Έξι δεκαετίες αργότερα η διοίκηση βρίσκεται στα χέρια του εγγονού Στέλιου Βυτόγιαννη, ο οποίος μέσα στην τελευταία πενταετία έχει «απλώσει τα δίχτυα του» στις διεθνείς αγορές, παράγοντας δισεκατομμύρια καπάκια μπίρας το χρόνο και εξάγοντας το 90% της παραγωγής της σε 45 χώρες. Αν και μόλις 35 ετών θεωρείται από τους πιο επιτυχημένους επιχειρηματίες της γενιάς του που δεν επαναπαύεται στις δάφνες του, αλλά καταστρώνει μεθοδικά της στρατηγική του για την επόμενη μέρα.
«Η εταιρεία έχει αναπτυχθεί αρκετά τα τελευταία πέντε χρόνια, ουσιαστικά διπλασίασε το μέγεθος της με σταθερή, οργανική, υγιή ανάπτυξη κάθε χρόνο. Συνεχίζουμε να βάζουμε επιπλέον θεμέλια για περαιτέρω εδραίωση και ανάπτυξη, σύμφωνα με ένα προσεκτικά σχεδιασμένο πλάνο που λαμβάνει υπόψη του τις διεθνείς συγκυρίες, τις πιθανές αδυναμίες του ανταγωνισμού, τα τρέχοντα οικονομικά δεδομένα της επιχείρησής μας και τις νέες ευκαιρίες που προσπαθούμε να μην τις αγνοούμε όταν αυτές προκύπτουν» αναφέρει στο fortunegreece.com ο Διευθύνων Σύμβουλος της Astir Vitogiannis, Στέλιος Βυτόγιαννης.
Αν και πρόκειται για μια 100% ελληνική επιχείρηση φέρει, ωστόσο, έντονα τα χαρακτηριστικά μιας πολυεθνικής με εδραιωμένη παρουσία στο διεθνές επιχειρηματικό περιβάλλον. Πρόσφατα μάλιστα τιμήθηκε στα βραβεία Κούρος με το βραβείο επίδοσης στον διεθνή οικονομικό στίβο, ενώ απέσπασε και τη διάκριση «Diamonds of the Greek Economy 2014».
O Διευθύνων Σύμβουλος της Astir Vitogiannis, Στέλιος Βυτόγιαννης.
«Ο εξωστρεφής προσανατολισμός που ξεκίνησε δεκαετίες πριν, σήμερα αποδίδει καρπούς. Θεωρώ πως η αντοχή μας, η επιμονή μας και η συνεχής ανάπτυξη μας στο εξωτερικό την τελευταία 5ετία συνέβαλαν στην πρόσφατη διάκριση στα βραβεία Κούρος. Δεν είμαστε πολυεθνική ούτε μπορώ να πω ότι έχουμε πολλά χαρακτηριστικά πολυεθνικής, εννοώντας κυρίως ότι παλεύομε μόνοι μας χωρίς κάποια στήριξη από κάποιον κολοσσό του εξωτερικού. Θα μπορούσαμε πάντως να συγκριθούμε με πολυεθνικές στο επίπεδο των τηρούμενων διαδικασιών παραγωγής και ποιοτικού ελέγχου που όντως μας κατατάσσουν σε πρώτιστες θέσεις στον κλάδο, στην εταιρική ευθύνη, και στα διεθνή πρότυπα που τηρούμε ευλαβικά».
Ο ίδιος ανέλαβε τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης σε μια δύσκολη περίοδο φέρνοντας όχι μόνο αέρα ανανέωσης, αλλά αυξάνοντας παράλληλα και τα οικονομικά μεγέθη της οικογενειακής βιομηχανίας. Γιατί όμως η εταιρεία ακολουθούσε μια πιο εσωστρεφή στρατηγική στο παρελθόν; Τι άλλαξε και πέρασε στο επόμενο βήμα; Ο Στέλιος Βυτόγιαννης απαντά πως η αλλαγή δεν προήλθε κάνοντας μαγικά, αλλά βάζοντας στόχους και έχοντας πίστη στις ικανότητες των ανθρώπων που διοικούν και εργάζονται στην εταιρεία. «Βάλαμε πολύ υπομονή και σκληρή δουλειά και αλλάξαμε την τύχη μας. Η επιτυχία, αν έρχεται από τη μια στιγμή στην άλλη, χάνεται γρήγορα. Και αυτό το πετύχαμε σε ένα πραγματικά αντίξοο εσωτερικό περιβάλλον που δυστυχώς ο κρατικός μηχανισμός δρα ανατρεπτικά για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, δυσχεραίνοντας την ανταγωνιστικότητα και την ομαλή λειτουργία τους».
Ο όγκος της παραγωγής είναι πράγματι εντυπωσιακός, αφού επί της ουσίας μιλάμε για δύο εκατομμύρια καπάκια την ώρα που προορίζονται για μπύρες και αναψυκτικά με τη δυναμική των γραμμών παραγωγής να ανέρχεται σε 12 δισεκατομμύρια καπάκια το χρόνο. «Δεν σας κρύβω ότι αυτό είναι και ένα μόνιμο στρες, καθώς με κάθε θυσία πρέπει να γεμίζουμε το παραγωγικό κομμάτι της επιχείρησης, σε μια πραγματικά δύσκολη, αντίξοη διεθνή αγορά. Εξάγουμε πάνω από το 90% της παραγωγής μας σε όλες τις ηπείρους και στους μεγαλύτερους πελάτες μας συγκαταλέγονται η Heineken, Coca Cola, Carlsberg, SAB Miller, Pepsico, AB-Inbev κτλ».
Κάθε φορά λοιπόν που ανοίγετε ένα μπουκάλι μπύρας ή το αγαπημένο σας αναψυκτικό σκεφτείτε πως το καπάκι που κρατάτε στα χέρια σας κατασκευάζεται από ελληνικά χέρια.
Νότιος Αφρική, Αυστραλία και Βραζιλία είναι οι χώρες που μπαίνουν στο στόχαστρο της Astir Vitogiannis την τρέχουσα χρονιά, με τη διοίκηση να παραμένει σταθερή στις δεσμεύσεις της για ενίσχυση της εξωστρέφειάς της με την προσθήκη τουλάχιστον δύο νέων αγορών κάθε χρόνο. «Ο προσανατολισμός μας είναι πλέον για τις χώρες του νότιου ημισφαιρίου, καθώς οι επικρατούσες αντίστροφες κλιματικές συνθήκες εξισορροπούν την μειωμένη ζήτηση και διατηρούν σταθερή την παραγωγικότητά μας τους χειμερινούς μήνες».
Ο όρος εξωστρέφεια που ευαγγελίζονται πολιτικοί και παράγοντες της αγοράς είναι αναμφίβολα της μόδας, ειδικά σε μια περίοδο που στην εγχώρια αγορά δεν «κινείται φύλλο». Είναι όμως η εφαρμογή του εύκολη στην πράξη; Στην Ευρώπη ή στην Αμερική βρίσκουν οι Έλληνες επιχειρηματίες πρόσφορο έδαφος για τη δραστηριοποίησή τους;
Σύμφωνα με τον κ. Βυτόγιαννη η παγκοσμιοποίηση έχει αλλάξει ριζικά τον εμπορικό χάρτη και τους κανόνες προσέγγισης και εισόδου στη διεθνή αγορά. «Πουθενά δεν είναι εύκολο, η κάθε περιοχή έχει τις δικές της δυσκολίες. Στην Ευρώπη λόγο ανταγωνισμού και υπερπροσφοράς, στην Αμερική λόγο απόστασης, συναλλαγματικού κινδύνου, προδιαγραφών κτλ. Προσαρμοζόμαστε και τα καταφέρνουμε εξαιρετικά καλά και στις δύο αγορές».
Στον αντίποδα βρίσκεται η ελληνική αγορά και οι παθογένειές της που οδήγησαν μέσα στη χρονιά που πέρασε σε συγχωνεύσεις και εξαγορές στον κλάδο της ζυθοποιίας, έναν κλάδο στον οποίο η Astir Vitogiannis βασίζει κατεξοχήν τη δραστηριότητά της. Η διοίκηση προσπαθεί εσωτερικά να διατηρήσει μια ισορροπία στις πωλήσεις μεταξύ πολυεθνικών και μικρότερων εμφιαλωτών, αλλά όπως προσθέτει ο Διευθύνων
Σύμβουλος της Astir Vitogiannis, η εξίσωση κάθε χρόνο δυσκολεύει. «Το 2014 ήταν οπωσδήποτε δύσκολη χρονιά και το ίδιο ισχύει και για το 2015. Τη χρονιά που πέρασε κλείσαμε με διψήφιο ποσοστό ανάπτυξης και περαιτέρω ενισχυμένους οικονομικούς δείκτες. Θέσαμε ακόμα πιο ψηλά των πήχη για το νέο έτος, κάτι που αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό και συστατικό της έντασης με την οποία επιδιώκουμε τους στόχους μας. Για τη νέα χρονιά οι νέες επενδύσεις μαζί με τη διατήρηση της κερδοφορίας παραμένουν οι βασικοί μας στόχοι».
Υπενθυμίζεται πως την περσινή χρονιά η ελληνική βιομηχανία προχώρησε στην εγκατάσταση μιας νέας γραμμής παραγωγής ύψους 1,5εκ ευρώ.