικογενειακή επιχείρηση μέχρι τις μέρες μας στην Νέα Αγορά;
Εκτιμώ ότι είμαστε οι μόνοι που συνέχισαν με μια μόνο αλλαγή αντικειμένου, και ίσως αυτό έφερε και την αποχώρησή μας. Πάρα πολύ εύκολα θα μπορούσα να την μετατρέψω σε άλλου είδους επιχείρηση, με πιο εύκολο κέρδος και που σε μεγάλο βαθμό οι επιχειρήσεις αυτές δεν σέβονται τον πελάτη και στο τέλος καταφέρνουν να επιβιώνουν – αν και για εμάς δεν τίθεται θέμα επιβίωσης, είναι επιλογή να αποχωρήσουμε. Εμείς είμαστε κατά παράδοση «παντοπώλαι» και το λέω με υπερηφάνεια.
• Ηταν επιλογή σας να συνεχίσετε την οικογενειακή επιχείρηση;
Εμένα ήταν επιλογή μου, παρ΄ότι οι σπουδές μου ήταν σε τελείως διαφορετική κατεύθυνση. Είμαι απόφοιτος πολυτεχνικής σχολής, αλλά θέλετε το μεράκι, θέλετε η αγάπη στο χώρο… Ο συγκινησιακός χαρακτήρας πολλές φορές υπερβαίνει των λοιπών επιλογών. Από αναπολήσεις και από μνήμες πάρα πολλές… Εδώ έγινε το πρώτο self service, ήταν συνεταιρισμός της δικιάς μου οικογένειας και της οικογένειας Μανούσου που είχε το άλλο μεγάλο παντοπωλείο στην Αγορά και προσπάθησαν να φτιάξουν το πρώτο κατάστημα αυτοεξυπηρέτησης τη δεκαετία του 1970 όταν ακόμα υπήρχαν ένα ή δύο μόνο στην Αθήνα και κανένα άλλο στην περιφέρεια. Εδώ σερβιρίστηκαν τα πάρα πολύ καλά γλυκά στα ζαχαροπλαστεία μπροστά, υπήρχαν εστιατόρια με εκλεκτής ποιότητας εδέσματα, τα πρώτα σουβλάκια στην «Καλή Καρδιά» που κατέβαινε όλη η Ρόδος να τα δοκιμάσει και χίλια δύο άλλα πράγματα… Κάθε Σάββατο στα καφενεία της αγοράς οι εργολάβοι πλήρωναν τους εργάτες τους. Κρατούσαν πακέτα τα καφέ χιλιάρικα τότε, και πλήρωναν τον κάθε ένα ανάλογα με τα μεροκάματά του. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς.
• Ηταν γειτονιά ουσιαστικά…
Ηταν γειτονιά, ήμασταν μια μεγάλη οικογένεια…Τα καλοκαίρια η Νέα Αγορά έσφυζε από τα παιδιά τόσο των ίδιων των ιδιοκτητών όσο από τα διάφορα «παραγιουδάκια» τα οποία έστελναν οι οικογένειές τους στους τίμιους αυτούς εμπόρους για να αποκτήσουν το βάπτισμα του πυρός. Πάρα πολλά παιδάκια πέρασαν από δω ακόμη και μέχρι τη δεκαετία του 1980. Εγώ καμαρώνω παιδιά που πέρασαν από εδώ ως βοηθοί το καλοκαίρι και σήμερα είναι επιστήμονες και σε θέσεις πραγματικά που τιμούν το όνομα και το δικό τους και της Ρόδου και της Αγοράς.
• Πώς με τέτοιες εικόνες και τέτοιες μνήμες παίρνει κανείς την απόφαση μετά από 73 χρόνια λειτουργίας, να μεταφέρει ένα κατάστημα-σημείο αναφοράς για την Νέα Αγορά, αλλού;
Είναι βαρύ. Ομως εκτιμώ ότι στη συγκεκριμένη περιοχή το παντοπωλείο έκλεισε τον κύκλο του. Δύσκολα θα έρθει πλέον ο καταναλωτής στην Νέα Αγορά για να ψωνίσει. Επιπλέον η λήξη των συμβολαίων στις 31/12/2018 σηματοδοτεί την νέα αρχή της Αγοράς με τα όποια θετικά ή αρνητικά μπορεί να επιφέρει, πάντα στο πλαίσιο της μεγάλης συζήτησης που πρέπει να ανοίξει, εξαιρώντας πάντα τον εαυτό μου ως συμβαλλόμενο μέρος της συζήτησης και χωρίς καμία πρόθεση να μετάσχω στο σχήμα.
• Το πονάτε το μέρος…
Το πονάω γιατί το έχω ζήσει. Νομίζω ότι ξέρω κάθε πέτρα, κάθε γωνιά… Δεν θα ξεχάσω ότι κάθε βράδυ οι πόρτες έκλειναν γιατί υπήρχαν εμπορεύματα εκτεθειμένα, υπήρχε αστυνομικός σταθμός μέσα στην Αγορά, ήταν γραφείο Αγορανομίας με επικεφαλής αξιωματικό τον Γεράσιμο Παυλάτο και τρεις πάρα πολύ αγαπητούς αγορανόμους χωροφύλακες, τον Αχιλλέα, τον Τάσο και τον Κωστάκη. Δεν θα ξεχάσω τις πρώτες θαλαμηγούς που άρχισαν να έρχονται στην μαρίνα Μανδρακίου που δυστυχώς σήμερα βρίθει σκαφών και ημεροπλοίων των δικών μας, των ντόπιων, που δεν αφήνουν χώρο στα σκάφη των επισκεπτών. Δεν μπορώ να ξεχάσω τους χαμάληδες που με τα δίτροχα καροτσάκια τους κουβαλούσαν τα ψώνια των καλών κυρίων και κυριών, έναντι αμοιβής. Μετά, τη δεκαετία του ’70 ακόμα και ο στρατός ψώνιζε από την Νέα Αγορά. Οι πρώτοι Σκανδιναβοί τουρίστες το ’63, ΄64 ψηλοί, ξανθοί ξαφνικά εμφανίζονται μέσα στη σκουρόχρωμη Ρόδο της εποχής εκείνης. Σκουρόχρωμη με την έννοια ότι ακολουθούσε το βαρύ βήμα της μετεμφυλιοπολεμικής Ελλάδας. Αυτοί οι άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να ψωνίσουν, ψάχνουν τα καταστήματα, ψάχνουν τα προϊόντα και οι έξυπνοι Ροδίτες ανταποκρίνονται αμέσως φέρνοντας πάρα πολλά εμπορεύματα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 με αρχές του 1980 με το ειδικό δασμολόγιο το οποίο αποτέλεσε τον μοχλό της ανάπτυξης της ροδίτικης οικονομίας – από τα τεράστια λάθη η απώλειά του- επισκέπτες από όλη την Ελλάδα ερχόντουσαν κι αγόραζαν οτιδήποτε μπορούσαν να βάλουν στην τσάντα τους, από ουίσκι, ζάχαρη, ζαχαρώδη, σοκολατάκια ακόμα και βούτυρο μέχρι γυαλικά, σερβίτσια, είδη προικός και ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί… βεβαίως υπό τη δαμόκλειο σπάθη του τελωνείου τόσο στο λιμάνι όσο και στο αεροδρόμιο. Ολο αυτό το κύμα πέρασε από την Νέα Αγορά. Το μόνο που δεν είχε η Νέα Αγορά ήταν τράπεζες, οι οποίες βρίσκονταν στην Παλιά Πόλη. Η πρώτη Τράπεζα που ήρθε και εγκαταστάθηκε στο Μανδράκι ήταν η Τράπεζα Εμπορικής Πίστεως τότε, στην οδό Μακαρίου κι ένα μικρό υποκατάστημα της Εμπορικής στην πλατεία Κύπρου.
• Διακρίνω την αγωνία σας για το μέλλον του συγκροτήματος.
Πραγματικά. Είναι μεγάλη η αγωνία… Εγώ λέω με υπερηφάνεια ότι είμαι παιδί της Νέας Αγοράς. Ηταν το πρώτο mall και μάλιστα στεγασμένο της Ανατολικής Μεσογείου, πρόκειται για ένα εξαιρετικής αρχιτεκτονικής κτήριο. Η Νέα Αγορά ήταν οι άνθρωποί της. Η Νέα Αγορά χωρίς τους ανθρώπους της για μένα θα είναι ένα κουτί άδειο…
• Φεύγοντας κύριε Παπασταματίου από την Νέα Αγορά, τι παίρνετε μαζί σας;
Παίρνω καταρχήν τις πολλές καλές και ωραίες αναμνήσεις. Παίρνω την αγάπη για τον χώρο, την οποία κρατώ και θέλω να είμαι θεματοφύλακάς της, παίρνω επίσης μια εντολή, μια παρακαταθήκη όλων όσων πέρασαν από δω∙ Με όλες μας τις δυνάμεις να προσπαθήσουμε να κρατήσουμε όρθιο το τοπικό εμπόριο, τις μικρές τοπικές επιχειρήσεις. Την σημερινή ημέρα που δυστυχώς το τοπικό εμπόριο έχει ξεφύγει από τα χέρια των Ροδιτών, νομίζω ότι το να μπορέσουμε να το κρατήσουμε έχοντας σαν βάση έστω μια χωρική διάταξη, που θα είναι η Νέα Αγορά, θα είναι ένα μεγάλο στοίχημα.
• Το φοβάστε αυτό;
Το φοβάμαι πάρα πολύ. Δυστυχώς έχω και καθαρή εικόνα από τα στοιχεία του Επιμελητηρίου τι συμβαίνει αυτή την εποχή στη Ρόδο. Ο μεγάλος μου φόβος είναι αυτός, η Νέα Αγορά να φύγει και αυτή από τα χέρια των ντόπιων επιχειρηματιών και να μείνουν τα παιδιά μας υπάλληλοι των 400 ή των 600 ευρώ και το λέω αυτό κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου και στις δύο πλευρές που θα καθίσουν στο τραπέζι για να δουν το μέλλον της Νέας Αγοράς…